Εικονογράφηση: Ελένη Καστρινογιάννη

ΠΟΣΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΚΕΡΔΙΣΑ ΜΕΓΑΛΩΝΟΝΤΑΣ

Ναι, γερνάμε. Αυτό είναι το αρνητικό του να μεγαλώνεις. Ταυτόχρονα, όμως, τα χρόνια που βαραίνουν την πλάτη σου σε μαθαίνουν πολλά, σε εξελίσσουν και σε κάνουν να επενδύεις σε αυτά που έχουν σημασία. Τελικά, κερδίζεις πολλά πράγματα μεγαλώνοντας.

Μεγαλώνοντας δεν γερνάμε απλώς. Μαθαίνουμε και πολλά πράγματα, για μας και τους γύρω μας. Αλλάζουμε και εξελισσόμαστε και αυτό μας κάνει να βλέπουμε τη ζωή αλλιώς.

Έχω κουραστεί να βλέπω μπροστά μου θέματα που αφορούν όλες τις φθορές που προκαλεί το πέρασμα των χρόνων σε έναν οργανισμό. Δηλαδή, η κοινώς λεγόμενη γήρανση. Ναι, φεύγει το κολλαγόνο –να ζήσουμε να το θυμόμαστε– και προκύπτει μια γενικότερη κατολίσθηση στο δέρμα μας. Ναι, επηρεάζεται κάθε μας κύτταρο. Για την ακρίβεια, σταματούν να διαιρούνται.

Ναι, «πέφτει» η απόδοση όλων των οργάνων μας. Χάνουμε μυϊκή μάζα και νευρώνες στο νευρικό σύστημα, μειώνεται η χωρητικότητα των πνευμόνων, επιβραδύνεται ο μεταβολισμός και «πέφτει» το ανοσοποιητικό σύστημα, προκύπτουν αλλαγές στα ορμονικά μας επίπεδα.

Γενικά, γίνονται πράγματα που δεν μας αρέσουν, αλλά δεν μπορούμε και να αποφύγουμε. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να φροντίσουμε τον εαυτό μας, ώστε να επιβραδύνουμε τις εξελίξεις και να αποφύγουμε τις ακρότητες, τουλάχιστον σε πρώτη φάση. Πέραν τούτου, ουδέν.

Όσα έμαθα μεγαλώνοντας

Ό,τι διάβασες στις τελευταίες γραμμές είναι μια από τις κατακτήσεις μου με το πέρασμα των χρόνων: Δεν σκάω για πράγματα που δεν είναι στο χέρι μου να αλλάξουν. Αν θέλω και μπορώ να κάνω κάτι για μια συνθήκη που δεν απολαμβάνω, το κάνω στο μέτρο που μπορώ.

Τι εννοώ: Ήθελα να βοηθήσω σε πρόγραμμα για βρέφη που εγκαταλείπονται στα νοσοκομεία. Και μόνο η σκέψη με κατέθλιβε. Άσε που κατά την πάγια τακτική μου (κατάλοιπο του παρελθόντος μου), αν πήγαινα θα ήθελα να τα πάρω όλα σπίτι. Τι έκανα; Έκανα ρεπορτάζ και έγραψα θέματα για αυτά τα προγράμματα, ώστε να ασχοληθεί όποιος έχει τη δύναμη. Μέχρι εκεί μπορούσα να φτάσω, μέχρι εκεί έφτασα – και θα ξαναφτάσω.

Παλιά περνούσα από το συναίσθημα στην εκτόνωσή του, σε κλάσματα δευτερολέπτου. Θα έλεγες πως δρούσα παρορμητικά, με ό,τι συνεπάγεται αυτού. Τώρα, σκέφτομαι «με νοιάζει αυτό που συμβαίνει;» Εννοώ: προσδιορίζει τη ζωή μου με κάποιον τρόπο; Εάν την προσδιορίζει, ασχολούμαι. Αλλιώς προσπερνώ, ακόμα και αν στα μάτια των άλλων φαίνομαι loser.

