Δομνίκη Μητροπούλου

«Η ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΩΝ ΛΗΜΑΝ ΜΠΡΑΔΕΡΣ»: ΘΕΑΤΡΟ ΠΟΥ ΘΕΤΕΙ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

Είδαμε την καθηλωτική «Τριλογία των Λήμαν Μπράδερς» και μιλήσαμε με τον σκηνοθέτη Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο για το έργο, για την κρίση, οικονομική, υγειονομική, κοινωνική, και γιατί πρέπει να αλλάξουμε τον κόσμο.

Τρεις ή τέσσερις φορές έβγαλαν τους ηθοποιούς στο τέλος της «Τριλογίας των Λήμαν Μπράδερς»; Έχουν περάσει δύο εβδομάδες και μου είναι δύσκολο να θυμηθώ. Μάλλον τέσσερις. Σίγουρα τέσσερις. Ήταν, άλλωστε, η τελευταία παράσταση της πρώτης διανομής με τους Αργύρη Ξάφη, Μάκη Παπαδημητρίου και Μιχάλη Οικονόμου. Και το άξιζαν με το παραπάνω.

Ένας άθλος διάρκειας δυόμισι ωρών ήταν αυτό που συντελέστηκε μπροστά στα μάτια μας. Μια καθηλωτική αφήγηση μιας ιστορίας που, ούτε λίγο ούτε πολύ, σαν γνώση και σαν βίωμα, μας αφορά όλους. Ένα θέατρο που ζητά αφοσίωση, θέτει ερωτήματα και μας βάζει σε σκέψεις. Δύσκολες σκέψεις.

Πρόκειται, άλλωστε, για ένα απαιτητικό, σφιχτοδεμένο κείμενο, με την  υπογραφή του Ιταλού Στέφανο Μασσίνι (σε μετάφραση της Κοραλίας Σωτηριάδου σε συνεργασία με την Αγγελική Κοκκώνη). Πλέον, παίζεται στο Θέατρο του Νέου Κόσμου με αλλαγές στη διανομή. Tους πρωταγωνιστικούς ρόλους ερμηνεύουν τώρα οι Μιχάλης Οικονόμου, Παντελής Δεντάκης και Αλμπέρτο Φάις, πάντα υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Βαγγελή Θεοδωρόπουλου.

H Τριλογία των Λήμαν Μπράδερς
Αλμπέρτο Φάις, Μιχάλης Οικονόμου και Παντελής Δεντάκης, σε σκηνή του έργου.

Το κοινό παρακολουθεί μια συναρπαστική ιστορία που ξεκινά από τα μέσα του 19ου αιώνα και φτάνει μέχρι την πρώτη δεκαετία του 21ου, αν όχι με μια ανάσα, σίγουρα με δύο. Οι τρεις πρωταγωνιστές, πάντοτε με τα ίδια μαύρα κοστούμια εποχής, με ελάχιστα σκηνικά αντικείμενα και πολλές αναγκαίες παύσεις, αλλάζουν πρόσωπα και εποχές, κάνουν χιούμορ και συγκινούν, ενώ λόγος και χρόνια ρέουν στους ρυθμούς του πιάνου που συνοδεύει και τα 140' του έργου ως αναπόσπαστο μέρος της αφήγησης. Τέταρτος πρωταγωνιστής επί σκηνής, ο πιανίστας Δημήτρης Βεντουράκης.

Τι μας λέει η «Τριλογία των Λήμαν Μπράδερς»;

Είναι η ιστορία τριών Εβραίων αδερφών από τη Βαυαρία, οι οποίοι μετανάστευσαν στην Αμερική στα μέσα του 19ου αιώνα: του Χιεγιούμ που έγινε Χένρυ (ως και το όνομα σού αλλάζουν στον Νέο Κόσμο!), του Μέντελ που έγινε Εμμάνουελ, και του Μάγιερ. Οι τρεις τους, αλληλοσυμπληρούμενοι, φιλόδοξοι και στοχοπροσηλωμένοι, ξεκίνησαν από το εμπόριο υφασμάτων και ακατέργαστου βαμβακιού για να καταλήξουν στην ίδρυση της δικής τους τράπεζας. Καθώς η μια γενιά διαδεχόταν την άλλη, δημιουργήθηκε μια αυτοκρατορία που δέσποσε στην οικονομική ζωή της Αμερικής και ολόκληρου του κόσμου για 164 χρόνια.

Βαγγέλης Θεοδωρόπουλος

Το τέλος τους είναι γνωστό. Αλλά μέχρι να φτάσουμε σε αυτό, έχουμε συμμετάσχει σε ένα μακρύ ταξίδι γνώσης και στην ιστορία μιας οικογένειας που, γενιά τη γενιά, απομακρύνεται όλο και πιο πολύ από τις ρίζες της, είτε πρόκειται για την εβραϊκή ταυτότητά της είτε για το αντικείμενο της οικονομικής δραστηριότητάς της. Τι μένει απ’ αυτό το ταξίδι; Τι έχει συμβεί τις τελευταίες δεκαετίες σε ολόκληρο τον κόσμο και στις ζωές μας; Ποιο είναι το σημείο εκείνο που χάθηκε το μέτρο; Πότε το χρήμα έγινε αυταξία, εθισμός, αφηρημένο αντικείμενο ενός πόθου αδηφάγου, ενός φρενήρους χορού που μόνο η κατάρρευση μπορεί να σημάνει το τέλος του;

Ακολουθεί μια σύντομη, μα δεόντως διαφωτιστική συζήτηση με τον σκηνοθέτη Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο.

