7 ΠΛΕΥΡΕΣ ΤΟΥ ΣΤΕΛΙΟΥ ΠΑΡΛΙΑΡΟΥ ΠΟΥ ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΑΜΕ
Ο Στέλιος Παρλιάρος δεν είναι απλώς ένας ζαχαροπλάστης. Είναι ένας άνθρωπος που λατρεύει τον κινηματογράφο, εμπνέεται από τη φύση, δεν πιστεύει στη θρησκεία και δεν φοβάται τον θάνατο.
Γνώρισα τον Στέλιο Παρλιάρο σε γυρίσματα της εκπομπής του. Ήταν ο πρώτος που πήγαινε στο γύρισμα και ο τελευταίος που έφευγε. Κουβαλούσε, έπλενε, μάζευε. Και καμία –μα καμία– στιγμή δεν σου έδινε την αίσθηση ότι είχε κουραστεί. Τρία χρόνια αργότερα, μετά από άπειρες συζητήσεις μαζί του, νιώθω ότι έχω ανακαλύψει ποια είναι αυτή η «μαγική σκόνη» που τον ακολουθεί και τον κάνει τόσο προσιτό σε όλους: Είναι ένας άνθρωπος αυθεντικός.
Ένας κακός μαθητής με φαντασία. Ένας νεαρός με πείσμα και αστείρευτη δημιουργικότητα. Ένας δοτικός άνθρωπος με διάθεση για ζωή, που δεν θεωρεί ότι έχει φτάσει πουθενά – γι΄ αυτό και συνεχίζει να βρίσκεται ψηλά. Με καθαρή σκέψη και όνειρα που δεν τελειώνουν ποτέ.
Μια ειλικρινής συζήτηση μαζί του αποκαλύπτει 7 πτυχές από τη ζωή του που δεν είναι ευρύτερα γνωστές.
1. Ο Στέλιος Παρλιάρος είχε ευτυχισμένα παιδικά χρόνια
– Φαίνεσαι ισορροπημένος και ευτυχισμένος. Νιώθω ότι είχες πολύ καλή παιδική ηλικία…
Ναι, είμαι ευτυχισμένος και αυτό το προσπαθώ. Tο έχω καλλιεργήσει στον εαυτό μου το να είμαι καλά. Η μητέρα μου ήταν μια γυναίκα άγια. Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος πολύ μπροστά από την εποχή του, με έμαθε πάρα πολλά πράγματα, είχαμε φοβερή σχέση. Δεν με πίεζαν ποτέ και πάντα είχα τη στήριξή τους. Ήμουν το μοναδικό παιδί στην Κωνσταντινούπολη που δεν είχα περιορισμούς να βγω, να κάνω παρέα με όποιον θέλω. Και στο σχολείο που έβλεπαν ότι δεν τα πήγαινα καλά, ποτέ δεν με πίεζαν. Ένιωθα ότι μου έχουν εμπιστοσύνη.
– Τι ήταν αυτό που έκανε τον πατέρα σου να ξεχωρίζει;
Ήταν φοβερός. Όλα τα παιδιά στη γειτονιά μαζευόντουσαν γύρω του και τον άκουγαν να μιλάει. Δεν ήταν μορφωμένος άνθρωπος, αλλά είχε πολύ όμορφη σκέψη, δεν του ξέφευγε τίποτα. Είχε μια έμφυτη ευγένεια. Ήταν πάντα καλοντυμένος, του άρεσε το καλό φαγητό, το ωραίο ντύσιμο. Μου μιλούσε για την τέχνη, τη διαφορετικότητα, το σύμπαν, τον Θεό – ήταν άθεος ο ίδιος.
2. Ο Στέλιος Παρλιάρος δεν πιστεύει στη θρησκεία
– Εσύ, πιστεύεις στον Θεό;
Όχι, είμαι άθεος. Μετά από πολλά χρόνια και πολλή σκέψη, καταλήγω σε αυτό το συμπέρασμα. Ποιος μου λέει αν υπάρχει ο Μωάμεθ ή ο Χριστός ή ο Βούδας; Αν γεννιόμουν Μουσουλμάνος, θα μου μάθαιναν να πιστεύω στον Μωάμεθ. Τι θα πει «πίστευε και μη ερεύνα»; Αν δεν ερευνούσαμε, δεν θα είχαμε επιστήμη, δεν θα είχαμε ιατρική.
