H «ΜΑΝΤΑΜΑ ΜΠΑΤΤΕΡΦΛΑΪ» ΕΦΕΡΕ ΤΑ ΠΑΝΩ ΚΑΤΩ ΣΤΟ ΗΡΩΔΕΙΟ
Η νέα παραγωγή της όπερας «Μαντάμα Μπαττερφλάι» στο Ηρώδειο προκάλεσε ενστάσεις από μερίδα του κοινού για τη σκηνογραφία. Ποιο ήταν το όραμα του σπουδαίου σκηνοθέτη Ολιβιέ Πυ που έφερε εμπορικά λογότυπα στο αρχαίο θέατρο;
Μπαίνοντας στο Ηρώδειο για την παράσταση της όπερας «Μαντάμα Μπαττερφλάι», του Τζάκομο Πουτσίνι, δύο πράγματα μου προκάλεσαν έκπληξη. Το πρώτο ήταν ότι η διάταξη που βλέπεις συνήθως στις όπερες στο αρχαίο αυτό θέατρο είχε ανατραπεί: η ορχήστρα είχε ανέβει πάνω στη σκηνή και το σκηνικό είχε κατέβει στο κοίλο της ορχήστρας.
Έτσι, η δράση έφτανε σε απόσταση αναπνοής από τις πρώτες σειρές του Ηρωδείου, κάτι που όπως διευκρίνισε ο σκηνοθέτης της παράστασης, ο Γάλλος Ολιβιέ Πυ, «δημιούργησε μια συνθήκη λιγότερο δύσκολη ακουστικά για τους τραγουδιστές, εφόσον η ορχήστρα βρίσκεται πίσω τους».
Το δεύτερο που με ξάφνιασε ήταν οι ταμπέλες που ήταν αναρτημένες στο φόντο, στο πλαίσιο του σκηνικού: ένα μείγμα από ιαπωνικές και δυτικότροπες επιγραφές, στο οποίο διακρίνονταν παγκοσμίως αναγνωρίσιμες φίρμες και λογότυπα. Αυτό, όπως διάβασα την επόμενη μέρα σε δημοσιεύματα και σε σχόλια στα social media, δεν βρήκε σύμφωνο πολύ κόσμο, που έφτασε να αναρωτιέται αν συνιστά «βεβήλωση» του μνημείου.
Ομολογώ ότι δεν είχε πάει το μυαλό μου μέχρι εκεί όσο βρισκόμουν στο Ηρώδειο. Ναι, μου φάνηκε ασυνήθιστο, αλλά την ίδια στιγμή ήταν προφανής η σκοπιμότητα: να δώσει το στίγμα του πώς ο αμερικανικός τρόπος ζωής εισχωρεί και αλλοιώνει –αν όχι καταστρέφει– τις κουλτούρες του υπόλοιπου κόσμου.
Αν μη τι άλλο, θα βλέπαμε την ιστορία της «Μαντάμα Μπαττερφλάι», μιας 15χρονης γκέισας στο Ναγκασάκι των αρχών του 20ού αιώνα, την οποία παντρεύεται ένας υποπλοίαρχος του Ναυτικού των ΗΠΑ, όχι με τις αγνές προθέσεις που νομίζει εκείνη, αλλά για να την έχει ως μια αναλώσιμη ερωμένη όσο θα είναι στην Ιαπωνία.
Στο σημείωμά του στο πρόγραμμα της παράστασης, ο Γιώργος Κουμεντάκης, Καλλιτεχνικός Διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής –και νυν υπηρεσιακός υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού– αναφέρει ότι εξαρχής το νέο αυτό ανέβασμα της «Μαντάμα Μπαττερφλάι» από την Εθνική Λυρική Σκηνή στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών Επιδαύρου είχε το στοιχείο της καλλιτεχνικής πρόκλησης.
«Ήταν κοινή μας πεποίθηση ότι στόχος της νέας παραγωγής της Μπαττερφλάι θα ήταν να αφήσει πίσω τα συνηθισμένα κλισέ που τη συνοδεύουν και να μιλήσει για τα ουσιαστικά ζητήματα του έργου», γράφει ο κ. Κουμεντάκης. «Και η πρόταση του Ολιβιέ ήταν ακριβώς αυτή: να μην παρουσιάσουμε το έργο ως μια γλυκανάλατη δραματική ιστορία αγάπης και προδοσίας, αλλά ως μια πολιτική παράσταση για την καταστροφή της πολιτισμικής ταυτότητας της Ιαπωνίας, για την παγκοσμιοποίηση που εξαφανίζει τους πολιτισμούς, για τον καπιταλισμό και τον καταναλωτισμό».
