ΤΙ ΘΑ ΕΒΑΖΕΣ ΣΤΟ «ΜΟΥΣΕΙΟ ΔΙΑΛΥΜΕΝΩΝ ΣΧΕΣΕΩΝ»;
Υπάρχει ένα «Μουσείο Διαλυμένων Σχέσεων» που μας θυμίζει ότι ένας χωρισμός είναι ισχυρός επειδή διαποτίζει την κοινοτοπία της καθημερινής ζωής...
Το Museum of Broken Relationships (Μουσείο Διαλυμένων Σχέσεων, σαν να λέμε) έχει μια συλλογή από συνηθισμένα αντικείμενα κρεμασμένα σε τοίχους ή μέσα σε γυάλινες βιτρίνες με εσωτερικό φωτισμό (όπως κάθε μουσείο άλλωστε): μια τοστιέρα, ένα παιδικό αυτοκίνητο με πεντάλ, ένα απαρχαιωμένο μόντεμ από το 1988, ένα θετικό τεστ εγκυμοσύνης, ένα τσεκούρι.
Προέρχονται από διάφορα μέρη του κόσμου, από την Ταϊπέι, τη Σλοβενία, το Κολοράντο, τη Μανίλα, όλα δωρεές αγνώστων, συνοδευόμενα από μια ιστορία.
Ένα από τα πιο δημοφιλή αντικείμενα στο κατάστημα δώρων του μουσείου είναι το «Bad Memories Eraser» – μια χειροπιαστή γόμα. Στην πραγματικότητα, το μουσείο εξασφαλίζει το ακριβώς αντίθετο της γόμας. Πρέπει κάποιος να αποδεχτεί ότι καθένα από τα αντικείμενα της συλλογής του κάποτε ήταν κάτι σημαντικό, αντί να προσπαθεί να το εξαφανίσει για πάντα από τη μνήμη του.
Η δωρεά ενός αντικειμένου στο μουσείο περιλαμβάνει τη συνειδητή πράξη ότι παραδίδεις κάτι πολύ δικό σου και έτσι του δίνεις μια διαφορετική αξία. Δεν χρειάζεται πλέον να το βλέπεις κάθε μέρα, να το έχεις πάνω σου. Το έχεις μέσα σου. Το βγάζεις από το σπίτι σου και το κάνεις αθάνατο.
Όταν πρόκειται για χωρισμούς –οποιουδήποτε είδους– είμαστε προσκολλημένοι σε ορισμένες κυρίαρχες σκέψεις: κάθαρση, απελευθέρωση, εξορκισμός, η ιδέα ότι πρέπει υποτίθεται να βγάλουμε τις αναμνήσεις από μέσα μας, να ελευθερωθούμε από τη λαβή τους. Αλλά αυτό το μουσείο καταφέρνει να αλλάξει τη στερεοτυπική άποψη και αναγνωρίζει τη σχέση μας με το παρελθόν – πόνος, ρήξεις και προδοσίες.
Τα πειστήρια περασμένων σχέσεων
Ρώτησα, λοιπόν, γνωστούς μου τι θα έβαζαν σε αυτό το μουσείο. «Ένα παιδικό βιβλίο: Θα σ’ αγαπώ όπως και να είσαι». «Έναν χάρτη της Ρώμης». «Ένα κοχύλι». «Ένα εισιτήριο του μετρό». Και άλλα πολλά. Τα αντικείμενα που ανέφεραν ήταν όλα σε μελαγχολικούς παρελθοντικούς χρόνους. Αντικείμενα μιας εποχής που ονειρευόμασταν το ίδιο όνειρο. Ήταν λείψανα από εκείνα τα όνειρα, όπως τα εκθέματα του μουσείου ήταν λείψανα από τα όνειρα αγνώστων. Δεν είναι απίστευτο; Πώς κάτι δεν φεύγει ποτέ αληθινά από τη ζωή μας, αλλά πάντα αφήνει κάτι μικρό πίσω του.
