ΤΙ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΙΣΟ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ CARL JUNG
Η ζωή μπορεί να μην αρχίζει στα 40, όμως σύμφωνα με τον Carl Jung τότε είναι που αρχίζουμε να ανακαλύπτουμε σε αυτήν ένα νέο νόημα...
«Δεν μπορείς να ζεις τη δύση της ζωής σύμφωνα με το πρόγραμμα της αυγής της. Γιατί αυτό που ήταν σπουδαίο το πρωί, μικρή σημασία θα έχει το απόγευμα. Και αυτό που το πρωί ήταν αληθινό θα γίνει το απόγευμα ένα ψέμα». – C. G. Jung
Ο κορυφαίος ψυχίατρος Carl Jung ήταν ο πρώτος που έκανε γνωστή τη φράση «τα δύο μισά της ζωής» για να περιγράψει τις δύο κύριες εφαπτόμενες καταστάσεις κάθε ανθρώπινης ύπαρξης.
Το πρώτο μισό της ζωής ξοδεύεται στο να χτίσουμε μια αίσθηση ταυτότητας, αυτοαξίας και ασφάλειας – αυτό που ο Φρόιντ θα αποκαλούσε το Εγώ. Ο Jung δίνει έμφαση στη σημασία και την αξία μιας υγειούς δομής του Εγώ. Όμως, έρχεται κάποτε η στιγμή –συχνά μέσα από την αποτυχία ή μία σημαντική απώλεια– που αναπόφευκτα ανακαλύπτεις ότι ο συνειδητός εαυτός σου δεν είναι τον όλον σου, παρά αυτό που αποδέχεσαι από τον εαυτό σου. Ο πραγματικός σου σκοπός και η ταυτότητά σου βρίσκονται σε ένα πολύ βαθύτερο επίπεδο από τη θετική εικόνα που παρουσιάζεις στον κόσμο.
Στο δεύτερο μισό της ζωής, το οποίο ο ψυχίατρος προσδιορίζει μετά τα 40, το Εγώ παραμένει, αλλά πλέον βρίσκεται στην υπηρεσία του Πραγματικού Εαυτού ή της ψυχής, της εσωτερικής και έμφυτης ταυτότητάς σου. Το Εγώ είναι το δοχείο που έχει τη δύναμη να τα συγκρατεί όλα αυτά μαζί, δίνοντας στη ζωή σου ένα πλεονέκτημα. Κάποιος που μπορεί να δει το Εγώ του με αυτόν τον τρόπο είναι αυτό που λέμε ένας «προσγειωμένος» άνθρωπος.
Αναζητώντας το νόημα της ζωής
Αναφερόμενος στην προσωπική του εμπειρία, ο Jung γράφει το εξής: «Ήταν μόνο μετά την ασθένεια που κατάλαβα πόσο σημαντικό ήταν να επιβεβαιώνει κανείς τη μοίρα του. Με αυτόν τον τρόπο σφυρηλατούμε ένα Εγώ που δεν καταρρέει όταν συμβαίνουν ακατανόητα πράγματα. Ένα Εγώ που αντέχει, που αντέχει την αλήθεια και που είναι ικανό να τα βγάζει πέρα με τον κόσμο και με τη μοίρα. Με τον τρόπο αυτό καταφέρνει κανείς βιώνοντας μια ήττα να βιώνει ταυτόχρονα και μία νίκη».
Στο δεύτερο μισό της ζωής ανακαλύπτουμε ότι δεν επαρκεί πλέον να βρίσκουμε το νόημα στην επιτυχία ή την υγεία. Χρειαζόμαστε μια βαθύτερη πηγή σκοπού. Σύμφωνα με τον Jung: «Το νόημα κάνει πάρα πολλά πράγματα ανεκτά – ίσως τα πάντα. Καμία επιστήμη δεν θα αντικαταστήσει ποτέ τον μύθο (τον μεταφορέα του νοήματος) και ο μύθος δεν φτιάχνεται από καμία επιστήμη… Ο μύθος είναι η αποκάλυψη μια θεϊκής ζωής σε έναν άνθρωπο. Δεν είμαστε εμείς που εφευρίσκουμε τον μύθο, παρά μοιάζει να μας μιλά σαν από το στόμα του Θεού. Η επιστήμη μας δίνει εξηγήσεις, και αυτό είναι μια καλή αρχή, όμως ο μύθος και η θρησκεία μάς δίνουν το νόημα που από μόνο του χορταίνει την ψυχή».