Έχω πάψει να ασχολούμαι με το «τι θα πει ο κόσμος» – άλλωστε τις περισσότερες φορές πρόκειται για ανθρώπους που δεν τους ξέρω καλά και άρα γενικά δεν με νοιάζει η άποψή τους για εμένα. Έχω επικεντρώσει την προσοχή μου στην ψυχική μου υγεία.

Ακόμα όμως και αν με ενδιαφέρει κάτι που γίνεται, δεν θα σπαταλήσω έως εξάντλησης την ενέργειά μου για να επιτύχω την όποια αλλαγή. «Παίζω» με την εμπειρία. Έχω φτάσει στο σημείο που έχω πλήρη επίγνωση των καυσίμων που διαθέτω, για να διαχειριστώ τις ανάγκες και τις προτεραιότητές μου. Έτσι, τα «καίω» ανάλογα. Δεν εξαντλούμαι άνευ λόγου και αιτίας. Ή όταν ξέρω πως αυτός που έχω απέναντί μου δεν θα καταλάβει τι του λέω γιατί δεν έχει προγραμματιστεί ή εκπαιδευτεί για να καταλαβαίνει. Προφανώς και αυτό δεν σημαίνει ότι δεν λέω όσα με ενοχλούν.

μεγαλώνοντας
Εικονογράφηση: Ελένη Καστρινογιάννη

Το έκανα και νεότερη, αλλά με πολύ λάθος τρόπο. Για παράδειγμα, όταν ένιωθα πως κάποιος με κοροϊδεύει ή με αδικεί, ότι προσβάλει όχι μόνο την νοημοσύνη μου, αλλά την ύπαρξή μου στο σύνολό της, ούρλιαζα, εκτόξευα αντικείμενα και τελικά, δεν γινόταν ποτέ κατανοητό πώς ξεκίνησαν όλα. Επίσης, χανόμουν στις ιστορικές αναδρομές που συνηθίζουν να κάνουν όσοι δεν τους νοιάζει να καταλήξει κάπου μια συζήτηση, αλλά να μη χάσουν το «παιχνίδι».

Θα σου ‘χει τύχει. Ή θα το ‘χεις κάνει. Είναι η περίπτωση που λες σε ένα άτομο «με ενοχλεί το τάδε πράγμα που έκανες την τάδε στιγμή» και σου απαντάει «ναι, αλλά και εσύ τότε (παρελθοντικά) είχε κάνει το δείνα». Μου το είπες τότε; Όχι. Δεν με ενδιαφέρει τώρα. Τουλάχιστον όχι πριν τακτοποιήσουμε αυτό που έφερα εγώ στο τραπέζι.

Πλέον, όταν νιώθω την πίεσή μου να ανεβαίνει, αποχωρώ και επιστρέφω την επομένη, έχοντας βάλει σε μια σειρά όσα θέλω πραγματικά να πω. Όσα νιώθω πως θα με βοηθήσουν να κάνω ξεκάθαρη τη θέση μου. Τα παραθέτω ψύχραιμα και προσπαθώ να διατηρώ την υπομονή μου ό,τι και αν ακούω (γιατί κάποιοι άνθρωποι ζουν για να σε κάνουν έξαλλο, να ξεσπάσεις και μετά να σου πουν «έχασες το δίκιο σου», που μεταξύ μας δεν το χάνεις). Νιώθω «καθαρή»; Τότε είμαι μια χαρά.

Μεγαλώνοντας έμαθα να μην βάζω μέσα μου τα προβλήματα των άλλων

Μια άλλη αλλαγή που ήρθε με τα χρόνια είναι πως δεν βάζω μέσα μου τα προβλήματα των άλλων. Δεν προσπαθώ να σώσω τα παιδιά που βλέπω πως περνούν στα σπίτια τους ό,τι περνούσα εγώ ως παιδί, με δυο γονείς που δεν διαχειρίστηκαν ποτέ τον θάνατο του αδελφού μου και τσακώνονταν περισσότερο από όσο ανέπνεαν. Ούτε έχω τάμα να σώσω σχέσεις που μου θυμίζουν εκείνη των γονιών μου ή τις περισσότερες από τις δικές μου (φευ).