Η περιήγηση στο μουσείο έμοιαζε με συνεργασία: Άγνωστοι ήθελαν να γίνεις μάρτυρας της ζωής τους, μάρτυρας μιας αγάπης που ακόμα υπάρχει κάπου στον χρόνο. Ένιωσα περίεργα καθώς έβλεπα τα εκθέματα, σαν η προσοχή μου να πρόσφερε κάτι στους ξένους που είχαν δωρίσει αυτά τα αντικείμενα: ότι η ματαιωμένη αγάπη τους άξιζε προσοχή, ότι δεν πέθανε. Υπήρχε μια βαθιά δημοκρατική ατμόσφαιρα στο μέρος. Η ιστορία οποιουδήποτε αξίζει να ειπωθεί και αξίζει να ακουστεί. Για να μνημονεύσουμε τον Roland Barthes, «Κάθε πάθος, τελικά, έχει τον θεατή του… (δεν υπάρχει) ερωτική προσφορά χωρίς ένα τελευταίο θέατρο».
Το μουσείο χωρισμών ξεκίνησε με μια διάλυση. Το 2003, αφού η Olinka Vištica και ο Dražen Grubišić έληξαν τη σχέση τους, βρέθηκαν στη μέση μιας σειράς δύσκολων συζητήσεων σχετικά με το πώς να μοιράσουν τα υπάρχοντά τους. Όπως το έθεσε η Olinka: «Το αίσθημα της απώλειας… αντιπροσώπευε το μόνο πράγμα που μας έμεινε να μοιραστούμε». Πάνω από το τραπέζι της κουζίνας ένα βράδυ, φαντάστηκαν μια έκθεση με υπολείμματα από χωρισμούς σαν τα δικά τους. Όταν τελικά δημιούργησαν αυτή την έκθεση, τρία χρόνια αργότερα, το πρώτο της αντικείμενο ήταν ένα που σώθηκε από το σπίτι τους. Από έναν χωρισμό, δημιουργήθηκε ένας χώρος που, αντίθετα με το όνομα του, δεν χωρίζει, μα ενώνει.
Τα αντικείμενα του μουσείου μάς βοηθούν να καταλάβουμε ότι ένας χωρισμός είναι ισχυρός επειδή διαποτίζει την κοινοτοπία της καθημερινής ζωής, όπως έκανε και η ίδια η σχέση. Μόλις φύγει η αγάπη γίνεται ένα φάντασμα που κατακλύζει την καθημερινή ζωή – εξίσου δυνατά στην απουσία όσο και στην παρουσία της. Τα φορέματα που φορούσες, το κραγιόν που έβαζες στα χείλη σου, τα βιβλία που αγοράσατε αλλά δεν διαβάσατε ποτέ, οι μπάντες που προσποιηθήκατε ότι σας αρέσουν – μπορεί να αισθάνονται σαν σπασμένα δεσμά, αλλά μερικές φορές είναι πανέμορφο ούτως ή άλλως.
Το δικό μου «έκθεμα»
Μεγάλωσα πιστεύοντας ότι οι σχέσεις πιθανότατα τελειώνουν κάποια στιγμή, αλλά και με την ακλόνητη πεποίθηση ότι ακόμη και μετά το τέλος μιας σχέσης, αυτή η σχέση παραμένει μέρος του εαυτού σου, κι αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό. Μεγάλωσα με την αίσθηση ότι μια διαλυμένη σχέση ισοδυναμεί με κάτι περισσότερο από το τέλος της – επειδή όλα όσα συνέβησαν πριν τελειώσει δεν ακυρώνονταν από το γεγονός ότι τελείωσε. Γιατί αυτές οι αναμνήσεις, οι ιδιαίτερες χαρές και οι προστριβές, δεν έχουν εξαφανιστεί.
Αν έπρεπε, λοιπόν, κι εγώ να βάλω κάτι σε αυτό το μουσείο, θα έβαζα ένα πράσινο αρκουδάκι που δεν είναι πια μαζί μου. Ήταν δίπλα μου 18 χρόνια, ως ένα αναμνηστικό από αυτά τα 18 χρόνια που πέρασα σε έναν κύκλο αρχών και τελειωμάτων, το καθένα μια ευκαιρία για αυτοανακάλυψη και επανεφεύρεση. Κρατώ μέσα μου αυτό το λούτρινο αρκουδάκι γιατί θέλω κάποια υπενθύμιση ενός εαυτού που ένιωθε ηφαιστειογενής και ασταθής. Και επειδή θέλω να κρατήσω κάποια απόδειξη για όλες τις αβίωτες ζωές, αυτές που θα μπορούσα να είχα ζήσει, αλλά ζω τη δικιά μου.