ΠΩΣ ΜΙΑ ΑΣΘΕΝΕΙΑ ΕΦΕΡΕ ΔΥΟ ΦΙΛΕΣ ΠΙΟ ΚΟΝΤΑ ΣΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΟΥΣ
Η Ντόρα και η Δάφνη παράτησαν τις δουλειές και τη ζωή στην Αθήνα για να ακολουθήσουν ένα ρομαντικό… καλλυντικό όνειρο.
Γνώρισα τη Δάφνη Ζούλου και την Ντόρα Τσατούχα σε ένα φιλικό κάλεσμα πριν από λίγο καιρό. Πιάσαμε την κουβέντα, ανταλλάξαμε στην αρχή τα τυπικά κι έπειτα από λίγο άρχισαν να μου μιλάνε για τη ζωή τους, που την άλλαξαν ριζικά εγκαταλείποντας την Αθήνα σχεδόν από τη μία μέρα στην άλλη. Μου κίνησε αμέσως το ενδιαφέρον αυτή η παράτολμη μετακίνηση, που πολλοί την ονειρεύονται αλλά λίγοι την πραγματοποιούν!
Αφορμή για κείνες στάθηκαν δύο δυσμενείς συγκυρίες: η πανδημία και μια σοβαρή ασθένεια της Ντόρας. Πριν την πανδημία, τα δύο κορίτσια εργάζονταν στο ιστορικό ξενοδοχείο Μεγάλη Βρεταννία. Η δουλειά ήταν καλή και οι θέσεις τους περιζήτητες, αλλά οι καθημερινοί ρυθμοί τόσο έντονοι, ώστε δεν είχαν χρόνο να ασχοληθούν με τον εαυτό τους.
Όπως συνέβη με πολλούς ανθρώπους που ξανασκέφτηκαν μέσα στα lockdown την κοσμοθεωρία τους, η πανδημία έκανε τη Δάφνη και την Ντόρα να επανεκτιμήσουν της ζωή τους και τις προτεραιότητές τους. Εκείνη την περίοδο, η Ντόρα, που ήταν 30 χρονών, διαγνώστηκε με καρκίνο στον θυρεοειδή, πράγμα που κάποιοι από τον κύκλο της απέδωσαν στο υπερβολικό στρες. Αυτό το γεγονός στάθηκε καθοριστικό για τη συνέχεια.
Παρά τη δύσκολη παγκόσμια συγκυρία, οι δύο καλές φίλες πήραν την απόφαση να σταματήσουν το κυνήγι της καριέρας και των τίτλων, να αφήσουν τις θέσεις τους και να μετακομίσουν με τους συντρόφους τους στη Σαρωνίδα, όπου και οι δύο διατηρούσαν εξοχικά σπίτια. Δεν απομακρύνθηκαν πολύ από την Αθήνα, αλλά και πάλι ήταν μία θαρραλέα αλλαγή, που δεν αποφασίζει κάποιος τόσο εύκολα. Άρχισαν να αθλούνται, να τρέφονται πιο σωστά και υγιεινά, και να περνούν τον χρόνο τους δημιουργικά φτιάχνοντας σαπούνια και κρέμες για προσωπική τους χρήση.
Πώς μια ασθένεια γίνεται η αφορμή για μια νέα ζωή
Ο γιατρός της Ντόρας την είχε συμβουλεύσει να προσέχει πολύ οτιδήποτε καταναλώνει και να διαβάζει πολύ προσεκτικά τα συστατικά των τροφίμων και των προϊόντων προσωπικής υγιεινής και περιποίησης που χρησιμοποιούσε. «Όταν αρχίσαμε να το κάνουμε, συνειδητοποιήσαμε έντρομες πόσο τοξικά ήταν τα προϊόντα στα ντουλάπια της κουζίνας αλλά κυρίως του μπάνιου μας», μου είπε χαρακτηριστικά η Δάφνη.
Έτσι, άρχισαν να αναζητούν «καθαρά», απόλυτα ασφαλή και ταυτόχρονα αποτελεσματικά προϊόντα υγιεινής και περιποίησης, που δεν θα επιβάρυναν τον οργανισμό τους. Στην πορεία, κόντρα στην οικονομική αβεβαιότητα που επικρατούσε σε όλο τον πλανήτη την περίοδο της πανδημίας, ήρθε και η απόφαση να δημιουργήσουν το δικό τους brand ομορφιάς, την Oriad Athens. Για να έχουν μια σωστή και γερή βάση εκκίνησης, η Ντόρα αποφάσισε να σπουδάσει κοσμετολογία, με έμφαση στις μεθόδους παρασκευής καλλυντικών από φυσικές πρώτες ύλες και φαρμακευτικά φυτά, καθώς και στην ανάπτυξη νέων φαρμάκων. Παράλληλα, οι δύο φίλες παρακολούθησαν σεμινάρια επιχειρηματικότητας και άρχισαν να χτίζουν μια ομάδα συνεργατών, από προμηθευτές μέχρι χημικούς και αισθητικούς.
Τι είναι η Oriad
Το όνομα του brand το εμπνεύστηκαν από τις Ορειάδες, τις νύμφες των βουνών της ελληνικής μυθολογίας, για τις οποίες ομολογώ πως άκουγα πρώτη φορά. Προστάτευαν το περιβάλλον και δεν ήταν αθάνατες, αλλά αγέραστες και μακρόβιες. Το ντεμπούτο της Oriad ήταν η Neroli Collection, μια ολοκληρωμένη πρόταση αντιγήρανσης που αποτελείται από toner, ορό, κρέμα προσώπου, κρέμα ματιών, λαδάκι, αρωματικό κερί και diffuser.
Οι συνθέσεις της Oriad είναι vegan και cruelty-free, με πιστοποίηση από τον οργανισμό PETA για τα δικαιώματα των ζώων, περιέχουν αποκλειστικά δραστικά φυσικά συστατικά, απόλυτα ασφαλή για χρήση κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του θηλασμού, ενώ απευθύνονται και σε άντρες.
Για τη Δάφνη και την Ντόρα, η Oriad Athens δεν είναι ένα ακόμα skincare brand, αλλά φιλοσοφία ζωής, «μια ανάγκη να αγαπάμε περισσότερο τον εαυτό μας και να βελτιώνουμε την ποιότητα της καθημερινότητάς μας σε όλους τους τομείς». Δεν είναι τυχαίο που όλα τα meeting τα κάνουν στη θάλασσα υπό τους ήχους του παφλασμού των κυμάτων! Όταν τις ρώτησα ποια είναι η μεγαλύτερη πρόκληση, μου απάντησαν με μια φωνή: το να ανατρέψουν τη γενική πεποίθηση πως τα φυσικά καλλυντικά δεν μπορούν να είναι αρκετά αποτελεσματικά ή πολυτελή.