ΤΟ ΠΙΟ «ΑΝΟΙΧΤΟ» ΕΞΟΧΙΚΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙΣ ΔΕΙ ΠΟΤΕ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ
Πώς θα σου φαινόταν ένα εξοχικό σπίτι με παράθυρα που δεν έχουν τζάμια; Ο αρχιτέκτονας Piers Taylor το εμπνεύστηκε και το έκανε πραγματικότητα στην Κέρκυρα, για να απολαμβάνει με την οικογένειά του ό,τι θεωρεί πραγματική πολυτέλεια.
Με το που είδα φωτογραφίες από αυτό το σπίτι, κάτι μίλησε μέσα μου. Μολονότι δεν έχω πάει ποτέ εκεί που βρίσκεται, κοντά στο χωριό Πεντάτι στη νοτιοδυτική Κέρκυρα, το τοπίο μου φάνηκε απόλυτα οικείο. Βλέπετε, κατάγομαι από ένα χωριό στη βορειοανατολική πλευρά του νησιού, με ανάλογη μορφολογία και βλάστηση, κι έχω περάσει πολλά καλοκαίρια της ζωής μου εκεί, όπου παρόμοιες ελιές καλύπτουν τις πλαγιές και φτάνουν μέχρι τη θάλασσα.
Κάτι άλλο που μου τράβηξε την προσοχή ήταν η επιλογή του υλικού από το οποίο έχει χτιστεί το συγκεκριμένο εξοχικό: γυμνό μπετόν. Γνωρίζοντας τι σημαίνει υγρασία στην Κέρκυρα, πώς διαπερνάει σοβάδες και εισχωρεί στους τοίχους για να τους διαβρώσει κάθε χρόνο ανελέητα, είχα σκεφτεί κάποια στιγμή πως το μπετόν ίσως σε γλίτωνε από πολλές έγνοιες.
Μου το επιβεβαιώνει ο αρχιτέκτονας Piers Taylor, ιδρυτής του γραφείου Invisible Studio. Αυτό το «Σπίτι στον ελαιώνα», όπως το έχει ονομάσει, το σχεδίασε για τον ίδιο και την οικογένειά του – με τη σύζυγό του έχουν τέσσερα παιδιά, ένα από τα οποία έχει ήδη τη δική του οικογένεια.
Μέσω Zoom, μου επισημαίνει κάτι ακόμα που δεν είχα συνειδητοποιήσει: ότι το φυσικό χρώμα του μπετόν μοιάζει με εκείνο της πέτρας με την οποία έχτιζαν στην Κέρκυρα οι παλιοί – πράγματι, το μικρό πέτρινο πατρικό του πατέρα μου, που πρέπει να μετράει έναν αιώνα ζωής, είναι από γκρίζα πέτρα.
Στην «άγρια φύση» της Κέρκυρας
Βλέποντας περισσότερες φωτογραφίες, κατόψεις και βίντεο που μου έστειλε ο Piers από το σπίτι, διαπίστωσα ότι είναι το πιο ανοιχτό εξοχικό που έχω δει. Ανοιχτό όχι μόνο μεταφορικά, αλλά κυριολεκτικά: τα ανοίγματα ολόγυρα –που είναι σαν μεγάλες μπαλκονόπορτες– δεν κλείνουν με συμβατικά κουφώματα και γυαλί, αλλά μόνο με συρόμενα μεταλλικά πλέγματα που ασφαλίζουν με λουκέτα, ενώ διαθέτουν σήτες για τα κουνούπια και κουρτίνες από χοντρό διάφανο πλαστικό!
Οι ωφέλιμοι χώροι του σπιτιού καλύπτουν 280 τ.μ. και δημιουργήθηκαν για να μπορούν να φιλοξενήσουν όχι μόνο την εξαμελή οικογένεια του Piers, αλλά και τις οικογένειες και τους φίλους των παιδιών του. Στο χαμηλότερο επίπεδο υπάρχει μια κρεβατοκάμαρα, στο μεσαίο τρεις ακόμη κρεβατοκάμαρες και δύο μπάνια, ενώ το τρίτο επίπεδο είναι οι κοινόχρηστοι χώροι με την κουζίνα, που δεν περικλείονται από τοίχους, απλώς καλύπτονται από μια μεταλλική οροφή σαν υπόστεγο!
