ΜΑΡΙΝΑ ΣΠΑΝΟΥ: «Ο ΔΡΟΜΟΣ ΗΤΑΝ ΜΕΓΑΛΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΓΙΑ ΜΕΝΑ»
Η Μαρίνα Σπανού είναι αυτό το γλυκό απίθανο κορίτσι που έκανε συναυλίες στον πεζόδρομο της Αρεοπαγίτου κατά τη διάρκεια της καραντίνας. Η νέα της δισκογραφική δουλειά, με τίτλο «25 τετραγωνικά», μπορεί να θυμίζει το παιδικό της δωμάτιο, η ίδια όμως ανοίγει φτερά για πολλά περισσότερα.
Αρκετά χρόνια πριν γνωρίσω τη Μαρίνα Σπανού, είχα γνωρίσει τον πατέρα της, τον ηθοποιό Χρήστο Σπανό, στο γυμναστήριο. Μου μιλούσε καμιά φορά για την κόρη με μεγάλη περηφάνεια και χαρά – έλαμπε. «Εντάξει, χαζομπαμπάς» σκεφτόμουν με τρυφερή κατανόηση.
Ήρθε όμως η ώρα να μάθω κι εγώ τι σκέφτεται ένα πλάσμα που στα 17 του αποφάσισε «έτσι ξαφνικά» και «έτσι παιδικά» να τραγουδάει στον δρόμο, ενώ θα μπορούσε απλώς να περνάει τις ώρες του στον καναπέ βλέποντας σίριαλ. Και όσα σκέφτεται η Μαρίνα Σπανού είναι υπέροχα και συγκινητικά, ίσως πρωτόγνωρα για ένα κορίτσι από μία ασφαλή οικογένεια.
Είναι λαμπερή, πολυτάλαντη και έχει ένα φανταστικό γάργαρο γέλιο εκτός από μαγευτική φωνή. Τελειώνει τη δραματική σχολή του Εθνικού, όπου διδάσκει η αξιαγάπητη μητέρα της, η Μελίνα Παιονίδου, και βάζει πλώρη για λιμάνια θεατρικά και μουσικά πάντα.
Η Μαρίνα Σπανού σε πρώτο πρόσωπο
Στις αρχές της Δευτέρας Λυκείου, έχω επιστρέψει από ένα ταξίδι στο Λονδίνο όπου έχω κάνει κάποια σεμινάρια πάνω στο μιούζικαλ. Είχα αποφασίσει να το δοκιμάσω γιατί νόμιζα πως αυτό προτιμώ να σπουδάσω, αλλά με θυμάμαι μάλλον απογοητευμένη. Είχε ακυρωθεί η εξιδανικευμένη εικόνα που είχα στο μυαλό μου και αυτό συνοδεύτηκε από μία στροφή: την πρώτη μου επαφή με εξετάσεις για τη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Παρακολουθώντας δηλαδή τη μαμά μου, που δίδασκε αρκετά χρόνια μουσική εκεί, μαγεύομαι και αποφασίζω να αφήσω τα όνειρά του Λονδίνου και να δώσω εξετάσεις στη δραματική μόλις τελειώσω το λύκειο.
Ενώ υπήρχε, λοιπόν, το τραγούδι και η μουσική στη ζωή μου –έπαιζα πιάνο άλλωστε από τεσσάρων χρονών– και ήξερα ότι είναι το καταφύγιό μου όπως λέμε οι γραφικοί μουσικοί, αποφασίζω ότι δεν θα της αφιερωθώ και ότι δεν θα δώσω ούτε πανελλήνιες. Αλλά η πρώτη καραντίνα με πετυχαίνει στην Γ’ λυκείου και σκέφτομαι ότι αφού ήδη ήμουν πολύ καλή μαθήτρια και τα είχα όλα διαβασμένα και τακτοποιημένα, θα μπορούσα να φτιάξω ένα πρόγραμμα ώστε να μπορέσω να δώσω και πανελλήνιες. Η ανάγκη όμως να ξεφύγω και να τραγουδήσω κάπου, με κάποιο τρόπο, έχει επανέλθει και λόγω εγκλεισμού μεγαλώνει συνεχώς.
