ΟΙ ΒΙΝΤΕΟΣΥΣΚΕΨΕΙΣ «ΚΑΙΝΕ» ΤΟΝ ΕΓΚΕΦΑΛΟ
Αν έχεις νιώσει ότι οι βιντεοσυσκέψεις μέσω Zoom –ή όποιας άλλης σχετικής πλατφόρμας– «καίνε» τον εγκέφαλό σου, δεν έχεις άδικο. Υπάρχουν βάσιμες αιτίες ανησυχίας αλλά και τρόποι για να προφυλαχθείς.
Όταν μπήκαμε στο πρώτο lockdown λόγω Covid-19, αγνοούσα την ύπαρξη του Zoom. Την έμαθα στα «ταχύρρυθμα μαθήματα πανδημίας», τότε που ψάχναμε τρόπους να συνεχίσουμε να ζούμε, μέχρι να επιστρέψουμε –σύντομα, νομίζαμε– στην κανονικότητά μας. Άρχισα να χρησιμοποιώ το Zoom σποραδικά, στο πλαίσιο της δουλειάς. Και, πριν το καταλάβω, έγινε πολύτιμο εργαλείο για να συμμετέχω σε βιντεοσυσκέψεις, να παρακολουθώ συνεντεύξεις Τύπου, να δίνω το «παρών» σε reunion, να πίνω ένα βραδινό ποτήρι κρασί με την παρέα, ακόμα και να εύχομαι «Χριστός Ανέστη» διαδικτυακά, εκείνο το αλλόκοτο πρώτο Πάσχα.
Δύο χρόνια και ποιος-θυμάται-πόσα-κύματα-πανδημίας μετά, οι βιντεοσυσκέψεις παραμένουν για πολλούς καθημερινή ρουτίνα. Όταν δεν είναι Zoom, είναι Google Meetup, ή Messenger, ή ό,τι σχετικό βολεύει κατά περίσταση. Κάθε πλατφόρμα μπορεί να έχει διαφορές σε χαρακτηριστικά από μια άλλη, αλλά υπάρχει κάτι κοινό: Όλες έχουν επιβάλει έναν νέο τρόπο αλληλεπίδρασης με τους γύρω μας, ο οποίος όχι μόνο πολλαπλασιάζει τον χρόνο που περνάμε μπροστά στις οθόνες, αλλά επίσης επιδρά στο μυαλό μας. Τα μάτια μας, προφανώς, είναι τα πρώτα «θύματα». Ωστόσο, το «κάψιμο» που καταλήγουμε να νιώθουμε δεν έχει να κάνει μόνο με το βλέμμα.
Οι βιντεοσυσκέψεις δεν είναι κανονικές συναντήσεις
Ένας πολύ μεγάλος όγκος ομαδικών βιντεοκλήσεων πραγματοποιείται για επαγγελματικούς λόγους. Συχνά δεν είναι στο χέρι μας να καθορίσουμε ούτε σε πόσες θα συμμετάσχουμε καθημερινά ούτε πόσο θα διαρκέσουν. Αν μιλάμε για μια virtual φιλική συγκέντρωση, ίσως μπορούμε να την αναβάλουμε για μια πιο βολική στιγμή, αν νιώσουμε κουρασμένοι, ή να βρεθούμε από κοντά, αν τα μέτρα για τον κορονοϊό το επιτρέπουν. Δεν συμβαίνει το ίδιο με τηλε-ραντεβού και με συσκέψεις τις οποίες είμαστε υποχρεωμένοι να παρακολουθήσουμε.
Ο Dr. Aaron Balick, ψυχοθεραπευτής και συγγραφέας του βιβλίου «The Psychodynamics of Social Networking», έχει πει πως ένα βασικό λάθος που έκαναν οι εταιρείες στην αρχή της πανδημίας, όταν κλήθηκαν να διαμορφώσουν τους κανόνες τηλεργασίας, ήταν ότι θεώρησαν πως οι βιντεοκλήσεις ήταν το ισοδύναμο των κανονικών συναντήσεων. Όπως έχει αναφέρει χαρακτηριστικά, οι βιντεοκλήσεις «απαιτούν διαφορετικούς διανοητικούς μυς» και πρέπει να αντιμετωπίζονται ως κάτι «λειτουργικά διαφορετικό».
Ως εκ τούτου, θα έπρεπε να λαμβάνεται υπόψη το πρόσθετο νοητικό φορτίο που επιβάλλουν στον χρήστη, για να μη φτάσουμε να μιλάμε για «Zoom fatigue», δηλαδή για κόπωση από τη χρήση της πλατφόρμας.