«Θέλαμε ένα καλοκαιρινό σπίτι πολύ ευέλικτο και ανεπιτήδευτο», εξηγεί ο Piers, που έχει τη βάση του στο Μπαθ της Αγγλίας. «Για μας, η μεγαλύτερη πολυτέλεια είναι να βρισκόμαστε στην ύπαιθρο, να βλέπουμε την ανατολή του ήλιου και το ηλιοβασίλεμα, να νιώθουμε το αεράκι, να ακούμε τα πουλιά και τα τζιτζίκια, να είμαστε σε επαφή με τη φύση».
Το πρώτο «test drive» του πρωτότυπου αυτού εξοχικού έγινε φέτος το καλοκαίρι, με 12 φιλοξενούμενους που πέρασαν υπέροχα. «Μερικοί το βρίσκουν τρελό, αλλά για εμάς η μεγαλύτερη πολυτέλεια είναι να μην έχουμε τζάμια», λέει ο Piers. «Θέλαμε κάτι που σχεδόν να θυμίζει κάμπινγκ».
Πώς αντέχετε χωρίς air condition;
Τον Μάιο που πήγα εγώ στην Κέρκυρα, οι θερμοκρασίες ήταν ήδη τόσο ανεβασμένες, που πολλοί ντόπιοι παραπονιούνταν ότι δεν θα μπορούσαν να βγάλουν το καλοκαίρι χωρίς κλιματιστικά. Πώς την πάλεψαν ο Piers και η παρέα του με τους φετινούς καύσωνες;
«Τη μέρα που φτάσαμε στην Κέρκυρα το καλοκαίρι είχε 41 βαθμούς Κελσίου, αλλά το σπίτι δεν ζεσταίνεται τόσο», μου εξηγεί. «Ο προσανατολισμός του είναι τέτοιος, ώστε το μεγαλύτερο μέρος της μέρας να εκτίθεται στον ήλιο η πιο στενή πλευρά του, ενώ όλοι οι χώροι είναι διαμπερείς. Έτσι, το σπίτι διατηρεί συνεχώς την ατμόσφαιρα της νύχτας, ενώ η μεταλλική οροφή στο πάνω επίπεδο μας εξασφαλίζει σκιά και είναι από υλικό που δεν απορροφά τη ζέστη. Περιβαλλοντικά, αποδίδει εξαιρετικά».
Η επόμενη απορία μου είναι εύλογη: Πώς ασφαλίζει αυτό το σπίτι όταν λείπουν; «Πολύ καλή ερώτηση!» αναγνωρίζει ο Piers. «Όλα τα μεταλλικά πλέγματα στα παράθυρα κλειδώνουν, ενώ στην κουζίνα υπάρχουν ξύλινες κατασκευές που καλύπτουν όταν φεύγουμε τον νεροχύτη και τις ηλεκτρικές συσκευές. Μπορεί όταν δεν είμαστε εκεί να περνάνε στο πάνω επίπεδο κατσίκια, αλλά έτσι το φτιάξαμε. Επίσης, δύο από τις κρεβατοκάμαρες ασφαλίζουν με συμπαγή πάνελ, οπότε φυλάμε εκεί οτιδήποτε χρειάζεται μεγαλύτερη προστασία. Κλείνουμε πριν φύγουμε το σπίτι για τον χειμώνα και δεν μένει τίποτα εκτεθειμένο».
Έχει επίσης προβλέψει για το ενδεχόμενο να κάνει το σπίτι στο μέλλον πιο χειμωνιάτικο: «Υπάρχει δυνατότητα να προσθέσουμε τζάμια στο μέλλον, ενώ σκοπεύω κάποια στιγμή να φτιάξω ένα τζάκι», λέει ο Piers. «Όμως τους μήνες που περνάμε τώρα στην Κέρκυρα, αυτά δεν μας χρειάζονται. Θέλουμε βασικούς εσωτερικούς χώρους και μεγάλους σκιασμένους εξωτερικούς χώρους. Επίσης, να περνάμε τα καλοκαίρια μας χωρίς να χρειάζεται να σκουπίζουμε συνέχεια πατώματα, γι’ αυτό και το σπίτι είναι τόσο απλό και ακατέργαστο. Σχεδιάστηκε για να είναι οικονομικό, με πολύ βασικές υποδομές και μοναδική πολυτέλεια το περιβάλλον».