Ο Jung λέει ότι κατά το δεύτερο μισό της ζωής μας τα διάφορα προβλήματά μας δεν λύνονται τόσο μέσω της ψυχοθεραπείας, αλλά μέσω της αυθεντικής θρησκευτικής εμπειρίας (προσοχή: κατά τον διάσημο ψυχοθεραπευτή θρησκεία μπορεί να είναι οποιαδήποτε φιλοσοφία ζωής). Ο ίδιος είχε επηρεάσει ιδιαίτερα τον Bill Wilson – τον συνιδρυτή των Ανώνυμων Αλκοολικών, ο οποίος υποστήριζε πως η καλύτερη θεραπεία από όλες είναι μία «ζωτική πνευματική εμπειρία». Αυτή, σύμφωνα με τον Wilson, είναι το θεμελιώδες φάρμακο κάθε εθισμού, κάτι πολύ σημαντικότερο από αυτό που προσφέρει η απλή ανάρρωση, με την οποία απλά ξεκινάς. Στα κλασικά τρία στάδια της πνευματικής ζωής, η ανάρρωση από μόνη της είναι μεν κάθαρση, αλλά δεν σε οδηγεί ακόμα στην αληθινή φώτιση ή τη θεϊκή ένωση.
ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ ΔΕΥΤΕΡΟΥ ΜΙΣΟΥ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΚΑΘΗΚΟΝ ΝΑ ΑΝΑΚΑΛΥΨΟΥΜΕ ΤΗΝ ΚΛΗΣΗ ΜΑΣ.
Η ψυχοθεραπεύτρια Sharon Blackie σημειώνει: «Πιστεύω ότι αυτό που ο Jung χαρακτήρισε ως σκοπό του δεύτερου μισού της ζωής –αυτό το έργο της εξατομίκευσης– είναι στην πραγματικότητα το καθήκον να αποκαλύψουμε τελικά την κλήση μας, να αφήσουμε ό,τι περιττεύει σε αυτό το καθήκον να απορριφθεί και να αφοσιωθούμε στην ολόψυχη έκφραση της «ιδιοφυΐας» μας. Οι ιδέες του Jung για την εξατομίκευση βασίστηκαν στα γραπτά του Αριστοτέλη, ο οποίος χρησιμοποίησε τη λέξη εντελέχεια για να εκφράσει την ιδέα ότι υπάρχει ένα μοναδικό πρότυπο –ένας σπόρος– μέσα στην ψυχή κάθε ζωντανού όντος.
Αυτό δεν έχει να κάνει με κάποια αίσθηση μεγαλοπρέπειας ή ότι είσαι κάτι το ιδιαίτερο. Σημαίνει απλώς ότι ο καθένας μας είναι μια μοναδική έκφραση του τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος. Και ο καθένας μας έχει την ευκαιρία στη ζωή του να ανακαλύψει αυτή τη μοναδικότητα: τον πιο αυθεντικό εαυτό του. Ο Jung το περιέγραψε αυτό ως κατανόηση του Imago Dei: την εικόνα του Θείου μέσα μας.
Αυτή η κατανόηση, αυτό το πρόσωπο του Θεού που κρύβεις μέσα σου, είναι που σε γειώνει και που ταυτόχρονα σε «ανοίγει» στον κόσμο.
Αν το καταφέρεις, τότε είναι σε αυτό το δεύτερο μισό που θα συνειδητοποιήσεις πως «το μεγαλύτερο προνόμιο της ζωής είναι το να γίνεσαι αυτό που πραγματικά είσαι», όπως έχει πει ο Jung.