– Ποια είναι η θεωρία σου σχετικά με τη δημιουργία του κόσμου;
Δεν ξέρω αν έγινε το Big Bang ή όχι. Πιστεύω ότι υπάρχει μία δύναμη, δεν είμαστε τυχαίοι. Δεν μπορεί να λειτουργεί το σώμα μας έτσι όπως λειτουργεί. Είναι εντυπωσιακή η εξέλιξη του ανθρώπου μέσα στον χρόνο. Πολλές φορές κάθομαι και σκέφτομαι: Αν δεν υπάρχει το σύμπαν, δεν υπάρχει τίποτα; Μόνο σκοτάδι; Πιστεύω ότι κάποιου είδους ζωή πρέπει να υπάρχει εκεί έξω.
– Αυτή σου η θεωρία έχει αλλάξει τον τρόπο που βλέπεις τη ζωή;
Η σκέψη ότι είμαστε μόνο ένας πολιτισμός σε έναν μόνο πλανήτη σε ένα μόνο ηλιακό σύστημα αρκεί για να αλλάξει όλη την κοσμοθεωρία σου για τη ζωή. Αντιλαμβάνεσαι ότι δεν είσαι τίποτα σημαντικό, ούτε εσύ, ούτε και κανένας άλλος. Θεωρώ ότι η σωτηρία του πλανήτη θα ήταν το να εμφανιζόταν ένας άλλος πολιτισμός. Τότε θα κατέρρεαν και οι θρησκείες.
– Πώς ξεκίνησε η αγάπη σου για το διάστημα, για το σύμπαν;
Από μικρός, όταν πηγαίναμε διακοπές στα Πριγκηπονήσια (σ.σ. σύμπλεγμα νησιών στη Θάλασσα του Μαρμαρά, νότια της Κωνσταντινούπολης), μου μιλούσε ο πατέρας μου για τα αστέρια, είχε τρέλα με το διάστημα. Μεγαλώνοντας άρχισα να διαβάζω βιβλία για όλα αυτά, να βλέπω ντοκιμαντέρ. Με ενδιαφέρει και η αστρονομία και η αστρολογία.
3. Ο Στέλιος Παρλιάρος λατρεύει τον κινηματογράφο
– Θέατρο ή κινηματογράφος;
Το θέατρο δεν μου αρέσει. Είναι μια εικόνα στατική. Με κουράζει. Μπορεί να πάω ένα θέατρο, αλλά πρέπει να είναι πολύ καλό. Είναι δύσκολο να βρεις ηθοποιούς στο θέατρο που να μην παίζουν ψεύτικα, που να μην αισθάνεσαι ότι διαβάζουν τον ρόλο τους.
– Προτιμάς αμερικάνικο ή ευρωπαϊκό κινηματογράφο;
Μου αρέσει πολύ ο ευρωπαϊκός κινηματογράφος. Για άλλον λόγο βλέπω ευρωπαϊκό και για άλλο αμερικάνικο. Τα τελευταία χρόνια μπορεί να δω και ινδικές ταινίες, κορεάτικες, αλλά και σκανδιναβικές, που είναι πιο σκοτεινές. Εξαρτάται από τη διάθεσή μου κάθε φορά.
– Ποιες ταινίες σε έχουν συγκλονίσει;
«Τα φτερά του έρωτα», του Βιμ Βέντερς, και η δανέζικη «Γιορτή της Μπαμπέτ», του Γκάμπριελ Άξελ. Μου αρέσουν πολύ και οι ταινίες του Αλμοδοβάρ, το χρώμα που το φτάνει στα άκρα αλλά εξακολουθεί να είναι ισορροπημένο, η μουσική του…
– Είναι ο κινηματογράφος μία από τις αγαπημένες σου εξόδους;
Η καλύτερή μου έξοδος είναι να πηγαίνω κινηματογράφο τις Κυριακές. Ο κινηματογράφος που πήγαινα, το Embassy, δυστυχώς δεν άνοιξε φέτος. Μου αρέσει επίσης τον Αττικόν και το Αθήναιον. Στους μεγάλους κινηματογράφους νομίζω ότι χάνεις τη μαγεία. Επίσης, με ενοχλεί που δεν κάνουν διάλειμμα. Αυτό είναι το ωραίο, να πας στον κινηματογράφο να πιεις ένα ποτό και να συζητήσεις για την ταινία. Αγαπημένη μου στιγμή, όταν βλέπω τα προσεχώς!