Ο Piers Taylor και η Κέρκυρα
Η σχέση του Piers Taylor με το νησί μετράει αρκετές δεκαετίες, ενώ η οικογενειακή παράδοση θέλει τον παππού και τη γιαγιά του να έχουν γνωριστεί εκεί, αν και δεν γνωρίζει ακριβώς λεπτομέρειες. Όπως και να ’χει, ο ίδιος πρωτοήρθε στην Κέρκυρα για διακοπές στη δεκαετία του 1970 με τους γονείς του, μετά από ένα καλοκαίρι στη Γαλλία που παραήταν κρύο. Έμειναν την πρώτη φορά στις Μπενίτσες, όταν ήταν ακόμη ένα μικρό ψαροχώρι, όχι τόσο τουριστικό όσο είναι σήμερα.
«Νοικιάσαμε ένα Fiat 500 και πήγαμε στη δυτική ακτή του νησιού, σε μια παραλία που λέγεται Παραμόνας», θυμάται. «Υπήρχε μόνο μια ταβέρνα, χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα, ενώ στη θάλασσα έφτανες από χωματόδρομο. Έκτοτε, πηγαίναμε εκεί κάθε καλοκαίρι για ένα μήνα, μέχρι το τέλος της εφηβείας μου».
Αν και η βάση της οικογένειας ήταν στην Αγγλία, οι γονείς του Piers είναι Αυστραλοί και ο ίδιος πήγε στα 22 του στο Σίδνεϊ για να σπουδάσει αρχιτεκτονική. Εκεί όπως λέει ήρθε σε επαφή με την κουλτούρα των πολύ απλών καλοκαιρινών καταλυμάτων, που ήταν ουσιαστικά σαν σκηνές, από ύφασμα, με ανοίγματα που έκλειναν απλώς με πανιά, χωρίς τζάμια, ώστε να στήνονται με το μικρότερο δυνατό κόστος.
Παντρεμένος πια, ξαναπήγε στην Κέρκυρα το 1996 με τη σύζυγό του και το πρώτο τους παιδί. «Είχαμε νοικιάσει στον Άγιο Στέφανο και θέλησα να δω ξανά τον Παραμόνα, πιστεύοντας ότι θα είχε χαλάσει. Όλα όμως ήταν ίδια κι απαράλλαχτα. Η οικογένεια που είχε την ταβέρνα –και ακόμα την έχει– με γνώρισε και ρωτούσε που χάθηκα τόσα χρόνια. Αποφασίσαμε να αφήσουμε το κατάλυμα στον Άγιο Στέφανο και να μείνουμε τελικά εκεί, ενώ συνεχίσαμε να πηγαίνουμε κάθε χρόνο».
Κάποια στιγμή, αγόρασαν κοντά στο Πεντάτι το κομμάτι γης όπου χτίστηκε το σπίτι τους. «Ήταν πολύ οικονομικό, γιατί απέχει από την παραλία και έχει σχετικά περίεργο σχήμα, τόσο που κανένας δεν φανταζόταν πώς θα μπορούσε να χτιστεί κάτι εκεί», εξηγεί. Ο ίδιος προσέγγισε όπως λέει το θέμα με «υπαρξιακή ανησυχία» για την απώλεια της αρχιτεκτονικής ταυτότητας στο νησί, από τα συμβατικά και απρόσωπα κτίρια που έχουν χτιστεί εκεί τα τελευταία 50 χρόνια.
Χτίζοντας σε έναν κερκυραϊκό ελαιώνα
Ο Piers ξεκίνησε να σχεδιάζει το σπίτι πριν από περίπου οκτώ χρόνια, αλλά η ανοικοδόμηση ξεκίνησε το 2020 –μετά την πρώτη καραντίνα– και ολοκληρώθηκε το καλοκαίρι του 2024.