Ακούω αυτά που απασχολούν τους ανθρώπους που με ενδιαφέρουν, λέω ό,τι έχω να πω, αλλά όταν καταλαβαίνω πως με αντιμετωπίζουν ως... κάδο απορριμμάτων (δεν έχουν διάθεση να κάνουν κάτι να λυτρωθούν, απλά θέλουν να φορτώνουν τα θέματά τους σε όποιον βρουν), εγκαταλείπω.

Σταμάτησα και να δείχνω κατανόηση για τα βάρη που κουβαλούν οι πάντες, τα οποία γίνονταν στο μυαλό μου ο λόγος για συμπεριφορές που με πλήγωναν. Ή με θύμωναν. Ή με απογοήτευαν. Το «εντάξει, περνάει δύσκολα. Ας δείξω κατανόηση» έχει αντικατασταθεί με το «βγάζω τα συναισθήματα που μου δημιουργείς».

Έμαθα να μην έχω προσδοκίες

Κάτι άλλο που έμαθα με τα χρόνια είναι να μην έχω προσδοκίες. Τις απαιτήσεις τις είχα διαγράψει πολύ νωρίτερα. Αλλά από ό,τι φαίνεται (τουλάχιστον έτσι μου είπε η ψυχολόγος μου), είναι στην ανθρώπινη φύση να έχουμε προσδοκίες. Ξέρεις, όμως, πόσο ευκολότερη μπορεί να γίνει η ζωή σου χωρίς αυτές; Ή έστω αν τις περιορίσεις;

Να σου δώσω και ένα παράδειγμα: δεδομένης της εμπειρίας μου και όσων είχα αποδείξει πως μπορώ να κάνω στη δουλειά μου, όταν εμφανιζόταν ένα project που ήταν κομμένο και ραμμένο πάνω μου, στο μυαλό μου το ‘χα σίγουρο πως θα με επιλέξουν να εργαστώ σε αυτό. Υποθέτω πως φαντάζεσαι την απογοήτευσή μου (σε περιόδους κατάθλιψης, ακύρωνα τον εαυτό μου, δεν απογοητευόμουν απλά), όταν η πραγματικότητα ήταν διαφορετική.

Τι έκανα για να γλιτώσω τις συγκινήσεις;

Αναγνώρισα ποια είμαι, τι μπορώ να κάνω, τι δεν μπορώ να κάνω και το συνέχισα από εκεί, χωρίς να περιμένω τίποτα από κανέναν. Συνέχισα να προσφέρω ό,τι καλύτερο μπορώ και άρχισα διεκδικώ αυτά που θεωρώ πως αξίζω, σε μισθό ή ό,τι άλλο. Πάνε οι καιροί που πίστευα πως είναι ντροπή να ζητώ δουλειά ή αύξηση. Διεκδικώ ό,τι έχω ανάγκη και βάσει των όσων προσφέρω, εν αντιθέσει με τη Gen Z που απαιτεί ενίοτε χωρίς να υπάρχει βάση.

Όχημά μου σε αυτή την εξέλιξη έγινε η φράση της ψυχοθεραπεύτριάς μου «δεν χρειάζεται να φεύγεις από καταστάσεις που δεν σου αρέσουν. Μπορείς να βρεις τρόπο να υπάρξεις μέσα σε αυτές». Πώς; «Κάνοντας τις υποχωρήσεις που μπορείς να κάνεις, που αντέχει ο ψυχισμός σου». Εξυπακούεται πως με τα χρόνια και τη δουλειά με τον εαυτό μου, ξέρω ποια είμαι και έως πού μπορώ να φτάσω σε συμβιβασμούς, σχετικούς με θέματα αρχών και αξιοπρέπειας.