4. Ο Στέλιος Παρλιάρος θα ήθελε να ζει στη φύση
– Έχεις πει ότι η φύση αποτελεί για σένα τη μεγαλύτερη έμπνευση.
Ναι, νομίζω ότι μεγαλύτερη ομορφιά και αισθητική από τη φύση δεν μπορείς να βρεις πουθενά. Τα γλυκά μου δεν είναι επιτηδευμένα στην όψη. Μου αρέσουν τα γήινα χρώματα, η πιο natural αισθητική, οι ακατέργαστες πρώτες ύλες. Τα χρώματα τα δίνω από τις φυσικές πρώτες ύλες. Όλα αυτά τα χρόνια πειραματίστηκα, εξελίχθηκα, ωρίμασα, βρήκα τον εαυτό μου. Πλέον, δεν θέλω να κάνω παιδικές τούρτες με ζαχαρόπαστα, δεν θέλω να χρησιμοποιώ χρωστικές ουσίες, ούτε χημικά υλικά για να συνδέσω μια κρέμα. Ένα γλυκό πρέπει να έχει ωραία γεύση, να είναι λαχταριστό, και αυτό νομίζω ότι το δίνει η φυσικότητα.
– Πώς νιώθεις όταν βρίσκεσαι κοντά στη φύση;
Ηρεμία. Οι εναλλαγές της φύσης είναι η σωτηρία της ψυχής. Τρελαίνομαι κυρίως με τα χειμωνιάτικα τοπία. Λέμε ότι η Ελλάδα έχει το πιο όμορφο φυσικό περιβάλλον. Είναι πράγματι μια πολύ ωραία χώρα, αλλά όπου και να πας η φύση είναι μοναδική.
– Πού θα ήθελες να ζεις;
Στην Αυστραλία, γιατί έχει κλίμα μεσογειακό και παράλληλα υπάρχει ποιότητα ζωής. Είναι μακριά από όλα τα προβλήματα. Από γείτονες, από πολέμους, έχουν πολύ ωραία φύση, την οποία αγαπάνε, οι ίδιοι οι Αυστραλοί είναι πολύ healthy. Είναι η πρώτη χώρα που όταν πρωτοπήγα, το 2005, δεν κάπνιζαν ούτε σε υπαίθρια εστιατόρια. Αυτό για μένα είναι πολιτισμός.
– Ποιο θα ήταν το ιδανικό σου σενάριο ζωής;
Θα ήθελα να είχα ένα αγρόκτημα. Να φτιάξω ένα κτήμα όπως έχουν τα μοτέλ στη γαλλική επαρχία, να φτιάχνω τις μαρμελάδες μου, να περνάνε οι τουρίστες να κάθονται να τρώνε!
– Τα ταξίδια πόσο σημαντικά είναι για σένα;
Πάρα πολύ. Mε έχουν κάνει άλλον άνθρωπο. Από πολύ φτωχούς πολιτισμούς μέχρι πάρα πολύ πλούσιους, έχεις να πάρεις πράγματα. Ένα ταξίδι που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν στη Μαδαγασκάρη. Ένας τόσο καταπιεσμένος λαός και παρ’ όλα αυτά τόσο χαρούμενος. Τους εκμεταλλεύεται η Δύση, τους παίρνει τη σοκολάτα, τη βανίλια, και αυτοί χαίρονται τη ζωή τους, διασκεδάζουν.
– Ποιος είναι ο αγαπημένος σου προορισμός;
Η Ιαπωνία. Οι περισσότεροι θωρούν τους Ιάπωνες αποστειρωμένους. Εμένα η πειθαρχία και η ευγένειά τους μου ταιριάζει.
– Τώρα, πώς σου φαίνεται που τα έχεις στερηθεί τα ταξίδια;
Ονειρεύομαι να ξαναπάω. Δεν πειράζει – και τα όνειρα ωραία είναι!
5. Ο Στέλιος Παρλιάρος έχει κόψει τη ζάχαρη
– Πώς είναι η διατροφή σου;
Δεν μπορώ να ζήσω χωρίς σαλάτα. Συνοδεύω πάντα το πιάτο μου με λαχανικά και για βραδινό φτιάχνω μια πλούσια σαλάτα, π.χ. με τόνο. Το πρωί τρώω σίγουρα αβγά, βραστά ή τηγανητά, με λίγο αβοκάντο και ντομάτα. Το μεσημέρι αποφεύγω να φάω βαριά, γιατί δουλεύω. Αν πεινάσω, τρώω ξηρούς καρπούς. Μου αρέσει το ρύζι και τα ζυμαρικά, αλλά τα αποφεύγω, ειδικά τα βράδια. Τρελαίνομαι για λαδερά, αλλά τρώω και κρέας και ψάρι. Δεν μ’ αρέσουν τα «βαριά» πιάτα, με κρέμες γάλακτος, όπως τα φτιάχναμε τις δεκαετίες του ’70 και του ’80.
