ΟΜΗΡΟΣ ΠΟΥΛΑΚΗΣ: «ΑΝΤΙΛΑΜΒΑΝΟΜΑΙ ΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΩΣ ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΟ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΣΤΙΚΟ ΣΥΓΧΡΟΝΩΣ»
Ο Όμηρος Πουλάκης πρωταγωνιστεί στον θεατρικό «Ντον Ζουάν», μια «κωμωδία» του Μολιέρου για τον έρωτα, που γράφτηκε πριν από αιώνες αλλά «μιλάει» και στην εποχή μας. Ο θρυλικός αυτός ρόλος είναι η αφετηρία για μια συνέντευξη με τον ηθοποιό, που αποδεικνύει με κάθε του λέξη ότι δεν μένει στην επιφάνεια των πραγμάτων.
Παρατηρώ τον Όμηρο Πουλάκη μετά το τέλος της παράστασης «Ντον Ζουάν», στην οποία κρατάει επάξια τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αν τον έβλεπες αποκομμένο από τη δουλειά του και έμενες μόνο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά, μπορεί να του απέδιδες με ευκολία τον τίτλο του «ζεν πρεμιέ». Ωστόσο, δεν νομίζω ότι του ταιριάζει. Ίσως είναι η σεμνότητα με την οποία κινείται όταν βγαίνει από το θέατρο και βλέπει τον κόσμο που περιμένει να τον συγχαρεί. Ίσως είναι απλώς ο τρόπος με τον οποίο χειρίζεται ένα δημοσιογραφικό αίτημα για συνέντευξη, χωρίς καμία «αγωνία» να προβληθεί, αλλά με ουσιαστική διάθεση να μιλήσει για τη δουλειά του.
Στη σκηνή, υπό τη σκηνοθετική καθοδήγηση του Αλέξανδρου Διαμαντή, δίνει σάρκα και οστά στον ήρωα ενός έργου που γράφτηκε και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1665. Ενώ είναι ένα έργο που έχω ξαναδεί, νιώθω ότι το συγκεκριμένο ανέβασμα έχει καταφέρει να πει κάτι καινούργιο, αναδεικνύοντας πώς το διαχρονικό πραγματικά αγγίζει τη σύγχρονη καθημερινότητα. Και, για πρώτη φορά, ο ήρωας που έχω στο μυαλό μου ως έναν αδίστακτο «Καζανόβα» εμπνέει όπως τον βλέπω ένα ίχνος συμπάθειας.
Ο «Ντον Ζουάν» θα παίζεται στο Θέατρο Σημείο μέχρι τις 27 Φεβρουαρίου. Μετά, θα παρουσιαστεί μια θεατρική/σκηνική εκδοχή της αριστουργηματικής ταινίας «Χιροσίμα Αγάπη μου», του Αλαίν Ρεναί και της Μαργκερίτ Ντυράς, στην οποία ο Όμηρος θα παίζει επίσης.
Κανονίζουμε να φωτογραφηθεί στο θέατρο και σκέφτομαι πως θα μπορούσε να ζει κάποιες μέρες εκεί, αν δεν τον περίμενε στο σπίτι ο γάτος του. Για λόγους προγραμματισμού, η συνέντευξή μας έγινε γραπτά και δεν έχει την αμεσότητα του προφορικού λόγου. Έχει όμως μια εμβάθυνση, την οποία μπορείς να κάνεις όταν υπάρχει το περιθώριο να σκεφτείς κάτι πριν το εκφράσεις. Κι αυτό φαίνεται να ταιριάζει στον Όμηρο.
Ο Όμηρος Πουλάκης και η «αγάπη για την Ανθρωπότητα»
–Στην αφίσα της παράστασης «Ντον Ζουάν» αναγράφεται η φράση: «Εμπρός! Από αγάπη για την Ανθρωπότητα». Τι εκπροσωπεί αυτή η φράση για τον ήρωα αλλά και για σένα προσωπικά;
Από τις πλέον σημαίνουσες αλληλουχίες λέξεων που υπάρχουν μέσα στο κείμενο του Μολιέρου. Πολλά θα μπορούσαν να ειπωθούν: Πως σηματοδοτεί τα πρώιμα ίχνη/σπέρματα ενός Διαφωτισμού που ακόμα τότε δεν είχε εμφανιστεί στη σκηνή της Ιστορίας των Ιδεών. Πως είναι μια ισχυρή ρήση υπέρ του ορθολογισμού και εναντίον ενός δογματικά θεοκρατικού πλαισίου που ασφυκτιά από πληθώρα δεισιδαιμονιών και ταπεινώσεων. Πως αποτελεί έναν ρητορικό μανδύα, μια ψυχική δικαιολογία με την οποία ο Ντον Ζουάν πασχίζει να επικαλύψει –ακόμα και από τον ίδιο του τον εαυτό– την ακραία ατομικιστική του στάση.