Τα 4 αρνητικά του «Zooming»
Σε επιστημονικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση Technology, Mind, and Behavior (TMB) της Αμερικανικής Ψυχολογικής Ένωσης, ο Jeremy Bailenson, καθηγητής επικοινωνίας και επικεφαλής του Virtual Human Interaction Lab του Πανεπιστημίου Stanford, εστιάζει σε τέσσερις βασικές αιτίες που προκαλούν «Zoom fatigue».
«Σε αντίθεση με το να μιλάω γενικά για βιντεοκλήσεις, εστιάζω συγκεκριμένα στο Zoom», διευκρινίζει ο ίδιος. «Δεν το κάνω για να δυσφημίσω την εταιρεία – χρησιμοποιώ συχνά το Zoom και είμαι ευγνώμων για το προϊόν που βοήθησε την ερευνητική μου ομάδα να παραμείνει παραγωγική και που επέτρεψε σε φίλους και οικογένειες να παραμείνουν σε επαφή. Δεδομένου, όμως, ότι σε μεγάλο βαθμό έχει κυριαρχήσει ως μέσο σε ακαδημαϊκό επίπεδο, που σημαίνει ότι οι αναγνώστες αυτού του άρθρου είναι μάλλον εξοικειωμένοι με τις δυνατότητές του, φαίνεται λογικό να εστιάσω στο Zoom, το οποίο από 10 εκατομμύρια χρήστες τον Δεκέμβριο του 2019 εκτοξεύτηκε σε περισσότερα από 300 εκατομμύρια χρήστες πέντε μήνες αργότερα».
Όπως επισημαίνει, οι ερμηνείες που δίνει είναι κατά βάση θεωρητικές, αφού ακόμη δεν υπάρχουν μελέτες εστιασμένες στις διανοητικές και ψυχολογικές συνέπειες των πολύωρων βιντεοκλήσεων. Από την άλλη, δεν είναι δύσκολο να καταλάβεις ότι οι λόγοι ανησυχίας που αναφέρει είναι βάσιμοι.
1. Κοιτάζουμε τους άλλους κατάματα για πολλή ώρα και από μικρή απόσταση
Στη φυσική επαφή, υπάρχουν άρρητοι, κοινά αποδεκτοί κανόνες για το πόσο κοντά επιτρέπεται να πλησιάζουμε άλλα άτομα. Μόνο στις πολύ προσωπικές μας σχέσεις επιτρέπουμε στον άλλο να έρχεται πολύ κοντά μας και έχουμε έντονη οπτική επαφή μαζί του. Αν κάποια στιγμή οι συνθήκες επιβάλουν να πλησιάσουμε κοντά σε άτομα με τα οποία δεν έχουμε στενή σχέση, όπως συμβαίνει π.χ. στο ασανσέρ, για να το εξισορροπήσουμε αποστρέφουμε το βλέμμα μας από αυτά και κοιτάμε την πόρτα ή κάτω.
Στις συσκέψεις που συμμετέχουμε με φυσική παρουσία, ποτέ δεν έχουμε διαρκή οπτική επαφή με τον εκάστοτε ομιλητή. Μπορεί να αφήσουμε το βλέμμα μας να κοιτάξει αλλού, στις σημειώσεις μας, σε μια προβολή, οπουδήποτε. Αντίθετα, σε μια σύσκεψη μέσω βίντεο έχουμε συνήθως το βλέμμα μας στραμμένο σε όλα τα άτομα που συμμετέχουν, καθώς τα πρόσωπά τους εμφανίζονται στην κατακερματισμένη οθόνη. Η εικόνα φέρνει το είδωλό τους πολύ κοντά μας, ενώ παρακολουθούμε ταυτόχρονα όχι ένα αλλά πολλά ζευγάρια μάτια. Σαν να είμαστε στριμωγμένοι στο μετρό και να μας καρφώνουν όλοι κατάματα.
Επίσης, οι διαστάσεις των προσώπων όπως τα βλέπουμε στην οθόνη είναι κάτι αφύσικο για τον εγκέφαλό μας.
«Εκείνο που συμβαίνει ως αποτέλεσμα όταν χρησιμοποιείς το Zoom για πολλές, πολλές ώρες, είναι ότι βρίσκεσαι σε κατάσταση υπερδιέγερσης», καταλήγει ο κ. Bailenson.
Η λύση:
Ο κ. Bailenson προτείνει γενικά να μην έχουμε το παράθυρο του Zoom σε πλήρη οθόνη και να το μικραίνουμε όσο το δυνατόν. Αν χρησιμοποιούμε laptop, ένα εξωτερικό πληκτρολόγιο θα μας επιτρέψει να απομακρύνουμε την οθόνη όσο χρειάζεται. Έτσι, κρατάμε κάπως τις αναλογίες των αποστάσεων και φέρνουμε τα πρόσωπα των άλλων σε πιο «διαχειρίσιμο» μέγεθος.
