ΣΤΕΛΛΑ ΠΑΝΤΕΛΗ: Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΜΙΑΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΤΗΣ ΧΑΡΙΣΤΗΚΕ ΤΙΠΟΤΑ
Η Στέλλα Παντελή ήρθε στη ζωή εκτός γάμου, αναγκάστηκε να μεγαλώσει σε βρεφοκομείο και στερήθηκε τη δυνατότητα έστω και βασικής εκπαίδευσης. Παρ’ όλα αυτά, κατάφερε να διεκδικήσει μια δεύτερη ευκαιρία στο όνειρο και την ανεξαρτησία.
Η Στέλλα Παντελή γεννήθηκε στην κοινότητα του Δενδροποτάμου της Θεσσαλονίκης τη δεκαετία του ’70. Δεν γνώρισε ποτέ τον πατέρα της, αλλά η σχέση που δημιούργησε με τη μητέρα της έμελλε να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο η ίδια θα ανέθρεφε τα δικά της παιδιά.
Η σχέση αυτή καθόρισε και την επαφή της με το σχολείο, αφού η μητέρα της δεν την αποχωριζόταν ποτέ. Έτσι, η Στέλλα διέκοψε το σχολείο στη Β' δημοτικού. Το γεγονός αυτό γρήγορα την έκανε να καταλάβει πως μόνο μέσα από τη γνώση ο άνθρωπος βρίσκει δύναμη. Έτσι, όχι μόνο στάθηκε ακλόνητο στήριγμα χρόνια αργότερα στην εκπαιδευτική διαδρομή των τριών παιδιών της, αλλά κατάφερε να φοιτήσει η ίδια σε Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας.
Οι προκλήσεις στη ζωή της Στέλλας υπήρχαν από τη στιγμή που γεννήθηκε. Είχαν προηγηθεί οι προκλήσεις στη ζωή της κωφάλαλης μητέρας της, της Ελένης, που διαδέχονταν η μία την άλλη. Εκτός από την κωφότητα της νεαρής τσιγγάνας, το γεγονός ότι σε ηλικία 20 ετών σύναψε δεσμό με μη τσιγγάνο –ο οποίος μάλιστα είχε ήδη οικογένεια– και απέκτησε παιδί μαζί του μετέτρεψαν την Ελένη σε παρία του περίγυρού της, σε μία περίοδο που η λειτουργία των κλειστών κοινωνιών πιστοποιούνταν εντονότερα από την επιμονή των γονιών της να χωρίσουν τη μητέρα από το παιδί που αποκτήθηκε εκτός γάμου. Ήταν και λόγοι τιμής…
Έτσι, τους πρώτους μήνες της ζωής της η Στέλλα στερήθηκε τη μητέρα της και μεγάλωσε στον «Άγιο Στυλιανό», Δημοτικό Βρεφοκομείο στη Θεσσαλονίκη. Από το όνομα της δομής προκύπτουν όσες απαντήσεις αναζητούσε η ίδια αναφορικά με το όνομα της. Δεν υπήρχε Στέλλα στην οικογένεια, άλλωστε.
Τα παιδικά χρόνια της Στέλλας Παντελή
Η Στέλλα παρέμεινε στον Άγιο Στυλιανό, όχι όμως για πολύ. Το μητρικό ένστικτο της Ελένης υπερίσχυσε, παρά την πίεση του περίγυρου και παρά την αδύναμη θέση στην οποία βρισκόταν λόγω της αναπηρίας της, οδηγώντας τη να αναζητήσει και να πάρει πίσω το παιδί της. Υπό τον φόβο της Ελένης να μην χάσει την κόρη της δεύτερη φορά, η ζωή της Στέλλας εκτυλίσσεται παράλληλα με εκείνης – κυριολεκτικά. Η μητέρα της δεν την αποχωρίζεται ποτέ και την παίρνει μαζί της παντού, όποια δουλειά κι αν χρειαστεί να αλλάξει για να τα καταφέρει. Καπνά, ατελείωτες εκτάσεις με ντομάτες προς καλλιέργεια, πλανόδιες πωλήσεις γίνονται η καθημερινότητα ενός μικρού παιδιού, που χειμώνα και καλοκαίρι μαθαίνει να εργάζεται σκληρά, να διεκδικεί δεδουλευμένα, να αναζητά τις περίπλοκες ιστορίες του παρελθόντος της.