Τα τζάμια δεν είναι το μόνο που του λείπει. Δεν υπάρχει επίσης περίφραξη ή πύλη στο οικόπεδο, ούτε έχει γίνει κάποια επέμβαση στη φυσική διαμόρφωση του τοπίου. «Το σπίτι είναι πολύ διακριτικό σε σχέση με το τοπίο», τονίζει ο Piers. Από μακριά δεν το διακρίνεις εύκολα, φαίνεται σχεδόν σαν ένας βράχος ανάμεσα στις ελιές».
Η επιλογή του μπετόν ως μοναδικού δομικού υλικού είχε σε πρώτη φάση υψηλότερο κόστος από ένα «συμβατικό» σπίτι με σκελετό από μπετόν και τούβλα, όμως μακροπρόθεσμα, από πλευράς συντήρησης, αυτό αποβαίνει πιο οικονομικό. «Δεν ήθελα να χρειάζεται σοβάτισμα, βαψίματα, γύψινα. Λόγω της βροχής και της υγρασίας, θα χρειαζόταν επισκευές κάθε άνοιξη, κάτι που ήθελα να αποφύγω. Γι’ αυτό επέλεξα να είναι τόσο απλό και ευελπιστώ ότι χρόνο με τον χρόνο θα γίνεται ακόμη καλύτερο. Πιστεύω ότι αυτός ο τρόπος χτισίματος σε μια δεκαετία –ίσως και νωρίτερα– θα στοιχίζει λιγότερο, πάντως και τώρα θεωρώ ότι συμφέρει».
Η «τραχιά» όψη των τοίχων αποτυπώνει επίσης τις επιλογές των οικοδόμων που έκαναν το καλούπωμα. «Ήθελαν να δημιουργήσω ένα κτίριο όπου όλα τα “λάθη” θα είναι εμφανή», λέει ο Piers. «Η οργάνωση που έκαναν καλουπώνοντας οι ντόπιοι που έχτισαν το σπίτι είναι εκκεντρική, αλλά έχει μια λογική και μια γλώσσα βασισμένη στα υλικά που είχαν διαθέσιμα και στην αλληλουχία που ακολουθούν δουλεύοντας».
Το τοπικό στο επίκεντρο
«Δεν ήθελα να είμαστε απλώς αυτοί οι Άγγλοι που εμφανίστηκαν κάπου και έχτισαν οτιδήποτε», τονίζει ο Piers. «Με το Σπίτι στον ελαιώνα είχα όλο και περισσότερο την αίσθηση ότι ήταν μια ευκαιρία να αναπτύξω μια αρχιτεκτονική μέσα από το συνηθισμένο, το καθημερινό και το τοπικό, στοιχεία τα οποία παραβλέπονται όταν επιδιώκεις να χτίσεις μια απόλυτα τυποποιημένη μεσογειακή βίλα με κεραμοσκεπή, λευκό σοβά και δάπεδα από μάρμαρο, σε ένα πλαίσιο όπου το τοπικό διαθέτει μια εξαιρετική μοναδικότητα και πλούτο».
Αυτή είναι γενικά η φιλοσοφία του Invisible Sudio: να υπερβαίνει τις συμβατικές πρακτικές και να προωθεί τις συνεργασίες, την έρευνα και τον πειραματισμό. «Έγραψα μόλις ένα βιβλίο με τίτλο “Learning from the local”», λέει ο Piers Taylor. «Με ενδιαφέρει πραγματικά να καταλάβω πώς στον 21ο αιώνα μπορούμε να χτίζουμε σε διάλογο με τα χαρακτηριστικά του κάθε τόπου, με έναν σύγχρονο τρόπο. Αν αυτό το σπίτι βρισκόταν οπουδήποτε αλλού, θα ήταν διαφορετικό. Το θέμα είναι να καταλαβαίνεις τις πολύ ιδιαίτερες ποιότητες κάθε τόπου και να δημιουργείς αρχιτεκτονική γύρω από αυτές, ασχέτως προϋπολογισμού».