Για εμένα, ωστόσο, πέρα από οποιαδήποτε άλλη πιθανή ερμηνεία και πρόσληψη, θα σημαίνει πάντοτε μια αφιέρωση που βρίσκεται στη δεύτερη σελίδα του βιβλίου του έργου από το οποίο μελέτησα τον ρόλο. Την αφιέρωση αυτή την έγραψε ένας άνθρωπος σπουδαίος και πολύ σημαντικός για μένα, τη μέρα που μου δώρισε το συγκεκριμένο αντίτυπο, λίγο καιρό πριν ξεκινήσουν οι πρόβες.
Va! Pour l’ amour del’ humanité!
Act III, 2
–Ο Ντον Ζουάν είναι ένας ήρωας που μπορεί να φανεί πολύ αντιπαθής, αλλά είχα την αίσθηση ότι αναδεικνύεις μια ανθρώπινη πλευρά του. Εσύ πώς τον βλέπεις;
Ως αρχετυπικό σύμβολο του Ευρωπαϊκού πολιτισμού, με πολλαπλές δυνατότητες πρόσληψης. Ως παλμό που εξακτινώνει νοήματα και ερωτήματα. Ως μια αλλεπάλληλη αλληλουχία αισθήσεων. Ως οδύνη και ως ηδονή. Ως επιθυμία ζωής και προσδοκία θανάτου. Ως μνήμη και ως ενδεχόμενο. Ως αίνιγμα που γνωρίζω πως δεν θα λύσω.
–Είναι ένα έργο για τον έρωτα, ή μήπως ο έρωτας είναι η αφορμή για να μιλήσει για την υποκρισία σε οποιονδήποτε τομέα της ζωής, όπως η πολιτική; Στην εκρηκτική σκηνή του πριν το τέλος είχα μια τέτοια εντύπωση.
Έχω κι εγώ την εκτίμηση πως το έργο δεν περιορίζεται θεματικά σε μια πραγματεία περί ερωτικής συμπεριφοράς. Δεν πρόκειται αποκλειστικά για έναν σχολιασμό μιας «καταδικαστέας» περίπτωσης, που παραβιάζει τα χρηστά ήθη ενός κοινωνικού πλαισίου.
Θεωρώ πως η πυρηνική δομή του έργου υφαίνεται από υπαρξιακά, πολιτικά και κοινωνικά νήματα ιδιαίτερης ισχύος. Η διαλεκτική προσώπου και συνόλου, σύνθετα ηθικά ερωτήματα, καθώς και σκληρές όψεις της υπαρξιακής κατάστασης του ανθρώπινου είδους και των κοινωνιών που εκείνο δημιουργεί αναφαίνονται μέσα στις γραμμές της συγκεκριμένης «κωμωδίας».
–Πέρα από τις όποιες προεκτάσεις, ο έρωτας είναι κυρίαρχο μοτίβο στο έργο. Τι θέση έχει στη ζωή σου;
Τον έρωτα τον αντιλαμβάνομαι ως ερωτηματικό και θαυμαστικό συγχρόνως. Μου προκαλεί θάμβος μαζί και άγνοια. Η θέση που έχει στην ζωή μου οφείλω να παραδεχτώ πως είναι σημαίνουσα, είτε πρόκειται για περιόδους όπου εγκαταλείπομαι σε εκείνον, είτε για άλλες όπου πασχίζω να του φυλαχτώ και να προφυλαχτώ.
–Η παράσταση απαιτεί και μεγάλη φυσική αντοχή και προσπάθεια. Πώς ασκείς σώμα και πνεύμα για κάτι τέτοιο;
Η σωματική, πνευματική και ψυχική εξάσκηση, με σταθερούς, οργανωμένους και συστηματικούς όρους, αποτελεί ούτως ή άλλως την καθημερινότητα της τέχνης που υπηρετώ. Το καθημερινό μου πρόγραμμα, πέρα από την πρόβα του θιάσου, περιλαμβάνει και την εκγύμναση, και τη μελέτη, και την καλλιέργεια. Είναι απαραίτητα στοιχεία του τρόπου με τον οποίο αντιλαμβάνομαι πως οφείλει να επιτελείται η τέχνη της υποκριτικής.
«Ο άνθρωπος είναι η απάντηση όποια κι αν είναι η ερώτηση»
–Πώς είναι η ζωή σου εκτός δουλειάς;
Δεν ξέρω... Διαβάζω κυρίως, βλέπω ταινίες, θέατρο και πολιτικές/ενημερωτικές εκπομπές, ακούω μουσική, κάνω δουλειές στο σπίτι και για το σπίτι. Συναντώ φίλους, μου αρέσει να συνομιλώ, να συζητάω, να πηγαίνω για έναν καφέ ή για ένα κρασί, να κάνω περίπατο στο Πεδίον του Άρεως. Δεν ξέρω πώς μπορεί να ονομαστεί αυτό το σύνολο, πάντως σε μια αυθόρμητη σκέψη δεν θα το χαρακτήριζα ως κάποια ιδιαιτέρως περιπετειώδη και ριψοκίνδυνη εκδοχή ζωής.