Μέχρι που στην ηλικία των 11 ετών, προσπαθώντας να σταματήσει να μαζεύει τρόφιμα από την κεντρική λαχαναγορά και να ξεφύγει από τη ζητιανιά, η Στέλλα Παντελή βρίσκει δουλειά στα σφαγεία. Μια σειρά ανθυγιεινών αφηγήσεων μυρίζουν δέρμα ζώων μέχρι και σήμερα, παρά το γεγονός ότι ο χώρος έπαψε να λειτουργεί ως βιομηχανική ζώνη περί τα 1990.
Για την ίδια τη Στέλλα, η περίοδος της εργασίας στα βυρσοδεψία περιγράφεται ως η πιο «βαριά» εμπειρία που θα μπορούσε να καθορίσει εκείνη την περίοδο της ζωής της. Όχι μόνο επειδή έφευγε από τα χαράματα, μικρό κορίτσι, για να πάει με τα πόδια από τη μία άκρη της πόλης στην άλλη, αλλά και για έναν ακόμη λόγο: Τότε, προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει αν και κατά πόσο η ζωή της είχε τελικά αξία για εκείνους που θεωρούσε οικογένειά της και που αποφάσιζαν για την τύχη της. Για τους ίδιους, δηλαδή, ανθρώπους που είχαν αποφασίσει για την τύχη της μητέρας της, αναζητώντας λύσεις στην «Πρόνοια» για το νεογέννητο μωρό της και ωθώντας τη μετέπειτα σε έναν πρώιμο γάμο, που κράτησε ουσιαστικά στο περιθώριο δύο ζωές.
Όταν η Στέλλα Παντελή ήταν μόλις 14 ετών, θεωρήθηκε ότι είχε φτάσει σε ηλικία γάμου. Το να παντρευτεί παρέμενε μια εύκολη λύση, ώστε η υπόλοιπη οικογένεια να απαλλαγεί από τα έξοδα και ταυτόχρονα να κάνει αυτό που «πρέπει». Από τη μια «ξεφόρτωμα» και από την άλλη η ισχυρή πεποίθηση ότι προορισμός της γυναίκας είναι η δημιουργία οικογένειας από τόσο νωρίς. Η Στέλλα δημιούργησε τη δική της οικογένεια, απέκτησε τη δική της δουλειά. Όμως, οι προκλήσεις και οι ανατροπές στη ζωή της δεν σταμάτησαν ποτέ, όπως και η διάθεσή της για ζωή.
Η Στέλλα Παντελή σήμερα
Το OW συναντά τη Στέλλα σε μια βόλτα στη Θεσσαλονίκη, αναζητώντας τις πηγές του ψυχικού σθένους με τις οποίες αντιμετώπισε τις δυσκολίες στη ζωή της και συντήρησε για χρόνια δικό της κατάστημα αφού παντρεύτηκε, δίχως την παραμικρή βοήθεια. Όπως τονίζει, «μαθαίνοντας για τα βιώματα άλλων, βρίσκουμε δύναμη και κίνητρο ώστε να εμπνευστούμε και να συνεχίσουμε».
– Ποιο το σημαντικότερο μάθημα που πήρατε αλλάζοντας τόσες δουλειές;
Έμαθα να μην το βάζω κάτω, να προσαρμόζομαι στις απαιτήσεις της δουλειάς με υπομονή και επιμονή, να παλεύω και να μην επιτρέπω σε εργοδότες και συναδέλφους να μου φέρονται υποτιμητικά για κανένα λόγο. Έμαθα να ξεχωρίζω τους ανθρώπους. Αλλάζοντας τόσες δουλειές, τώρα πια δεν φοβάμαι καμία δουλειά. Απέκτησα πείρα και εμπιστοσύνη στον εαυτό μου και ξέρω καλά ότι σε όποιο εργασιακό περιβάλλον κι αν βρεθώ, όσος ανταγωνισμός κι αν υπάρχει, θα τα καταφέρω.
