«Ο ΣΚΑΝΤΖΟΧΟΙΡΟΣ ΠΟΥ ΗΘΕΛΕ» ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΠΟΥ ΑΠΑΝΤΑ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ «ΚΙ ΑΝ» ΠΟΥ ΣΕ ΑΓΧΩΝΟΥΝ
Στο υπέροχο αλληγορικό βιβλίο του Toon Tellegen «Ο Σκαντζόχοιρος που ήθελε», μικροί και μεγάλοι βρίσκουν απαντήσεις στις σκέψεις που τους αγχώνουν και τους κάνουν να κλείνονται στον εαυτό τους.
Κι αν δεν έρθει κανείς στο πάρτι μου; Κι αν είναι πάλι αυτό το κοριτσάκι που πέρσι είχε σβήσει τα κεράκια μου; Κι αν ρίξει χιόνι εκείνη τη μέρα; Μήπως τελικά να μην κάνω πάρτι φέτος; Η 8χρονη κόρη μου με πολιορκούσε με «κι αν» καθώς πλησίαζε η μέρα των γενεθλίων της και εγώ με απορία διαπίστωνα ότι την είχε πλημμυρίσει ένα ανεξήγητο άγχος που σιγά-σιγά δεν έβρισκα άλλη υπομονή να διαχειριστώ.
Δεν είναι εύκολο να καταλάβεις τι συμβαίνει στο μυαλό ενός ανθρώπου –μικρού ή μεγάλου, δεν έχει σημασία– ο οποίος ζει με ένα μόνιμο άγχος που τον κάνει να κλείνεται στον εαυτό του και να επιλέγει τη μοναξιά όχι επειδή την θέλει αλλά από ανασφάλεια. Ήταν, λοιπόν, μία αποκάλυψη για εμένα όταν ξεκίνησα να διαβάζω την ιστορία του «Σκαντζόχοιρου που ήθελε», το υπέροχο αυτό βιβλίο του Toon Tellegen, γιατρού αλλά και πολυβραβευμένου συγγραφέα και ποιητή, από τις εκδόσεις Διόπτρα. Με έκανε να συναισθανθώ πώς μπορεί να νιώθει το παιδί μου και κάθε άλλος άνθρωπος που βρίσκεται σε αυτή τη θέση, αλλά και να βρω τι είναι αυτό τελικά που μπορεί να καταλαγιάσει τα άγχη και τις αγωνίες του, προκειμένου να μπορέσει να «ανοίξει» ξανά στη ζωή.
Μπορεί να υπάρξει ομορφιά στην απογοήτευση και τον πόνο
Ο Σκαντζόχοιρος ζει μόνος, αλλά και μοναχικός, ενώ είναι ένα από τα αμέτρητα, εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους ζώα του δάσους. Κάποια μέρα, καθώς κοιτάζει έξω από το παράθυρο, σκέφτεται ότι ίσως ποτέ κανένα ζώο δεν έρχεται να τον επισκεφθεί επειδή ο ίδιος ποτέ του δεν έχει προσκαλέσει κάποιο. Αποφασίζει, λοιπόν, να γράψει ένα γράμμα με το οποίο θα προσκαλεί όλα τα ζώα να τον επισκεφθούν.
Δεν το στέλνει, όμως. Το χώνει σε ένα συρτάρι του μπουφέ, για να πάρει τον χρόνο που χρειάζεται ώστε να σκεφτεί ακόμα περισσότερο τι θα συμβεί στην περίπτωση που το στείλει και –ακόμα χειρότερα– στην περίπτωση που έρθουν!
Μια αλληλουχία υποθετικών σεναρίων ξεκινά στο μυαλό του Σκαντζόχοιρου, ο οποίος οραματίζεται την κάθε επίσκεψη, του κάθε διαφορετικού ζώου, σα να συμβαίνει πραγματικά: Από τη μύγα μέχρι το σκαθάρι, από τον ελέφαντα μέχρι την αρκούδα, τη φάλαινα, τον γυρίνο και το ποντικό, δεκάδες ζώα του δάσους και του ωκεανού παρελαύνουν από το σαλόνι του μοναχικού Σκαντζόχοιρου, ο οποίος τα υποδέχεται χωρίς μεγάλο ενθουσιασμό, μα στοιχειωδώς φιλόξενα και ευγενικά. Αντιμετωπίζει με στωικότητα και υπομονή όσα του λένε (ή δεν του λένε), όσα απαιτούν ή αρπάζουν από αυτόν, αλλά και όσα του κάνουν (ακόμα και μεγάλες καταστροφές στο ίδιο του το σπίτι), ζητώντας τους απλά να φύγουν (χωρίς όμως να θυμώνει) ακόμα κι όταν τον πονούν.