Η αποκαθήλωση των πινακίδων στο Ηρώδειο
Το σκηνικό παραμένει ίδιο στη πρώτη πράξη, αλλά οι πινακίδες κατεβαίνουν στο διάλειμμα και στο φόντο αναδύεται μια άλλη εικόνα με σαφές πολιτικό μήνυμα: είναι μια ασπρόμαυρη σύνθεση από φωτογραφίες μετά τον όλεθρο που προκάλεσαν στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι οι ατομικές βόμβες των Αμερικανών, το 1945.
Σε μια συνέντευξη με τον Ολιβιέ Πυ, που επίσης περιλαμβάνεται στο πρόγραμμα της παράστασης, η δημοσιογράφος Μαρία Κατσουνάκη τον ρωτάει: Ποιο θεωρείτε το πιο συναρπαστικό στοιχείο στη «Μαντάμα Μπαττερφλάι»; «Το ότι η ιστορία διαδραματίζεται στο Ναγκασάκι», απαντά ο σκηνοθέτης.
«Κάθε φορά που γίνεται κάποια αναφορά μέσα στο έργο για το Ναγκασάκι ανατριχιάζω. Παρότι, φυσικά, ο Πουτσίνι δεν μπορούσε να έχει προβλέψει την ατομική βόμβα, με έναν τρόπο είναι σαν να το έχει κάνει και η ιστορία της Μπαττερφλάι να λειτουργεί ως μεταφορά για την ιστορία της ίδιας της πόλης που καταστράφηκε από τους Αμερικανούς χωρίς λόγο».
«Θα προσπαθήσω να αναδείξω το πολιτικό περιεχόμενο της ιστορίας», ανέφερε ο ίδιος. «Η Μπαττερφλάι μιλάει για την παγκόσμια πολιτική κυριαρχία της Αμερικής, για τη βία του χρήματος και του καπιταλισμού».
Η Ασιάτισσα Μαντάμα Μπαττερφλάι
Στο πλαίσιο αυτό επιλέχθηκε και η υψίφωνος που ενσάρκωσε –εξαιρετικά!– τη Μαντάμα Μπαττερφλάι, η Νοτιοκορεάτισσα Άννα Σον. «Θα μπορούσα φυσικά να σκηνοθετήσω με πρωταγωνίστρια διαφορετικής εθνικότητας», αναφέρει ο Ολιβιέ Πυ, «αλλά δεν θα ήταν ένα ανέβασμα συνεπές πολιτικά με αυτό που θέλω να αναδείξω. Η Μαντάμα Μπαττερφλάι δεν είναι το ρομαντικό, χωρίς αιχμές, μελόδραμα που θεωρείται από τους περισσότερους».
Προφανώς τίθεται και ζήτημα πολιτικής ορθότητας και ο σκηνοθέτης είναι σαφής όταν η δημοσιογράφος τον ρωτάει αν θα ήταν πολιτικά ορθό σήμερα να ερμηνεύσει τον ρόλο η Μαρία Κάλλας! «Ακόμη και αν η πολιτική ορθότητα είναι ένα ναρκοπέδιο, την προτιμώ από την πολιτική “μη ορθότητα”», απαντά χαρακτηριστικά. «Και αποδέχομαι το κόστος αυτής της επιλογής».
Ήταν ένα «ατόπημα» για το Ηρώδειο;
Κατά τη γνώμη μου, σε καμιά περίπτωση. Η σκοπιμότητα ήταν σαφής. Βέβαια, όσοι έχουν τις ενστάσεις τους ίσως υποστηρίξουν ότι το ίδιο μήνυμα θα μπορούσε να περάσει χωρίς αναγνωρίσιμα λογότυπα. Πιθανόν. Υποθέτω η συζήτηση θα φτάσει μέχρι τα αυτιά του Ολιβιέ Πυ, δεν ξέρω αν θα είχε να προσθέσει κάτι παραπάνω. Προσωπικά, κρατάω τα λόγια του από ένα βίντεο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, στο οποίο μιλάει ο ίδιος για το Ηρώδειο με φόντο την Ακρόπολη:
«Είναι το ωραιότερο μέρος του κόσμου! Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία! Αλλά έχει και δυσκολίες, όπως για παράδειγμα ο ανοιχτός ουρανός, η ζέστη, ενίοτε και η βροχή. Όμως, αυτός ο χώρος είναι επίσης δύσκολος γιατί το γεγονός ότι βρισκόμαστε κάτω από την Ακρόπολη δημιουργεί και ένα είδος καλλιτεχνικής, αισθητικής, θα έλεγα ακόμα και ηθικής απαίτησης. Δεν μπορείς να παλαίψεις ενάντια στη δύναμη αυτού του χώρου. Πρέπει να προσαρμοστείς. Πρέπει να τιμήσεις την αρχιτεκτονική ομορφιά, την αισθητική του χώρου, τη δύναμη της πέτρας».
Επόμενες παραστάσεις: 4, 7, 10 Ιουνίου 2023 – Κλείσε εισιτήρια