– Στις καθημερινότητά σου μαγειρεύεις;
Δεν έχω χρόνο, αλλά θα κάνω κάτι απλό με ό,τι έχω στο σπίτι. Απεχθάνομαι το delivery.
– Έχεις κάνει ποτέ δίαιτα;
Στην εφηβεία άλλαξε ο μεταβολισμός μου και μέχρι τα 17 μου είχα πάρει 20 κιλά, ήμουν ένα μπαλόνι. Δεν το πίστευα, δεν μου ταίριαζε. Είμαι πολύ πειθαρχημένος και νιώθω ότι αν βάλω κάτι στο μυαλό μου μπορώ να τα καταφέρω. Έτσι, μέσα σε 6 μήνες έχασα και τα 20 κιλά. Μόνος μου. Από τότε έχουν περάσει σχεδόν 40 χρόνια και είμαι πάντα 5 κιλά πάνω, 5 κιλά κάτω από το βάρος μου. Μπορεί κάποιες περιόδους να αφεθώ και να πάρω λίγο βάρος, αμέσως όμως πατάω φρένο. Το κάνω και για αισθητικούς λόγους, αλλά και για λόγους υγείας. Ευτυχώς δεν καπνίζω και αισθάνομαι υγιής.
– Τι είναι αυτό στο οποίο δεν μπορείς να αντισταθείς;
Το αλκοόλ. Καταχρήσεις δεν κάνω, ναρκωτικά δεν έκανα ποτέ, μου αρέσει όμως το αλκοόλ. Μπορεί να πίνω ένα διάστημα, με μέτρο, και μετά να το κόψω τελείως για δύο μήνες.
– Ακολουθείς τις διατροφικές μόδες;
Θα φάω και κινόα και αβοκάντο, αλλά δεν θα πέσω με τα μούτρα επειδή έγιναν μόδα. Έχω μάθει από μικρός σε διατροφικές συνήθειες που θεωρώ ισορροπημένες και αυτές ακολουθώ. Ένα ωραίο λαδερό με ελαιόλαδο π.χ. είναι ένα πάρα πολύ ωραίο φαγητό.
– Η ζάχαρη έχει κατηγορηθεί πολύ τα τελευταία χρόνια...
Όλες αυτές οι μαγικές συνταγές, οι μαρέγκες, τα σου, τα παριζιέν, τα προφιτερόλ, βασίζονται στη ζάχαρη. Το κλειδί είναι το μέτρο. Χαίρομαι πολύ τους Γάλλους που καθημερινά θα φάνε και ψωμί, θα πιουν και αλκοόλ, θα δοκιμάσουν ένα κομμάτι τυρί, θα φάνε και το γλυκό τους. Δεν χορταίνεις με το γλυκό. Φάε 30 γρ. σοκολάτα, όχι ένα κιλό. Είμαστε πληθωρικός λαός και δεν έχουμε μέτρο. Εγώ έχω κόψει τη ζάχαρη από τον καφέ μου και απολαμβάνω ένα καλό γλυκό με καθαρές γεύσεις μια φορά στο τόσο. Το γλυκό είναι μια πολυτέλεια, μια απόλαυση.
6. Ο Στέλιος Παρλιάρος έζησε μια οικονομική καταστροφή
– Ποια ήταν η πιο δύσκολη περίοδος στη ζωή σου;
Σε πολύ νεαρή ηλικία, γνώρισα ξαφνικά μια τεράστια επιτυχία, χωρίς να την περιμένω, χωρίς να ξέρω τι σημαίνει αυτό, χωρίς να έχω γνώσεις οικονομικών και marketing. Την πάτησα πολύ άσχημα. Χρωστούσα στο δημόσιο, ήταν να πάω φυλακή. Δεν τα παράτησα όμως. Για 10 χρόνια προσπαθούσα να ορθοποδήσω οικονομικά. Είχα φτάσει σε σημείο να κρύβομαι για να μην με συλλάβει η αστυνομία.