– Ποιοι ήταν οι μεγαλύτεροι φόβοι σας μεγαλώνοντας αργότερα τα δικά σας παιδιά;
Ο μεγαλύτερος φόβος μου ήταν μήπως τα παιδιά μου ως ενήλικες δεν γίνουν χρήσιμα μέλη της κοινωνίας. Ανησυχούσα για τη διαπαιδαγώγησή τους. Σκεφτόμουν αν τα μεγαλώνω σωστά. Αναρωτιόμουν αν εγώ, σαν αγράμματη μητέρα, δίνω τις κατάλληλες βάσεις στα παιδιά μου. Τελικά, οι φόβοι μου υπερνικήθηκαν. Σήμερα καμαρώνω και για τα τρία μου παιδιά, παρά τις πολλές ανησυχίες που είχα ως νεαρή μητέρα.
– Έχετε βιβλία σε όλο το σπίτι. Πώς προέκυψε η μεγάλη αγάπη σας για το βιβλίο;
Από παιδί είχα μια τάση προς τα βιβλία, μολονότι δεν πήγα στο σχολείο. Συνειδητοποίησα πόσο μου αρέσουν τα βιβλία όταν η μεγάλη κόρη μου ξεκίνησε το σχολείο και κρατούσα το βιβλίο της για να μου πει το μάθημα και να δω αν το λέει σωστά. Έτσι, όταν κρατούσα τα σχολικά βιβλία των παιδιών μου για να διαβάσουν και να προετοιμαστούν για το σχολείο, μάθαινα κι εγώ μαζί τους και αυτό μου άρεσε πολύ. Μεγάλωσε η δίψα μου για μάθηση. Άρχισα να δανείζομαι και να αγοράζω βιβλία, να επισκέπτομαι βιβλιοπωλεία με τα παιδιά μου.
Μεγαλώνοντας, κατάλαβα πως η γνώση έχει πολύ μεγάλη δύναμη. Μέσα από τα βιβλία ταξιδεύω, ξεχνιέμαι, απαλύνω τη μοναξιά μου πολλές φορές, γνωρίζω καινούργια πράγματα, γίνομαι καλύτερη και εξελίσσομαι.
– Τι κάνετε για σας τώρα, που στο παρελθόν δεν θα μπορούσατε να κάνετε σε καμία περίπτωση;
Πηγαίνω στο σχολείο. Πολλές φορές παλιότερα προσπάθησα να πάω, αλλά λόγω των πολλών οικογενειακών και επαγγελματικών υποχρεώσεων δεν τα κατάφερνα. Το 2012 πήρα το απολυτήριο δημοτικού στο πλαίσιο προγράμματος γραμματισμού ενηλίκων στον Δενδροπόταμο. Επόμενος στόχος ήταν το γυμνάσιο. Φέτος ολοκληρώνω τη δεύτερη χρονιά στο Σχολείο Δεύτερης Ευκαιρίας και θα αποκτήσω το απολυτήριο γυμνασίου. Θέλω πολύ να συνεχίσω και στο λύκειο.
Επίσης, πρόσφατα πήρα δίπλωμα οδήγησης. Άπιαστο όνειρο για μένα, γιατί όταν ξεκίνησα στη σχολή οδηγών δούλευα ως τυλίχτρια σε μαγαζί εστίασης και μετά τη δουλειά, ξημερώματα, διάβαζα για να πάρω το δίπλωμα. Το όνειρο μου έγινε πραγματικότητα.
Τώρα, χαίρομαι που μπορώ να μοιράζομαι τις εμπειρίες μου με άλλες γυναίκες, να παίρνω και να δίνω δύναμη. Προσπαθώ να δείξω μέσα από το δικό μου παράδειγμα πως μια γυναίκα μέσα από την εκπαίδευση, την εργασία, την επιμονή και τη συναναστροφή με άλλους ανθρώπους μπορεί να βάλει και να πετύχει στόχους και «άπιαστα» όνειρα. Θέλω άλλες γυναίκες, ανεξαρτήτως ηλικίας, να πάρουν θάρρος, για να περπατήσουν στον δρόμο προς τα όνειρα τους, να μην τα παρατάνε μπροστά στις όποιες δυσκολίες, γιατί μέσα από τις δυσκολίες εξελίσσεται ο άνθρωπος, παίρνει μαθήματα ζωής και σφυρηλατεί τον χαρακτήρα του.