Μια βόλτα στην Ακρόπολη και όλα αλλάζουν
Προς το τέλος της σχολικής χρονιάς, ενώ προετοιμάζομαι για τις πανελλήνιες και για τις εισαγωγικές στη δραματική σχολή τον Σεπτέμβριο, κάνω βόλτες στην Αποστόλου Παύλου και βλέπω εκεί έναν μουσικό. Μαγεύομαι τόσο πολύ με το σύνολο, που δεν μπορώ να αντισταθώ: Ακρόπολη, χαλαρά με φίλους και μια μπύρα στο χέρι, Χατζιδάκις…
Παράλληλα, ανακαλύπτω άλλα ελληνικά τραγούδια κατά τη διάρκεια της καραντίνας ακούγοντας πολλή μουσική, ερωτεύομαι και για πρώτη φορά, ε, τι άλλο να θες για να πεις «θα το κάνω κι εγώ αυτό»; Το ανακοινώνω στους γονείς μου και δύο λεπτά πριν πάθουν το έμφραγμα, ψελλίζουν: «Τουλάχιστον, περίμενε να τελειώσεις τις εξετάσεις σου και ξεκινάς μετά». Όπερ και εγένετο. Με το που τελείωσα τις πανελλήνιες, μέσα σε πέντε μέρες ήμουνα έτοιμη! Πήγα με τον πατέρα μου να αγοράσουμε εξοπλισμό – ίσα που προλάβαμε Παρασκευή βράδυ ένα τελευταίο μαγαζί που ήταν ανοιχτό στον Πειραιά για να πάρω ένα ηχείο, αφού ήθελα οπωσδήποτε Σαββατοκύριακο να τραγουδήσω. Τι να πω πραγματικά και γι’ αυτόν τον άνθρωπο, που σε κάθε τρέλα μου με υποστηρίζει και τρέχει μαζί μου!
Η Μαρίνα Σπανού και η εμπειρία του δρόμου
Νομίζω ότι για μένα το να βγω τότε στον δρόμο να τραγουδήσω ήταν η απελευθέρωσή μου. Μετά από αυτό ξεκινάει ένας άλλος κύκλος ζωής. Διάλεξα τον δρόμο και δεν πήγα σε ένα μαγαζί, γιατί στο μυαλό μου ήταν το πιο άμεσο και το πιο γρήγορο. Το είδα, μου άρεσε, με συγκίνησε και αποφάσισα να το κάνω με έναν καθαρά παιδικό τρόπο του θράσους της άγνοιας. Το έκανα για έναν χρόνο, ωστόσο είχα βγει πολύ λίγες φορές, ας πούμε σύνολο δέκα. Είχε τη μορφή live, το ανακοίνωνα κιόλας, έλεγα δηλαδή ότι την τάδε μέρα θα είμαι στο σημείο μου και θα τραγουδήσω. Μεσολάβησε άλλωστε και η δεύτερη καραντίνα, οπότε τραβήξει σε μάκρος χωρίς να έχει μεγάλη συχνότητα.
Νομίζω ότι ήμουν μάλλον τυχερή, γιατί δεν μου έτυχε ποτέ κάποιο ιδιαίτερα κακό περιστατικό. Δεν αντιμετώπισα θέματα, ο κόσμος ανταποκρίθηκε πολύ γρήγορα. Ωστόσο, πήρα μικρές γεύσεις τού τι σημαίνει δρόμος. Ονειρικό σκηνικό μεν, αλλά υπήρχε η άλλη πλευρά του νομίσματος με πολλά ερωτήματα: θα είναι το σημείο μου ελεύθερο, οι διπλανοί μουσικοί θα μου θυμώσουν, οι αστυνομικοί απέναντι στην Αρεοπαγίτου που είναι στημένοι και καλυμμένοι πώς θα το εκλάβουν αυτό; Το κοινό, που πολύ εύκολα μπορεί να πετάξει ένα νόμισμα μέσα στη θήκη της κιθάρας μου, μήπως μπορεί εξίσου εύκολα να με παρενοχλήσει; Δεν έγινε τίποτα, είχα πάντα κόσμο δίπλα μου να με προστατεύει αλλά ήμουν και πολύ τυχερή.