– Πώς το διαχειρίστηκες όλο αυτό;
Ήταν πολύ σκληρό και κράτησε 10 ολόκληρα χρόνια. Περνούσα πολύ δύσκολα, αλλά δεν το έβαλα κάτω. Δεν έβαλα ποτέ νερό στο κρασί μου ως προς τη δουλειά μου, κι αυτό μου βγήκε σε καλό. Έμαθα πολλά πράγματα για τις ανθρώπινες σχέσεις. Με βοήθησαν πάρα πολύ αυτά τα χρόνια. Όταν βγήκα από όλο αυτό και πήρα ξανά τα ηνία στα χέρια μου, ένιωθα σαν να είχα βγάλει ένα Πανεπιστήμιο.
– Δεν υπήρξαν στιγμές που σκέφτηκες να τα παρατήσεις;
Πάρα πολλές. Υπήρξαν στιγμές που αντιλαμβανόμουν ότι είχε έρθει η αστυνομία να με συλλάβει – μάλιστα βρέθηκα και σε αστυνομικό τμήμα. Ανέβαινα στο βουνό, στην Καισαριανή, να αναπνεύσω και να συνέλθω. Κάποια στιγμή σκέφτηκα να τα εγκαταλείψω όλα, είχα αποφασίσει να φύγω για την Ολλανδία. Ένας φίλος που είχε ένστικτο μου είπε: «Μη φύγεις, θα το παλέψεις και αυτό που θα πετύχεις δεν θα το πιστεύεις».
– Τι ήταν όμως αυτό που σε κρατούσε;
Η δημιουργία. Ό,τι και να έχω, αν δω μια ταινία, αν διαβάσω ένα βιβλίο, το μυαλό μου ταξιδεύει. Ονειρεύομαι ότι βρίσκομαι αλλού, ότι αρχίζω πάλι από την αρχή. Ονειρεύομαι δρόμους που δεν έχω περπατήσει, εστιατόρια που δεν έχω φάει, ανθρώπους που δεν έχω γνωρίσει.
– Πιστεύεις ότι κέρδισες κάτι από αυτή την ιστορία;
Πολλά πράγματα. Κατάλαβα ποιοι είναι οι φίλοι μου, κατάλαβα τον εαυτό μου, τις αντοχές μου, το πόσο καλύτερος μπορώ να γίνω. Τον καιρό που ήμουν δύσκολα οικονομικά, είχα πάρα πολύ προσωπικό και δυσκολευόμουν να τους πληρώσω, αισθανόμουν πάρα πολύ άσχημα. Πλέον είναι η πρώτη μου προτεραιότητα, το μεγαλύτερό μου άγχος. Να πληρώνονται όλοι. Θέλω να είμαι τίμιος με αυτούς που συνεργάζομαι. Αυτό είναι ένα μάθημα ζωής.
7. Ο Στέλιος Παρλιάρος δεν φοβάται τον θάνατο
– Πώς νιώθεις για τον θάνατο;
Τον έχω αποδεχτεί και αυτό με κάνει πιο ευτυχισμένο στο σήμερα. Όταν μιλάω για τον θάνατο, οι γύρω μου παγώνουν. Στους δικούς μου ανθρώπους έχω πει ότι, όταν πεθάνω, θέλω να με κάψουν. Νομίζω ότι έτσι πρέπει να φεύγουμε, να μας καίνε. Με τρομάζει η ταφή και αυτό το μοιρολόι πάνω από τον τάφο, δεν το θέλω. Θέλω χαρά στον θάνατο. Τους λέω: «Να μου βάλετε την καλύτερη μουσική». Γεννιέσαι με χαρά και μπορείς να πεθαίνεις με χαρά.
– Υπάρχουν και πολιτισμοί που τον γιορτάζουν τον θάνατο.
Ακριβώς! Και ο πατέρας μου ήταν έτσι. Έλεγε στη μητέρα μου: «Δεν θα βάλεις μαύρα, όποιος και να πεθάνει». Χαίρομαι τους λαούς που αντιμετωπίζουν τη γέννα και τον θάνατο με την ίδια χαρά. Είναι όλα αρχή και τέλος. Κάποτε θα φύγουμε όλοι.