Γιατί ανέχεται αυτές τις συμπεριφορές ακόμα και στη φαντασία του; θα αναρωτηθεί κανείς. Ίσως γιατί βαθιά μέσα του πιστεύει ότι δεν είναι άξιος για κάτι καλύτερο, ότι δεν κρατά καλή συντροφιά, ότι τα αγκάθια του τρομάζουν. Το παραδέχεται, άλλωστε, κάποια στιγμή λέγοντας πως κάτι πάει στραβά μ’ αυτόν.
Σελίδα τη σελίδα, όσο ο Σκαντζόχοιρος φαντασιώνεται τη μία αποτυχημένη επίσκεψη μετά την άλλη, δεν μπορείς παρά να νιώσεις κι εσύ που διαβάζεις το βιβλίο την ίδια αγανάκτηση. Μα δεν υπάρχει κανένα ζώο που θα μπορούσε να γίνει φίλος του; Ή μήπως αυτή είναι η διαστρεβλωμένη εικόνα που έχει το ζωάκι;
Δεν υπάρχει, όμως, άλλος τρόπος παρά η κάθε (έστω φανταστική) επίσκεψη για να συνειδητοποιήσεις τόσο εσύ όσο και ο ίδιος ο Σκαντζόχοιρος πως κάθε ζώο που τον επισκέπτεται έχει τα δικά του «άλυτα» θέματα. Μπορεί, μάλιστα, να είναι πιο δύσκολα, επίπονα ή και επικίνδυνα από τη μοναξιά του.
Η κάθε επίσκεψη, ακόμα κι αν τον πληγώνει, κάτι του μαθαίνει. Μέχρι και αυτή του Αστακού που αρχίζει να του τραβά ένα προς ένα τα αγκάθια, αφήνοντάς τον γυμνό και απροστάτευτο, σχεδόν κακοποιημένο.
Κι όμως, έρχεται μετά το Αηδόνι που κελαηδάει τόσο όμορφα, ώστε ο Σκαντζόχοιρος (που τόσο πολύ σου θυμίζει ανθρώπους που έχεις κατά καιρούς συναντήσει) ξεσπά σε δάκρυα χαράς. «Υπάρχω», συνειδητοποιεί. «Ξέρεις τι δεν υπάρχει; Το αργότερα. Το αργότερα δεν υπάρχει. Μόνο το τώρα.»
Εμφανίζεται τότε η Χρυσόμυγα που επιβεβαιώνει πως μπορεί να υπάρξει ομορφιά, ακόμα και μέσα στην απογοήτευση και τον πόνο. Αρκεί να φτάσει το γράμμα σου στους σωστούς παραλήπτες.
Όπως και έγινε. Όπως συνήθως γίνεται, δηλαδή, αφού οι απαντήσεις πάντα έρχονται μόνες τους, εκεί που δεν τις περιμένουμε, απρόσμενα και καθοριστικά. Ένα τυχαίο πρωινό, λοιπόν, η πόρτα του Σκαντζόχοιρου χτυπά και με έναν μαγικό τρόπο όλα μπαίνουν στη θέση τους.
Τα «κι αν» θα φύγουν αρκεί να το θέλεις
Η αλληγορική ιστορία του Toon Tellegen, που με τόσο απλό μα και βαθύ ταυτόχρονα τρόπο σου ανοίγει ένα παράθυρο στην ψυχή κάθε μοναχικού πλάσματος, αποκαλύπτει με τρόπο παραβολικό τη «λύση». Την άκρη του νήματος που θα βγάλει τους ανθρώπους από τον λαβύρινθο των αγχωτικών σκέψεών τους.
Η γλαφυρή φαντασία του Σκαντζόχοιρου, οι διεξοδικές συζητήσεις που φτιάχνει στο μυαλό του, το γεγονός ότι σκέφτεται και την παραμικρή λεπτομέρεια, δεν μπορεί παρά να σημαίνουν ένα πράγμα: ότι θέλει!
Ακούγοντας, λοιπόν, κι εγώ την 8χρονη κόρη μου να σκέφτεται φωναχτά με όλα αυτά τα αγωνιώδη «κι αν» της ενόψει του πολυαναμενόμενου πάρτι, ένα ερώτημα βρήκα να της θέσω, το οποίο την οδήγησε στην απάντηση που έψαχνε μέσα της: Θέλεις;
Ξεφυλλίστε τις πρώτες σελίδες του βιβλίου εδώ, για να πάρετε μια γεύση και μόνοι σας.