Όταν η Μαρίνα Σπανού φοβήθηκε τον όχλο
Ομολογώ ότι την τελευταία φορά, που είχε κοινό 400 άτομα, φοβήθηκα πραγματικά! Δεν μπορείς ποτέ να ξέρεις πώς θα αντιδράσει ένα φανατισμένο πλήθος, που ούτως ή άλλως ερχόταν εκεί σκασμένο από την καραντίνα. Όταν το πλήθος αυξάνεται, αρχίζει να λειτουργεί με την ψυχολογία του όχλου. Ο κόσμος παρασύρει τον κόσμο στις εκδηλώσεις του σε κάθε πτυχή. Oι αντιδράσεις είναι μεταδοτικές: βλέπεις δέκα να παρακολουθούν, λες καλό θα είναι, βλέπεις κάποιον να διασκεδάζει ή να γιουχάρει, ακολουθείς και εσύ…
Η τελευταία μου φορά λοιπόν εκεί ήταν και το βίντεο του πρώτου μου δισκογραφικού τραγουδιού, που λέγεται «Πλάκα». Τραβούσα βίντεο επειδή ήθελα εικόνα με ένταση για τη δισκογραφική αυτή δουλειά, οπότε κάποια στιγμή είπα στο μικρόφωνο «σηκωθείτε να χορέψουμε» και εκεί κατάλαβα ότι μπορεί να χαθεί ο έλεγχος. Φοβήθηκα πραγματικά.
Ήταν ο κόσμος πάρα πολύ φανατισμένος, κάτι που δεν δικαιολογείται από μία φωνή και δύο κιθάρες. Ήταν προφανώς πολύ σκασμένος από την καραντίνα. Σήμερα πάντως, στα 21 μου, δεν θα το έκανα – και γιατί μέσα σε 3-4 χρόνια έχω αλλάξει καταλυτικά ως άνθρωπος, και γιατί προτιμώ την ασφάλεια της σκηνής και την ομορφιά της τώρα που την έχω γνωρίσει. Γενικά, μου αρέσει να ταυτίζω τη φάση που βρίσκομαι με την ηλικία μου.
Η μουσική του δρόμου είναι κομμάτι του πολιτισμού, απλώς εδώ στην Ελλάδα δεν είναι κάτι διαδεδομένο με τον ίδιο τρόπο που είναι στο εξωτερικό. Στο εξωτερικό, για παράδειγμα, πληρώνουν τη μουσική. Στην Αγγλία γίνεται διαγωνισμός για το ποιοι θα παίζουν στο μετρό, ας πούμε, και ποιος θα κάτσει στο πιάνο με ουρά να παίξει. Οι χώρες επενδύουν μουσικά στις στιγμές και στη ζωή των ανθρώπων, στην καθημερινότητά τους. Είναι πάντως εκπληκτικό το συναίσθημα να βλέπεις ανθρώπους να διακόπτουν την βόλτα τους για να καθίσουν να ακούσουν.
Η αμηχανία και η ευαισθησία των ανθρώπων
Υπάρχει πάντα μια αρχική αμηχανία: να προσπεράσω, να σταθώ, τι λεφτά να αφήσω; Εγώ, επειδή ξεκίνησα από τον δρόμο, έχω μάθει να ρίχνω το βλέμμα μου σε μάτια. Προσπαθώ πάντα να πιάσω την ενέργεια των ανθρώπων που είναι από κάτω και να φτιάξω το πρόγραμμα των τραγουδιών ανάλογα με το πώς είναι η ενέργεια εκείνων που με ακούνε. Δεν είχα ποτέ σταθερό και συγκεκριμένο πρόγραμμα τραγουδιών.
Οι εικόνες πάντως που μου έρχονται στο μυαλό είναι όλες συγκινητικές – ιδιαίτερα μανάδων με παιδάκια. Θυμάμαι με συγκίνηση ένα μικρό κοριτσάκι να χορεύει με τα κοτσιδάκια του και τη μαμά του δακρυσμένη, ερωτευμένα ζευγάρια που έβγαζαν τις μάσκες απλώς για να ανταλλάξουνε ένα φιλί, τα πολλά σημειώματα που μου άφηναν πριν φύγουν οι άνθρωποι στη θήκη της κιθάρας μου. Ο δρόμος ήταν ένα πολύ μεγάλο σχολείο για μένα και πολύ μεγάλη πηγή αισιοδοξίας γιατί έβλεπα συνομήλικους μου γεμάτους ποίηση και πολιτισμό. Μετά από αυτό, ήμουν σίγουρη πως δεν είμαι μόνη.