– Αυτό πώς έγινε; Το «δούλεψες»; Δεν μπορεί να μην φοβόσουν ποτέ τον θάνατο…
Όταν ήμουν μικρό παιδί και άκουγα ότι κάποιος πέθανε, φοβόμουν πολύ. Έλεγα μέσα μου: «Αποκλείεται, εγώ δεν θα πεθάνω, θα ξυπνήσω». Σταδιακά, το «δούλεψα» όλο αυτό και συνειδητοποίησα ότι όλα τα πράγματα κάνουν έναν κύκλο. Και ένα δέντρο θα ζήσει και θα πεθάνει. Αυτός είναι ο κύκλος της ζωής. Δεν υπάρχει αθανασία, κανένας δεν έχει ζήσει την αθανασία. Οπότε, άρχισα σιγά σιγά να προσπαθώ να το αποδεχτώ για να είμαι καλύτερα. Να μη με φοβίζει ένας θάνατος.
– Ποιος ήταν ο πρώτος θάνατος με τον οποίο ήρθες αντιμέτωπος;
Όταν ήμουνα 20 χρονών, πέθανε η γιαγιά μου, η μητέρα της μαμάς μου, στην οποία είχα μεγάλη αδυναμία. Με πήραν τηλέφωνο στο Χίλτον, όπου δούλευα τότε, και μου είπαν τι είχε συμβεί. Στεναχωρήθηκα πολύ, αλλά το δέχτηκα. Δεν μπορείς να τον έχεις τον άλλο μούμια. Αυτή είναι η ζωή.
– Έχεις αντιμετωπίσει κάποια σοβαρή ασθένεια;
Κάποια στιγμή ήρθα αντιμέτωπος με ένα πρόβλημα υγείας, όπως όλοι μας. Το πήρα πολύ ψύχραιμα. Για έναν χρόνο ταλαιπωρήθηκα, αλλά δεν με έπιασε ούτε στιγμή πανικός. Αυτό που με φοβίζει είναι η ταλαιπωρία που μπορεί να φέρει μια ασθένεια. Το θεωρώ πολύ εγωιστικό να υποβάλλεις κάποιον σε θεραπείες χωρίς νόημα για να τον κρατήσεις στη ζωή. Άσ’ τον να φύγει. Νομίζω ότι όταν κάποιος υποφέρει και ο θάνατος είναι μονόδρομος, τότε άσ’ τον να λυτρωθεί.
– Έχεις περάσει κάποια περίοδο πολύ έντονου στρες που να ένιωσες ότι χρειάζεσαι βοήθεια;
Φυσικά. Το 2008, όταν έκανα επανεκκίνηση στη δουλειά μου –μόλις είχε ξεκινήσει η εκπομπή– ήμουν διακοπές στην Κρήτη, στην παραλία, και άρχισα να νιώθω άσχημα, να μουδιάζει το σώμα μου. Γύρισα στην Αθήνα και έκανα ένα σωρό εξετάσεις. Εκείνη την εποχή άνοιξα και το μαγαζί στο Κολωνάκι, μία ήμουν στο μαγαζί, μία στους γιατρούς. Δεν μπορείς να φανταστείς σε πόσους γιατρούς πήγα. Τελικά, μου σύστησαν έναν φοβερό γαστρεντερολόγο. Μου είπε: «Δεν έχεις τίποτα. Ξέρω τι χρειάζεσαι. Θα σε στείλω τώρα», και μου δίνει το τηλέφωνο μιας ψυχολόγου. Πήγα 4-5 φορές. «Τα παιδικά σου χρόνια. Πώς ήταν η μαμά σου, ο μπαμπάς σου», τα κλασικά. Μου είπε κάποια πράγματα που με βοήθησαν, αλλά προτίμησα να το αντιμετωπίσω μόνος μου.
– Όταν λες «το αντιμετώπισα μόνος μου» τι εννοείς;
Σκεφτόμουνα ότι θα περάσει. Προσπαθούσα να μην μένει το μυαλό μου κολλημένο στις ίδιες και τις ίδιες σκέψεις. Οι συμβουλές που μου έδωσε η ψυχολόγος και με βοήθησαν ήταν: «Να είσαι ο εαυτός σου. Να προσέχεις πρώτα από όλα τον εαυτό σου και μετά τους άλλους». Ανάλογα συμπτώματα, όπως π.χ. έντονοι πονοκέφαλοι, μου ξανάρχονται κατά καιρούς. Πλέον εκπαιδεύτηκα και δεν με νοιάζει καθόλου. Ξέρω ότι θα φύγουν.