ΤΟ ΑΝΑΠΑΝΤΕΧΟ ΠΡΟΤΕΡΗΜΑ ΠΟΥ ΔΙΝΕΙ Η ΔΥΣΛΕΞΙΑ
Σε συμπέρασμα το οποίο ίσως δεν έχουμε ξανακούσει στο παρελθόν κατέληξαν πρόσφατα ερευνητές, έπειτα από αντίστοιχες μελέτες. Τα άτομα με αναπτυξιακή δυσλεξία έχουν συγκεκριμένα προτερήματα τα οποία συμβάλλουν στην επιτυχή προσαρμογή και επιβίωση του είδους μας.
Ο Leonardo da Vinci, ο Walt Disney, ο Pablo Picasso, ο Steve Jobs και άλλες μεγάλες προσωπικότητες από διάφορους τομείς είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: τη δυσλεξία. Και, για να είμαστε ακριβείς, την αναπτυξιακή δυσλεξία, δηλαδή την ανεπαρκή απόκτηση γραμματισμού παρά την επαρκή διανοητική ικανότητα και την επαρκή εκπαίδευση του ατόμου, όπως ορίζεται από την Αμερικανική Ψυχιατρική Ένωση.
Οι ερευνητές από το πανεπιστήμιο του Cambridge που μελετούν τη νόηση, τη συμπεριφορά και τον εγκέφαλο κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα άτομα με δυσλεξία είναι εξειδικευμένα στο να εξερευνούν το άγνωστο. Και αυτό είναι πιθανό να παίζει θεμελιώδη ρόλο στην προσαρμογή του ανθρώπου στα μεταβαλλόμενα περιβάλλοντα. Τον τρόπο που μπορεί να συμβεί αυτό τον εξήγησαν οι ερευνητές σε πρόσφατη επιστημονική μελέτη που δημοσιεύτηκε στο ακαδημαϊκό περιοδικό Frontiers in Psychology.
Τα ευρήματα της μελέτης, λένε οι ερευνητές, έχουν επιπτώσεις τόσο σε ατομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο. «Αυτή η έρευνα προτείνει ένα νέο πλαίσιο που θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα τις γνωστικές δυνάμεις των ατόμων με δυσλεξία», ανέφερε η επικεφαλής συγγραφέας Δρ Helen Taylor. Πέρα από αυτό, οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι μπορεί να προσφέρει μια εξήγηση στην ικανότητα του ανθρώπινου είδους να προσαρμόζεται με επιτυχία.
Μάλιστα, οι ερευνητές αναφέρουν ότι είναι η πρώτη φορά που εφαρμόζεται μια διεπιστημονική προσέγγιση με εξελικτική προοπτική στην ανάλυση μελετών για τη δυσλεξία.
Τι ανακάλυψαν οι ερευνητές για τη δυσλεξία
Αρχικά, να αναφέρουμε ότι, όπως ορίζεται από την Παγκόσμια Ομοσπονδία Νευρολογίας, η δυσλεξία είναι «μια διαταραχή σε παιδιά που, παρά τη συμβατική εμπειρία στην τάξη, αποτυγχάνουν να αποκτήσουν τις γλωσσικές δεξιότητες της ανάγνωσης, της γραφής και της ορθογραφίας που αναλογούν στις διανοητικές τους ικανότητες». Συναντάται σε ποσοστό έως και 20% του γενικού πληθυσμού, ανεξαρτήτως χώρας, πολιτισμού και περιοχής του κόσμου.
Οι ερευνητές του Cambridge εξηγούν τα νέα ευρήματα στο πλαίσιο της λεγόμενης «συμπληρωματικής γνωστικής λειτουργίας» (“complementary cognition”), μιας θεωρίας που προτείνει ότι οι πρόγονοί μας εξελίχθηκαν ώστε να ειδικεύονται σε διαφορετικούς αλλά συμπληρωματικούς τρόπους σκέψης, γεγονός που ενισχύει την ικανότητα του ανθρώπου να προσαρμόζεται μέσω της συνεργασίας.
Αυτές οι γνωστικές εξειδικεύσεις έχουν τις ρίζες τους σε ένα γνωστό «συμβιβασμό» μεταξύ της εξερεύνησης νέων πληροφοριών και της εκμετάλλευσης της υπάρχουσας γνώσης. Σε ανακοίνωση, οι ερευνητές δίνουν το εξής παράδειγμα, προκειμένου να καταστήσουν πιο κατανοητό τον παραπάνω ισχυρισμό: αν φάτε όλη την τροφή που έχετε, κινδυνεύετε να πεθάνετε από την πείνα όταν τελειώσουν όλα. Αν όμως ξοδεύετε όλο τον χρόνο σας στην εξερεύνηση για τροφή, σπαταλάτε ενέργεια που δεν χρειάζεται να σπαταλήσετε. Όπως σε κάθε πολύπλοκο σύστημα, πρέπει να διασφαλίσουμε την ισορροπία μεταξύ της ανάγκης μας να εκμεταλλευτούμε τους γνωστούς πόρους και να εξερευνήσουμε νέους πόρους για να επιβιώσουμε.
Η εξερεύνηση εμπεριέχει δραστηριότητες που περιλαμβάνουν την αναζήτηση του αγνώστου, όπως ο πειραματισμός, η ανακάλυψη και η καινοτομία. Αντίθετα, η εκμετάλλευση αφορά τη χρήση του ήδη γνωστού, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης, της αποτελεσματικότητας και της επιλογής.
ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ, ΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΙΔΡΥΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΧΩΡΟΙ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΕΝΑ ΓΙΑ ΝΑ ΑΞΙΟΠΟΙΟΥΝ ΣΤΟ ΕΠΑΚΡΟ ΤΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΜΑΘΗΣΗ.
«Λαμβάνοντας υπόψη αυτό το αντιστάθμισμα, μια εξερευνητική εξειδίκευση στα άτομα με δυσλεξία θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί έχουν δυσκολίες σε εργασίες που σχετίζονται με την εκμετάλλευση, όπως η ανάγνωση και η γραφή. Θα μπορούσε, επίσης, να εξηγήσει γιατί τα άτομα με δυσλεξία φαίνεται να έλκονται από ορισμένα επαγγέλματα που απαιτούν ικανότητες που σχετίζονται με την εξερεύνηση, όπως οι τέχνες, η αρχιτεκτονική, η μηχανική και η επιχειρηματικότητα», δήλωσε η Taylor.
Ακόμη, οι ερευνητές υπογραμμίζουν ότι η συνεργασία μεταξύ ατόμων με διαφορετικές ικανότητες θα μπορούσε να συμβάλει στην εξήγηση της εξαιρετικής ικανότητας του είδους μας να προσαρμόζεται.
Με βάση αυτά τα ευρήματα, η ερευνητική ομάδα υποστηρίζει ότι πρέπει να αλλάξουμε την οπτική μας για τη δυσλεξία ως νευρολογική διαταραχή. Όπως τόνισε η επικεφαλή συγγραφέας, τα σχολεία, τα ακαδημαϊκά ιδρύματα και οι χώροι εργασίας δεν είναι σχεδιασμένα για να αξιοποιούν στο έπακρο τη διερευνητική μάθηση. Η καλλιέργεια αυτού του τρόπου σκέψης αποτελεί αναγκαιότητα, έτσι ώστε να μπορέσει η ανθρωπότητα να συνεχίσει να προσαρμόζεται και να επιλύει βασικές προκλήσεις.