–Γιατί αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την ιστορία των Λήμαν Μπράδερς;

Δεν αποφάσισα να ασχοληθώ με την ιστορία των Λήμαν Μπράδερς. Διαβάζοντας το έργο, εντυπωσιάστηκα από τις θεατρικές του αρετές. Δε γράφονται κάθε μέρα τέτοια έργα. Ο Στέφανο Μασσίνι είναι σπουδαίος συγγραφέας και η «Τριλογία» είναι το αριστούργημά του, τουλάχιστον μέχρι σήμερα.

Φτιάχνει λοιπόν ένα σύγχρονο παραμύθι για μεγάλους, καλύτερα ένα έπος, όπου ξετυλίγει την ιστορία των τριών Εβραίων αδελφών από τη Γερμανία, από το 1844 που πάτησε το πόδι του στην Αμερική ο μεγαλύτερος, για να τον ακολουθήσουν σύντομα οι άλλοι δύο.

Πώς ξεκίνησαν από ένα μαγαζάκι με υφάσματα και ρούχα στην Αλαμπάμα, με πελατεία τον φτωχόκοσμο και κυρίως τους μαύρους, δούλους εκείνη την εποχή, που δούλευαν στις βαμβακοφυτείες. Και πώς ξανοίχτηκαν με γρήγορα βήματα, εκμεταλλευόμενοι φυσικές καταστροφές, λόγου χάρη μια μεγάλη πυρκαγιά στην Αλαμπάμα που κατέστρεψε όλες τις φυτείες, για να περάσουν στο εμπόριο του ακατέργαστου βάμβακος στο Βορρά της Αμερικής, και στη συνέχεια στην ίδρυση δικής τους τράπεζας, αλλά και στο εμπόριο του καφέ, του χάλυβα, στους σιδηροδρόμους, στην κατασκευή της διώρυγας του Παναμά.

Είμαστε πλέον στη δεύτερη γενιά, στα παιδιά των ιδρυτών, που μετά τον εμφύλιο πόλεμο μεταφέρθηκαν στη Νέα Υόρκη, και έπονται τα εγγόνια τους, επενδύσεις στην ψυχαγωγία, στα τσιγάρα, στα όπλα, στους υπολογιστές, και τελικά στον χρηματοπιστωτικό τομέα.

Το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους γίνεται όλο και πιο αφηρημένο, για να φτάσουμε στην κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού κολοσσού το 2008, που ήταν το έναυσμα για την παγκόσμια οικονομική κρίση, τις συνέπειες της οποίας δεν έχουμε ξεπεράσει ακόμα.

–Πώς διαβάσατε το έργο δυο χρόνια πριν και πώς το διαβάζετε σήμερα, εν μέσω μιας πανδημίας που δεν λέει να περάσει;

Δεν μπορώ να μη σκέφτομαι έναν παραλληλισμό της παγκόσμιας οικονομικής με την παγκόσμια υγειονομική κρίση, την πανδημία. Που, στην εποχή του όψιμου καπιταλισμού, έκανε άλλη μια φορά τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους. Και δεν είναι μόνο αυτό. Υπάρχει και η πολιτική διάσταση, με τον αυταρχισμό και την καταστολή και την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων. Κυριαρχεί ο φόβος της αρρώστιας, και αυτό ξυπνάει τα πιο πρωτόγονα ένστικτα αυτοπροστασίας των ανθρώπων, με συνέπεια, μεταξύ άλλων, να αυξηθεί ο ρατσισμός απέναντι στους ξένους, με υγειονομικό πρόσχημα αυτή τη φορά. Επίσης υπάρχει μεγάλος θυμός, με παράδειγμα την ενδοοικογενειακή βία και όχι μόνο. Τον βλέπεις παντού το θυμό. Ζούμε μια σκοτεινή εποχή.

Η Τριλογία των Λήμαν Μπράδερς
Σκηνή από την παράσταση.

–Πόσο επηρεάζει τη ζωή του σύγχρονου ανθρώπου η ομογενοποίηση των πάντων και η απομάκρυνση από τις ρίζες, όπως παρουσιάζεται και στην ιστορία των Λήμαν;

Αυτή η ερώτηση θέλει πολλή συζήτηση. Η ομογενοποίηση της κουλτούρας είναι ένας κίνδυνος. Εξαφανίζονται πολλές διαφορετικότητες: στη γλώσσα, στη συμπεριφορά, στην αισθητική. Βέβαια, αλλάζουν οι εποχές και η απομάκρυνση από τις ρίζες είναι μοιραία. Αυτό ισχύει πάντα. Όμως γίνεται με μια τέτοια ευκολία και ταχύτητα, που χάνεται η όποια συνέχεια. Ο άνθρωπος δεν προλαβαίνει να συλλάβει και να επεξεργαστεί τις ραγδαίες αλλαγές.

–Στο τρίτο μέρος της «Τριλογία», οι ρυθμοί είναι ξέφρενοι, η πληροφορία καταιγιστική και το ρίσκο υψηλό – όπως ακριβώς θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς ολόκληρο τον 20ο αιώνα αλλά και τις πρώτες δεκαετίες του 21ου που διανύουμε. Αν το κοινό είναι οι απλοί άνθρωποι αυτού του κόσμου, τι εισπράττουν στο τέλος;

Την αδυναμία του ανθρώπου να ελέγξει την πορεία του, όταν η απληστία κυριαρχεί. Και κατ' επέκταση την αδυναμία του συστήματος να εξασφαλίσει τη ζωή και την ευτυχία των ανθρώπων. Που τη δικαιούμαστε στο σύντομο βίο μας. Και γι' αυτό πρέπει να αλλάξουμε τον κόσμο. Το θέατρο θέτει τέτοια ερωτήματα με τον δικό του τρόπο, χωρίς να δίνει τις απαντήσεις. Αυτό ανήκει στους θεατές.

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.