ΤΙ ΜΕ ΣΟΚΑΡΕΙ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΤΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΖΩ ΜΑΚΡΙΑ ΤΗΣ
Γνήσιο παιδί της Αθήνας, από το Χαλάνδρι μέχρι τα Εξάρχεια και από τους Αμπελόκηπους μέχρι το Παγκράτι, όλη μου η ζωή χάραξε πορεία πάνω στον χάρτη της πόλης. Μέχρι που, μην αντέχοντας άλλο τα αρνητικά της, έφυγα, και πλέον επιστρέφω στα παλιά μου λημέρια μόνο σαν επισκέπτης. Πόσο διαφορετική μπορεί να σου φανεί η μεγάλη πόλη που μέχρι πρόσφατα αποκαλούσες σπίτι σου, και τι μπορεί να προσέξεις εκεί που κάποτε όλα περνούσαν απαρατήρητα;
Όταν ζεις καταστάσεις και πρόσωπα από απόσταση, δημιουργείς μία καινούργια συσχέτιση και βλέπεις τα πάντα κάτω από μια νέα διάσταση. Το ίδιο συνέβη και σε μένα, αφότου πέρασα αρκετό χρόνο μακριά από την πόλη που με ανέθρεψε. Έφυγα από την Αθήνα αμέσως μετά τον κόβιντ, όταν ένιωσα ότι τα πράγματα αγρίεψαν παραπάνω από όσο μπορούσα να τα αντέξω.
Κάθε φορά που επέστρεφα, έμπαινα αυτόματα στην άνεση των παλιών μου συνηθειών: Από τον καφέ συγκεκριμένης αλυσίδας που μόνο εκεί βρίσκω, μέχρι την κίνηση στο δρόμο, όλα έμοιαζαν σαν ένα γάντι που γλιστρούσε αβίαστα στο χέρι μου, ξανά και ξανά.
Όμως, σχεδόν τρία χρόνια μετά, έχοντας ζήσει στη μικρή κοινωνία της Σύρου, πιάνω πλέον τον εαυτό μου να επισκέπτεται την Αθήνα, την «πόλη μου», και να βλέπει τα πράγματα με άλλο μάτι – ή να βλέπει πράγματα για πρώτη φορά. Η επαρχία σου δίνει ένα γερό reality check σε σχέση με το τι θεωρείς δεδομένο ζώντας στην πρωτεύουσα. Θέλησα λοιπόν να το μοιραστώ μαζί σας, εστιάζοντας σε πράγματα που δεν είχα δει, μέχρι που απομακρύνθηκα κι έκανα κυριολεκτικά downsizing.
Η Αθήνα είναι πολύ απρόσωπη πόλη
Σκεφτείτε το: περπατάτε στο δρόμο και συναντάτε μία μαμά με ένα μωρό, ένα κορίτσι με το σκυλάκι του, δύο παιδάκια με τους γονείς τους, μία χαρούμενη παρέα εφήβων, τους οποίους προσπερνάτε χωρίς να ανταλλάξετε ούτε ένα χαμόγελο, πολλές φορές χωρίς να τους κοιτάξετε καν. Αν κάποιες φορές κάποιος χαμογελάσει ή πει μία «καλημέρα» σε έναν άγνωστο, είναι πολύ πιθανό να μη λάβει καν απάντηση.
Θυμάμαι την αδελφή μου να γυρίζει κάποτε από μια δουλειά που είχε στο κέντρο και να μου λέει συγκινημένη για το πώς κάποιος τη σταμάτησε στο δρόμο για να της πει μια ζεστή καλημέρα και να μοιραστεί μαζί της το πόσο ωραίο πρωινό θεωρεί το κουλούρι Θεσσαλονίκης, που και οι δύο έτρωγαν εκείνη τη στιγμή. Ξέρω ότι σήμερα το πιο πιθανό είναι να αντιμετωπιζόταν ως τρελός, τι έχεις όμως να χάσεις αν χαμογελάσεις σε έναν ξένο και πεις μία καλημέρα;
Στην Αθήνα δεν υπάρχει ποτέ χρόνος
Ό,τι και να κάνεις, όποιος και να είσαι, η Αθήνα ροκανίζει αχόρταγα τον χρόνο σου. Θέλεις να κατέβεις στο κέντρο για ένα ραντεβού ή να ανέβεις στον οδοντίατρό σου στο Μαρούσι και δεν μπορείς ποτέ να πεις με σιγουριά τι ώρα θα γυρίσεις. Φεύγεις από τη δουλειά σου και δεν ξέρεις σε πόση ώρα θα είσαι στο σπίτι σου – από την ξαφνική κίνηση μέχρι το μηδενικό πάρκινγκ, όλα μπορεί να σε πετάξουν εκτός χρόνου. Είναι λογικό λοιπόν να ξεκινάς με άγχος και ακόμη πιο λογικό να καταλήγει ένα απλό κανόνισμα για καφέ σε εξίσωση για δυνατούς λύτες.