Αυτό σήμαινε στην πράξη πως έπρεπε να βάλω τον εαυτό μου στην πραγματική διάσταση της δουλειάς μου, να εξαφανίσω από την εικόνα το αχρείαστο Εγώ (ξέρω ποια είμαι –τα καλά μου, τα κακά μου–, άρα δεν με
ενδιαφέρει ιδιαίτερα πώς με αντιλαμβάνονται οι άλλοι του χώρου) και να αποδεχθώ πως οι άνθρωποι με τους
οποίους δουλεύω δεν είναι φίλοι. Είναι συνεργάτες. Όλοι είμαστε επαγγελματίες. Αν τύχει να ταιριάξουμε με κάποιους, τότε ναι, μπορούμε να γίνουμε και φίλοι. Σε κάθε περίπτωση, όμως, μπορώ να συνεργαστώ ακόμα και με κάποιον που αντιπροσωπεύει ό,τι σιχαίνομαι σε έναν άνθρωπο. Δεν θα τον καλύψω, δεν θα κάνω τη δουλειά του. Και σίγουρα δεν θα μοιραστούμε ποτέ τα εσώψυχά μας.

Θα έλεγες πως δεν έχω προσδοκίες και φροντίζω να μην έχει και ο άλλος. Να είναι διακριτά τα όρια μεταξύ του πού αρχίζουν και πού τελειώνουν όλα. Κάτι που κάνω τα τελευταία χρόνια και με τους φίλους και τους συντρόφους μου. Όσο και αν αγαπάω κάποιον, όσα χρόνια και αν συμπορευόμαστε, αν δεν αντέχω συμπεριφορές που μου κλωτσάνε (που με πνίγουν), φεύγω.

Δεν προσπαθώ να αλλάξω κανέναν, πέραν του εαυτού μου, εκεί που θέλω, όταν θέλω. Είναι ξεκάθαρο πια πως το να είμαι μόνη όχι μόνο το αντέχω, αλλά έχω μάθει να περνώ και καλά. Το να νιώθω όμως, μόνη ως μέλος της όποιας σχέσης, δεν το αντέχω. Όταν λοιπόν, μου συμβαίνει, αποχωρώ.

Τελευταία μου είπαν φίλες πως δεν έχω μάθει να ζητώ. Είναι αλήθεια. Οφείλεται στο στο γεγονός ότι αφενός τo μάντρα της μητέρας μου ήταν «να μη ζητάς τίποτα από κανέναν, να μη χρωστάς σε κανέναν, αξιοπρέπεια πάνω από όλα», αφετέρου τις λίγες φορές που ζήτησα κάτι στις χειρότερες στιγμές μου, με περίμενε κατραπακιά. Είπα, λοιπόν, να γλιτώσω περαιτέρω πόνο.

Μια φίλη μού διευκρίνισε ότι υπάρχουν άνθρωποι στους οποίους πρέπει να πεις τι θες για να ενεργοποιηθούν, γιατί έτσι έχουν μάθει να λειτουργούν. Αυτό είναι κάτι που δεν είχα σκεφτεί ποτέ ξανά στο παρελθόν. Είμαι ακόμα στη φάση της επεξεργασίας. Πού θα πάει; Θα το βρω.

Η σημασία του να δέχεσαι

Κάτι άλλο που έχω αλλάξει συγκριτικά με τα νιάτα μου, είναι και ότι έχω μάθει να δέχομαι. Γιατί; Σε παραπέμπω στο παραπάνω μάντρα. Μετά, με τη βοήθεια μιας φίλης που μου εξήγησε πόσο τη στενοχωρεί η διαρκής άρνηση να δεχθώ οτιδήποτε, συνειδητοποίησα ότι όπως περιμένω από τους άλλους να δεχθούν ένα δώρο ή ένα κέρασμα από εμένα, μάλλον οφείλω να κάνω το ίδιο. Αλλιώς η συνθήκη γίνεται ασεβής. Κι εγώ θέλω να πιστεύω πως τους φίλους μου τους σέβομαι.

Λέω να σε αφήσω κάπου εδώ. Όχι γιατί δεν έχω άλλα να αναφέρω. Μπορώ να γράφω για ώρες. Θέλω όμως, να σε αφήσω να σκεφτείς πώς αντιλαμβάνεσαι εσύ τη γήρανση και εξακολουθείς να πιστεύεις πως πρόκειται για κάτι που είναι μόνο κακό.

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.