ΔΥΟ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
Οι «νοικοκυραίοι» στην Πάτρα, ο Μπάτμαν, ένα βιβλίο και πολλές σκέψεις για τα παιδιά.
Πιστεύουμε ότι τα παιδιά είναι προσαρμοστικά. Σε ένα δύσκολο σχολικό περιβάλλον, σε μια κακοποιητική οικογένεια, σε έναν πόλεμο. Και, ναι, είναι. Παίζουν με ένα χαλίκι στο καταφύγιο που έτρεξαν όταν άκουσαν τη σειρήνα να ηχεί, κρύβονται κάτω από το τραπέζι φορώντας την μπέρτα του Μπάτμαν όταν τα πράγματα έχουν ξεφύγει από τον έλεγχο στο σπίτι.
Τις τελευταίες μέρες τα σκέφτομαι διαρκώς. Νιώθω ότι έχουμε ρίξει πάνω τους πολλά, πάρα πολλά πράγματα, που δεν τους αναλογούν. Για κάποια από αυτά τα πράγματα δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα, είναι πάνω από τις δυνάμεις μας. Ζουν κι αυτά –όπως όλοι μας– την πανδημία. Έχασαν τους φίλους τους, απομακρύνθηκαν από παππούδες και γιαγιάδες, έβγαλαν ολόκληρα 24ωρα μέσα στους 4 τοίχους. Ξέρουμε όλοι για τι μιλάω.
Υπάρχουν, όμως, κι όλα αυτά στα οποία τα εκθέτουμε ξεχνώντας ότι είναι παιδιά. Από το απλό, απλούστατο παράδειγμα των ανοιχτών τηλεοράσεων που παίζουν σε σαλόνια στο background (όχι, τίποτα δεν είναι background για εκείνα, τα παιδιά ακούνε, βλέπουν, νιώθουν και φαντάζονται). Μέχρι το αδιανόητο –τουλάχιστον για το δικό μου φτωχό μυαλό– των «νοικοκυραίων» που μαζεύτηκαν έξω από το σπίτι της συλληφθείσας Ρούλας Πισπιρίγκου στην Πάτρα, φωνάζοντας για θανάτους και κρεμάλες, έχοντας μαζί στο πάρτι λιντσαρίσματος (και στις selfies) τα παιδιά τους…
Για να τα καταλάβουμε όλα αυτά (και ακόμα περισσότερα), χρειάζεται να καταλάβουμε τι θα πει «παιδί». Θυμήθηκα ότι κάθε χρόνο στις 2 Απριλίου γιορτάζουμε την Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου. Έτρεξα στη βιβλιοθήκη αναζητώντας ένα από τα πιο αγαπημένα μου «παιδικά» βιβλία (το «παιδικά» σε εισαγωγικά, γιατί το συγκεκριμένο βιβλίο απευθύνεται και πρέπει να διαβαστεί και από ενήλικες). H φανταστική εικονογράφος Beatrice Alemagna γράφει και εικονογραφεί το «Τι θα πει “παιδί”;» από τις εκδόσεις Κόκκινο.
Θυμήθηκα τις αμέτρητες φορές που το διαβάσαμε αγκαλιά με τα παιδιά στο κρεβάτι, με αναμμένο ένα φωτάκι. Λίγο πριν γυρίσουν στο πλάι, βάλουν ενωμένες τις παλάμες τους κάτω από το αυτί και κλείσουν τα μάτια τους. Κάθε –μα κάθε φορά– δάκρυζα (πρέπει να είχα γίνει γραφική). Για όλα όσα είναι ένα παιδί, για όλα όσα μπορεί να γίνει, για το παιδί που ήμουν εγώ κάποτε, για το παιδί που παραμένω. Για κάποιο από τα παραπάνω ή για όλα μαζί. Αν βρεις αυτό το βιβλίο (αυτή τη στιγμή είναι εξαντλημένο από τον εκδότη), διάβασέ το, είμαι σίγουρη ότι κάπου εκεί μέσα θα αναγνωρίσεις τον εαυτό σου.
«Στα παιδιά αρέσουν παράξενα πράγματα: να φοράνε γυαλιστερά παπούτσια, να τρώνε μαλλί της γριάς για πρωινό, να ακούνε κάθε βράδυ το ίδιο παραμύθι».
«Όμως και οι μεγάλοι έχουν παράξενες ιδέες. Κάνουν μπάνιο κάθε μέρα, τρώνε τις πατάτες βραστές και όχι τηγανητές, κοιμούνται χωρίς τον κίτρινο σκύλο τους. “Πώς είναι δυνατόν;” αναρωτιούνται τα παιδιά…»
«Τα παιδιά κλαίνε γιατί ένα βότσαλο πέφτει στο νερό, γιατί το σαμπουάν τσούζει τα μάτια τους, γιατί νυστάζουν, γιατί είναι σκοτεινά. Κλαίνε δυνατά για να τ’ ακούσουν όλοι. Για να τα παρηγορήσεις, χρειάζονται ένα τρυφερό βλέμμα. Και ένα φωτάκι δίπλα στο κρεβάτι τους».
«Στους μεγάλους, αντίθετα, αρέσει να κοιμούνται στα σκοτεινά. Δεν κλαίνε σχεδόν ποτέ, ακόμα και όταν το σαμπουάν μπαίνει στη μύτη τους, αλλά και όταν καμιά φορά συμβεί να κλάψουν, κλαίνε σιγανά. Τόσο σιγανά που τα παιδιά δεν τους παίρνουν καν είδηση. Ή κάνουν πως δεν κατάλαβαν τίποτα».
«Τα παιδιά είναι σαν τα σφουγγάρια. Ρουφάνε τα πάντα: τα νεύρα, τις κακές σκέψεις, τους φόβους των άλλων. Νομίζεις πως ξεχνούν, όμως όλα εμφανίζονται πάλι μέσα στη σχολική τσάντα, κάτω από τα σκεπάσματα ή ακόμα μπροστά σε ένα βιβλίο. Τα παιδιά θέλουν να προσέχεις τι λένε με τα μάτια ορθάνοιχτα».
«Ένα παιδί είναι ένας μικρός άνθρωπος. Τώρα, για να αποκοιμηθεί, έχει ανάγκη από ένα τρυφερό βλέμμα. Και ένα φωτάκι δίπλα στο κρεβάτι του».