2. Προσπαθούμε περισσότερο να πάρουμε το μήνυμα
Ένα μεγάλο μέρος της διά ζώσης επικοινωνίας μας με τους άλλους είναι μη λεκτικό. Αρκεί ένα βλέμμα ή μια ανεπαίσθητη χειρονομία για να στείλουμε κάποιο μήνυμα. Υπάρχουν ακόμα και πληροφορίες που καταγράφουμε ασυνείδητα και επηρεάζουν όσα αντιλαμβανόμαστε.
Μέσω βίντεο, πολλά από αυτά χάνονται, ορισμένες χειρονομίες αποκτούν άλλη σημασία ή βαρύτητα, και χρειάζεται μεγαλύτερη προσπάθεια τόσο για να περάσουμε στον άλλο ένα μήνυμα, όσο και για να αντιληφθούμε τα μηνύματα που εκπέμπουν οι άλλοι προς εμάς. Έτσι, το μυαλό καταβάλλει υπερπροσπάθεια να παρακολουθήσει και να ερμηνεύσει σωστά τα πάντα – κάτι που γίνεται χειρότερο όταν ο συγχρονισμός ήχου και εικόνας δεν είναι τέλειος.
Η λύση:
Προσπαθούμε να αφήνουμε κενά ανάμεσα σε διαδοχικές βιντεοσυσκέψεις, ή να εναλλάσσουμε βιντεοσυσκέψεις και απλά τηλεφωνήματα. «Δεν αρκεί να κλείσεις απλώς τη δική σου κάμερα, για να κάνεις ένα διάλειμμα από το να είσαι σε εγρήγορση σε μη λεκτικό επίπεδο», λέει ο κ. Bailenson. «Πρέπει επίσης να στρέφεις το σώμα σου σε διαφορετική κατεύθυνση από εκείνη της οθόνης, ώστε για κάποια λεπτά να μην κατακλύζεσαι από χειρονομίες τις οποίες αντιλαμβάνεσαι ως ρεαλιστικές ενώ κοινωνικά δεν σημαίνουν τίποτα».
3. Παρακολουθούμε συνεχώς τον εαυτό μας
Το να βλέπουμε στην οθόνη και τον εαυτό μας όταν κάνουμε μια βιντεοκλήση είναι στρεσογόνο. «Στον έξω κόσμο, αν κάποιος σε ακολουθούσε όλη την ώρα με έναν καθρέφτη, έτσι ώστε να βλέπεις συνεχώς την αντανάκλασή σου ενώ μιλάς στους άλλους, ενώ παίρνεις αποφάσεις, ενώ δίνεις ή παίρνεις feedback, θα ήταν σκέτη τρέλα», λέει ο κ. Bailenson. «Κανένας δεν θα μπορούσε να το διανοηθεί».
Βέβαια, αναγνωρίζει ότι υπάρχει δυνατότητα να κρύψεις το δικό σου «παραθυράκι» και να βλέπεις μόνο τους άλλους, ωστόσο αυτό δεν γίνεται σε όλες τις πλατφόρμες εξ ορισμού, πρέπει να το επιλέξεις.
Η λύση:
Αν θέλουμε να βεβαιωθούμε για το πώς φαινόμαστε στις οθόνες των άλλων, μπορούμε να τσεκάρουμε την εικόνα μας στην αρχή μιας βιντεοσύσκεψης και στη συνέχεια να την απενεργοποιήσουμε, επιλέγοντας να βλέπουμε μόνο τους άλλους.
4. Έχουμε ελάχιστα περιθώρια κίνησης
Όταν μιλάς στο τηλέφωνο, μπορείς παράλληλα ακόμα και να περπατάς χωρίς να διαταραχθεί η ροή μιας κουβέντας. Όταν μιλάς στον ίδιο χώρο με τον άλλο, μπορείς να σταθείς όρθιος, να αλλάξεις θέση, να κινηθείς. Αν είστε καθισμένοι γύρω από ένα τραπέζι συσκέψεων, τα πράγματα είναι πιο περιορισμένα, αλλά και πάλι υπάρχουν κάποια περιθώρια. Αντίθετα, όταν είσαι κολλημένος μπροστά σε μια οθόνη και κοιτάζεις ευθεία την κάμερα, προσπαθείς σχεδόν να μένεις ακίνητος, για να είσαι πάντα εντός πλαισίου. Κι εδώ η λέξη κλειδί είναι μία: αφύσικο.
Η λύση:
Μια εξωτερική κάμερα, που μπορεί να τοποθετηθεί σε μεγαλύτερη απόσταση, αφήνει μεγαλύτερο πεδίο ελεύθερο για να έχεις μια πιο φυσική στάση. Επίσης, οι συμμετέχοντες μπορούν να συμφωνήσουν ότι είναι αποδεκτό να απενεργοποιήσει κάποιος την κάμερα του για ένα διάστημα. Ή μπορούν απλώς να επικοινωνήσουν τηλεφωνικά!