Στο δρόμο, ο σώζων εαυτόν σωθήτω
Πόσες φορές σας έχει τύχει να είστε το πρώτο αυτοκίνητο στο φανάρι και να σας κορνάρουν να ξεκινήσετε πριν ακόμη ανάψει το πράσινο; Πόσες φορές δεν έχετε κάνει κι εσείς κάτι παρόμοιο πάνω στον πανικό σας να προλάβετε τη μέρα; Το βλέπω και από μένα. Μετά από μερικά χιλιόμετρα πίσω από το τιμόνι στην Αθήνα, γίνομαι όλα αυτά που σιχαίνομαι.
Αλλά το χειρότερο το έζησα πρόσφατα, περπατώντας. Συνειδητοποίησα ότι στην Αθήνα οι διαβάσεις πεζών δεν έχουν κανένα νόημα και λόγο ύπαρξης. Ακόμη κι αν κάνεις νόημα στα αυτοκίνητα που έρχονται αδιάφορα κατά πάνω σου, εκείνα δεν σταματούν σχεδόν ποτέ. Εάν, δε, κάποιο σταματήσει, αυτά που ακολουθούν του κορνάρουν έντονα μέχρι να συνεχίσει ξανά την πορεία του.
Οι ουρές είναι για τους χαζούς
Είτε περιμένεις στο ταμείο του super market είτε στο ΚΕΠ, αν δεν έχεις τις κεραίες σου τεντωμένες, όλο και κάποιος «έξυπνος» θα βρεθεί να σου πάρει τη θέση, να κλέψει, να σε προσπεράσει. Έχεις το κουράγιο να τον φέρεις αντιμέτωπο με την πράξη του; Στην καλύτερη περίπτωση να λάβεις μία τάχα μου αθώα δικαιολογία που το πιο πιθανό είναι να σε εξοργίσει, στη χειρότερη και πιο συνηθισμένη, μία ξεγυρισμένη λεκτική επίθεση.
Πού είναι στην Αθήνα τα παιδιά;
Ένα από τα πρώτα πράγματα που θυμάμαι να με ξαφνιάζουν ζώντας στην επαρχία είναι ότι βλέπω παντού παιδιά. Στο δρόμο, στις πλατείες, στα καταστήματα, τα παιδιά κυκλοφορούν παντού, πολλές φορές χωρίς τη συντροφιά ενήλικα, μιας και σε μία μικρή κοινωνία είναι προστατευμένα. Ανεβαίνοντας στην Αθήνα πριν από έναν μήνα, περπάτησα αρκετά για να πάω στις διάφορες υποχρεώσεις μου, και αποφάσισα να μετρήσω πόσα παιδιά θα συναντούσα στο δρόμο. Για πάνω από μία ώρα, δεν είδα ούτε ένα παιδί. Ψάχνοντας, κατέληξα να δω κάνα δύο μέσα σε αυτοκίνητα, ενώ τριγύρω μου υπήρχαν μόνο ενήλικες.
Καχυποψία
Μπαίνοντας στο βαγόνι του μετρό, η πρώτη αντίδραση είναι να «κόψει» κανείς τους συνεπιβάτες του, σκανάροντας για πιθανό κίνδυνο. Το ίδιο και στο σαλονάκι αναμονής στο ιατρείο, στην είσοδο των πολυκαταστημάτων, στο σινεμά. Οι τσάντες ασφαλίζονται κάτω από αγκώνες, το βλέμμα χαμηλώνει. Είναι κάτι που καλλιεργείται μέρα με τη μέρα, ασυνείδητα, και προικοδοτείται από όλες τις ειδήσεις που ακούμε καθημερινά. Φανταστείτε για λίγο πώς θα ήταν να μην κλειδώνετε την πόρτα του σπιτιού σας ή το αυτοκίνητό σας, όσοι μεγαλώσαμε στα eighties το θυμόμαστε πολύ καλά.
Σαγήνη
Ό,τι και να σου κάνει η Αθήνα, όσο απάνθρωπο και να σε αναγκάζει να γίνεις, όσο απρόβλεπτη και να είναι, έχει μία σαγήνη, από την ιστορία της μέχρι τις ατέλειωτες νύχτες της, κι έναν ουρανό που δεν υπάρχει πουθενά αλλού. Ζώντας πλέον μακριά της, εκτιμώ ακέραια την ομορφιά της, μία ομορφιά που δεν μπορούσα να δω όσο έτρεχα αγχωμένη μέσα στα σπλάχνα της. Που και που, κάντε μου τη χάρη και πατήστε ένα pause, κοιτάξτε γύρω σας και αγαπήστε την ξανά. Της αξίζει.