–Η πανδημία έχει βάλει ένα «σύννεφο» πάνω από την καθημερινότητα όλων μας. Τι σε βοηθάει να κρατηθείς;
Ο άνθρωπος είναι η απάντηση όποια κι αν είναι η ερώτηση, πόσο μάλλον όταν πρόκειται για μια ερώτηση σαν κι αυτή. Ακόμα κι αν πρόκειται για μια συνθήκη που μας επιβάλλει να κρατηθούμε σε «απόσταση ασφαλείας». Οι άνθρωποι λοιπόν. Και τα βιβλία. Δηλαδή, οι άνθρωποι και πάλι.
–Έχω δει στον λογαριασμό σου στο Instagram έναν υπέροχο γάτο. Πώς μπήκε στη ζωή σου;
Το όνομά του είναι Σίμπα, όνομα που προφανώς έλκει την καταγωγή του από την ταινία «Ο Βασιλιάς των Λιονταριών» της Disney, και μπήκε στην ζωή μου τους πρώτους μήνες του 2018. Ήταν για μένα από εκείνες τις περιόδους που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε μεταβατικές και επώδυνες, μια περίοδος αναστοχασμού και κρίσης. Η μητέρα μου, σε μια συνομιλία μας, μου είχε αναφέρει τότε πως ένας άνθρωπος από το ευρύτερο περιβάλλον της αναζητούσε σπίτι για ένα γατί σχετικά νεογέννητο, τη φροντίδα του οποίου δεν γινόταν να αναλάβει εκείνος. Δεν το σκέφτηκα δεύτερη στιγμή. Κι ούτε έχει υπάρξει στιγμή που να το έχω μετανιώσει. Πρόκειται για μια –ας μου συγχωρεθεί κάποια σχετική υπερβολή– ευλογία, η οποία τρώει, πίνει, χαϊδεύεται, νιαουρίζει, γρατζουνάει, δαγκώνει, αγκαλιάζει. Κατά παράδοξο τρόπο, με διδάσκει πώς να γίνομαι περισσότερο άνθρωπος.
«Απόλυτη ευτυχία δεν υπάρχει»
–Πού θα ήθελες να ζεις, αν όχι στην Αθήνα;
Η αλήθεια είναι πως δεν θα ήθελα να ζω κάπου αλλού. Βέβαια, κατά καιρούς σχηματίζεται μέσα μου κάποια αφηρημένη αίσθηση διαφυγής από τη ζωή στην πόλη. Ο εξιδανικευμένος τόπος ο οποίος πρωταγωνιστεί σε αυτές τις σκέψεις «απόδρασης» είναι εδώ και αρκετά χρόνια οι Πρέσπες. Ωστόσο, είμαι σίγουρος πως θα μου είναι σχεδόν αδύνατο να επιλέξω κάποτε να απομακρυνθώ από την Αθήνα.
–Σκέφτηκα να σε ρωτήσω πώς θα ήθελες να εξελιχθεί η καριέρα σου, αλλά δεν ξέρω καν αν σε καλύπτει η λέξη «καριέρα». Σε έχει απασχολήσει ποτέ;
Εκείνο που εγώ θα ήθελα είναι να συντελώ στην δημιουργία καλλιτεχνικών αναπαραστατικών συμβάντων, τα οποία θα επενεργούν ποικιλότροπα στους εκάστοτε δέκτες. Και, ομολογουμένως, η λέξη «καριέρα» δεν ηχεί στα αυτιά μου καθόλου ευχάριστα.
Σηματοδοτεί μιαν εντελώς συγκεκριμένη και προβληματική κατά την γνώμη μου αντίληψη για τη σχέση του ανθρώπου με την εργασία του, τον εαυτό του και τον κοινωνικό/εργασιακό του περίγυρο. Μια αντίληψη με διαβρωτικά χαρακτηριστικά, η οποία θεμελιώνεται στο ιδεολόγημα του ατομικισμού, του ανταγωνισμού και του κοινωνικού δαρβινισμού.
Πρόκειται για μια στρεβλωμένη και τοξική εκδοχή της υπαρκτής και βαθιά σημαντικής αξίας που έχει μέσα μας η ανάγκη για προκοπή, για καλλιέργεια, για προσφορά και για ανθοφορία, σε προσωπικό αλλά και σε συλλογικό επίπεδο.
–Έχεις σκεφτεί ποτέ ποια θα ήταν για σένα η απόλυτη ευτυχία;
Απόλυτη ευτυχία δεν υπάρχει. Και ίσως το να εξοικειωθώ ακόμα περισσότερο με αυτό το δεδομένο να ήταν ένα ιδιαίτερα ευτυχές γεγονός για τη ζωή μου, καθώς πιθανολογώ πως θα με βοηθούσε να εμβιώνω βαθύτερα την ευτυχία, τις φορές που εκείνη κι εγώ ανταμώνουμε.