ΠΟΤΕ ΑΝΑΠΑΡΑΓΟΥΜΕ ΠΙΟ ΠΡΟΘΥΜΑ ΕΝΑ ΨΕΜΑ;
Οι άνθρωποι θα ήταν πρόθυμοι να συγχωρήσουν αλλά και να διαδώσουν μικρά ψέματα που πιστεύουν ότι μπορεί να γίνουν πραγματικότητα στο μέλλον.
Οι περισσότεροι από εμάς θεωρούμε το «ψεύδειν» μεγάλο ελάττωμα, κι ας έχουμε πει κατά καιρούς μικρότερα ή μεγαλύτερα ψέματα. Προτιμάμε, θεωρητικά τουλάχιστον, να ακούμε την πικρή αλήθεια, κι ας έχουμε σκεφτεί κάμποσες φορές ότι η άγνοια είναι χρυσός. Γενικά, στέλνουμε το ψέμα στο πυρ το εξώτερον, μέχρι να μας φανεί χρήσιμο ή να αποδειχθεί βολικό.
Μάλιστα, σύμφωνα με έρευνα της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας που δημοσιεύτηκε στο Journal of Personality and Social Psychology, οι άνθρωποι μπορεί να είμαστε πρόθυμοι να συγχωρήσουμε δηλώσεις που γνωρίζουμε ότι είναι ψευδείς, μπορεί ακόμη και να τις διαδώσουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αρκεί να θεωρούμε ότι στο μέλλον ενδέχεται να γίνουν πραγματικότητα.
Η ουσία του ψέματος
Σύμφωνα με τους ερευνητές, οι άνθρωποι που πιστεύουν πώς ένα ψέμα μπορεί κάποια στιγμή στο μέλλον να γίνει αλήθεια θεωρούν ότι είναι λιγότερο ανήθικο να το διαδώσουν. Το παραπάνω ισχύει είτε πρόκειται για την αμφιλεγόμενη δήλωση ενός πολιτικού, είτε για την «τραβηγμένη από τα μαλλιά» διαφήμιση μιας επιχείρησης είτε για τις δεξιότητες ένος υποψηφίου που έχει «παραφουσκώσει» το βιογραφικό του. Πώς καταλήγει κάποιος στην απόφαση να μην αποκαλύψει ένα ψέμα; Αξιολογεί «την ουσία» του ψέματος ως πιο σημαντική και εν δυνάμει πραγματική, απαντούν.
«Η παραπληροφόρηση είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα που διαβρώνει την εμπιστοσύνη στις επιχειρήσεις και την πολιτική. Εν μέρει συνεχίζει να υφίσταται επειδή μερικές φορές οι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να τη δικαιολογήσουν», αναφέρει η επικεφαλής συγγραφέας Beth Anne Helgason, από το London Business School.
Τι μελέτησαν οι ερευνητές
Αφετηρία για τη μελέτη στάθηκε μια σειρά από περιστατικά στα οποία πολιτικοί και επιχειρηματίες είχαν καταφύγει σε ψευδείς ισχυρισμούς που θα μπορούσαν μελλοντικά να ισχύσουν, προκειμένου να δικαιολογήσουν στο παρόν επιβεβαιωμένα ψεύδη.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν 6 πειράματα στα οποία συμμετείχαν περισσότερα από 3.600 άτομα, προκειμένου να εξετάσουν γιατί οι άνθρωποι μπορεί να αποδεχτούν την παραπληροφόρηση.
Σε ένα από αυτά, 599 συμμετέχοντες είδαν έξι ψευδείς πολιτικές δηλώσεις, σχεδιασμένες να απευθύνονται είτε σε συντηρητικούς είτε σε φιλελεύθερους ψηφοφόρους. Ανάμεσα σε αυτές υπήρχε για παράδειγμα η δήλωση: «Ο μέσος διευθύνων σύμβουλος κερδίζει 500 φορές περισσότερα χρήματα από τον μέσο εργαζόμενο». Στη συνέχεια, οι συμμετέχοντες ενημερώθηκαν πώς στην πραγματικότητα ο μέσος διευθύνων σύμβουλος βγάζει 265 φορές περισσότερα χρήματα από τον μέσο Αμερικανό εργαζόμενο, και τους ζητήθηκε να συμπληρώσουν τη φράση «ο μέσος CEO θα κερδίζει σύντομα 500 φορές περισσότερα χρήματα από τον μέσο εργάτη, αν…».
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι συμμετέχοντες που θεώρησαν ότι οι ψευδείς δηλώσεις θα μπορούσαν να γίνουν πραγματικότητα ήταν λιγότερο πιθανό να χαρακτηρίσουν την παραπάνω ψευδή δήλωση ως ανήθικη ή, με άλλα λόγια, τη θεωρούσαν πιο δικαιολογημένη. Γιατί; Γιατί θεωρούσαν ότι το ευρύτερο νόημά της ήταν αληθινό.
Η επίδραση στην πολιτική αρένα
«Τα ευρήματά μας είναι ανησυχητικά. Ούτε η προτροπή προς τους συμμετέχοντες να λάβουν σοβαρά υπόψη τους την ηθική διάσταση των δηλώσεων ήταν αρκετή, προκειμένου να περιοριστεί η επίδραση της πεποίθησης ότι η ψευδής δήλωση θα μπορούσε στο μέλλον να γίνει πραγματικότητα», τόνισε ο δεύτερος συγγραφέας της μελέτης, Daniel Effron.
Οι συμμετέχοντες, δε, ήταν ακόμα πιο πιθανό να δικαιολογήσουν την παραπληροφόρηση και να δημοσιοποιήσουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ψευδείς πληροφορίες που ίσως γίνονταν αλήθεια, εάν αυτές ευθυγραμμιζόταν με τις πολιτικές τους απόψεις. Ορίστε ένας ακόμα λόγος για να κάνετε κι εσείς λίγο digital detox.