Η ανάγκη για επαφή
Δεν θα ξεχάσω επίσης έναν τρομερό Ισπανό που ερχόταν σε κάθε live μου, που είναι ερωτευμένος με την Ελλάδα, που ξέρει τα πάντα για τη χώρα μας, που μου γράφει ακόμη γράμματα. Ερχόταν με το ποδηλατάκι του και στεκόταν όλο το βράδυ στους απέναντι πασσάλους να ακούει μουσική – μου έγραφε πως δεν καταλάβαινε λέξη μα ένιωθε το φως και την ψυχή. Ο κόσμος έχει ανάγκη από την επαφή, αλλά έχει ανάγκη και για δωρεάν ψυχαγωγία. Όταν του την προσφέρεις με ωραίο τρόπο, δεν την αρνείται ποτέ. Και θέλει να σε ανταμείψει. Όσο πιο ελεύθερο είναι αυτό που του προσφέρεις, τόσο μεγαλύτερη είναι η ανάγκη του άλλου, σαν «υποχρέωση» να σου δώσει κάτι πίσω, χωρίς εξαναγκασμό απλώς από βούληση.
Στο θέατρο συγχωρείς, στη ζωή δεν προλαβαίνεις
Δεν μπορώ να ορίσω ακριβώς τι είναι για μένα το θέατρο – το ψάχνω τα τελευταία τρία χρόνια, νομίζω ότι το ψάχνω όλη μου τη ζωή που έχω μεγαλώσει στα παρασκήνια βλέποντας τον πατέρα μου κυρίως μέσα στις παραστάσεις. Το θέατρο είναι ένα μεγάλο παραμύθι, ένας μεγάλος μύθος που θέλει να ανοίξει μία πόρτα, να σε καταπιεί, να μπεις μέσα, και να σε ξεβράσει αλλαγμένο. Έτσι το αντιλαμβάνομαι.
Επίσης, το θέατρο σε κάνει να κατανοείς πιο πολύ, να εξηγείς ως και τα χειρότερα. Ίσως και επειδή η συνθήκη του σε βάζει να καθίσεις και να παρακολουθήσεις χωρίς να συμμετέχεις, έχεις τον χρόνο να το επεξεργαστείς πολύ διαφορετικά και να συγχωρήσεις ενδεχομένως. Στη ζωή δεν μας δίνεται ποτέ αυτός ο χρόνος, να επεξεργαστούμε και να κατανοήσουμε. Πάντα υπάρχει μια βιασύνη να πάμε παρακάτω και να είμαστε είτε θετικοί είτε αρνητικοί απέναντι στα πράγματα.
Η Μαρίνα Σπανού και ο θυμός
Προσωπικά, μεγάλωσα σε ένα πολύ ισορροπημένο και ήρεμο σπίτι. Είχα πάντα όμως μια δυσκολία στην κοινωνικότητα. Ίσως ακριβώς για αυτό, επειδή έχω μεγαλώσει σε ένα «κλειστό κύκλωμα» με πολλή αγάπη, και αυτό είναι το πρότυπο μου. Ίσως επειδή ήμουν πολύ προστατευμένη, να μου ήρθε απότομα ο αληθινός κόσμος που ασφαλώς δεν σου τα δίνει αυτά έτσι απλόχερα. Αν μάλιστα παρεκκλίνεις με οποιονδήποτε τρόπο από τον μέσο όρο, αμέσως είσαι ο «άλλος».
Έτσι και εγώ υπέστην διάφορα μικρούλα, ευτυχώς τα είπα στους γονείς μου και με άλλαξαν σχολείο. Ίσως και από εκεί να ξεκινά ένας θυμός, που είναι το πρώτο που βγάζω όταν νιώθω αδικία ή ακόμη και σε λάθος στιγμές. Θυμώνω πολύ στο σπίτι και με τους δικούς μου ανθρώπους και στην προσωπική μου ζωή. Θύμωνα πάρα πολύ μεγαλώνοντας με την περιθωριοποίηση των παιδιών και ακόμη έχω την τάση να πηγαίνω σε αυτόν που κάθεται πάντα μόνος του.