ΟΙ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΙ «ΓΚΟΥΡΟΥ» ΨΥΧΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ ΣΤΑ SOCIAL MEDIA
Το να καταργηθεί το στίγμα που συνοδεύει τις ψυχικές ασθένειες –ακόμα και σήμερα– είναι κάτι για το οποίο αξίζει να παλέψουμε όλοι. Αλλά από εκεί μέχρι το να δηλώνει όποιος θέλει «γκουρού» ψυχικής υγείας υπάρχει μεγάλη κι επικίνδυνη απόσταση.
Μεγάλη συζήτηση έχει γίνει –κυρίως τα τελευταία χρόνια– σχετικά με το στίγμα που μπορεί να κουβαλάνε μαζί τους οι ψυχικές ασθένειες. Για τις «ταμπέλες» που τόσο κακό μπορούν να κάνουν, τόσο στους ανθρώπους που υποφέρουν από κάποιο ψυχικό νόσημα, όσο και στις οικογένειές τους.
Άνθρωποι που χαρακτηρίζονται με διάφορες σκληρές, άδικες και λανθασμένες λέξεις, που περιθωριοποιούνται και που κατά συνέπεια ντρέπονται, κρύβονται, κάποτε δεν ζητάνε βοήθεια. Άλλοτε πάλι αρνούνται τη θεραπεία ή την αγωγή που τους προσφέρεται, από φόβο, προκατάληψη, ντροπή, ανασφάλεια, άγχος για το τι θα πει ο κόσμος.
Προσπαθώντας ακριβώς να αποστιγματιστεί η ψυχική ασθένεια και να τονιστεί πόσο σημαντικό είναι η ψυχική υγεία να τοποθετηθεί στο ίδιο επίπεδο με τη σωματική, ως σημαντικό στοιχείο για την ευημερία, πολλοί έχουν μιλήσει ανοιχτά και δημόσια για όσα τους έχουν δυσκολέψει ή και ταλαιπωρήσει. Και αυτό βέβαια είναι δεκτό με σεβασμό και ευγνωμοσύνη, γιατί γίνεται για όλους λιγότερο βαρύς ο πόνος –σωματικός ή ψυχικός– όταν ακούνε ότι δεν είναι οι μόνοι που υποφέρουν.
Υπάρχει όμως ένας κίνδυνος σε όλο αυτό το άνοιγμα και το μοίρασμα: ότι ορισμένοι υιοθετούν ρόλο ειδικού ή θεραπευτή μόνο και μόνο επειδή είχαν μια σχετική εμπειρία ή έχουν ασθενήσει – ή έτσι θεωρούν ή θέλουν να δηλώνουν οι ίδιοι. Άνθρωποι χωρίς ειδική μόρφωση και εκπαίδευση, που δίνουν συμβουλές και κατευθύνσεις διά πάσα νόσο, συχνά στα κοινωνικά δίκτυα.
Όσο αγαθές προθέσεις κι αν έχουν, δεν παύουν να γίνονται επικίνδυνοι και να ξεπερνάνε τα όρια της δικαιοδοσίας τους. Η αλήθεια είναι ότι οι άνθρωποι που βιώνουν προβλήματα ψυχικής υγείας χρειάζονται οπωσδήποτε βοήθεια, αλλά όχι οποιαδήποτε βοήθεια. Χρειάζονται τη βοήθεια που θα τους δώσει ένας ειδικός.
Οι ψυχικά ασθενείς ολοένα και αυξάνονται
Όσοι έχουν ταλαιπωρηθεί από ψυχικές ασθένειες ή προβλήματα ψυχολογικής αιτιολογίας είναι πολλοί, και τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει περισσότεροι. Σύμφωνα με τη Βρετανική φιλανθρωπική οργάνωση Mind, μεταξύ του 1993 και του 2014 ο αριθμός των ατόμων με συνηθισμένα προβλήματα ψυχικής υγείας αυξήθηκε κατά 20%.
Το Διαγνωστικό και Στατιστικό Εγχειρίδιο Ψυχικών Διαταραχών (DSM) της Αμερικανικής Ψυχιατρικής Εταιρείας προσθέτει νέους όρους σε κάθε έκδοση. Μόλις προστεθούν, υπάρχουν αμέτρητοι πάσχοντες που ταιριάζουν στα κριτήρια. Το εγχειρίδιο, το οποίο ξεκίνησε ως φυλλάδιο το 1952, είναι σήμερα ένας παχύς τόμος. Αναφέρουμε χαρακτηριστικά κάποιους νέους όρους που προστέθηκαν τον περασμένο Μάρτιο, όπως η απροσδιόριστη διαταραχή της διάθεσης και ο μη αυτοκτονικός αυτοτραυματισμός.
Επικίνδυνοι «γκουρού» ψυχικής υγείας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης
Μερικοί ειδικοί τελευταία –ειδικά λόγω της άνθησης των κοινωνικών δικτύων, όπου καθένας από εμάς μπορεί να παρουσιάσει όποιο περιεχόμενο επιθυμεί– κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου, εξηγώντας ότι η συζήτηση για την ψυχική υγεία είναι σημαντική και χρήσιμη, αλλά μπορεί να γίνει ακόμα κι επικίνδυνη στα χέρια μη ειδικών. Κυρίως καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι που πάσχουμε από κάτι συνηθισμένο, όπως το άγχος, αναζητούμε απεγνωσμένα μια επίσημη διάγνωση κάποιου είδους, κάτι για να κρατηθούμε.
Συχνά μάλιστα καταφεύγουμε στο να προσπαθήσουμε να βρούμε οι ίδιοι μία διάγνωση για τον εαυτό μας και τα όσα μας ταλαιπωρούν, με αποτέλεσμα να παθολογικοποιούμε υπερβολικά την ψυχική μας υγεία και να μην βλέπουμε την απόχρωση που λέει ότι οι άνθρωποι βιώνουμε συναισθήματα, είμαστε ευάλωτοι και πονάμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι κάθε είδος πόνου συνιστά τραύμα. Αντίστοιχα, χρησιμοποιούμε απερίσκεπτα και άλλους όρους, όπως η ΔΕΠΥ ή η ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή, απλά για να περιγράψουμε καθημερινές καταστάσεις και εμπειρίες. Παράλληλα, βιαζόμαστε να χαρακτηρίσουμε γεγονότα της ζωής ως «τραυματικά» ή «πυροδοτικά».
ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΝΑ ΒΡΕΘΕΙ ΜΙΑ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΔΥΟ ΑΚΡΑ ΤΗΣ ΑΠΟΛΥΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ/ΑΠΟΚΡΥΨΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΝΟΣΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΛΟΓΙΣΤΗΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ.
Το πρόβλημα είναι ότι η υιοθέτηση της γλώσσας της ψυχικής υγείας από τον γενικό πληθυσμό χωρίς καμία κλινική γνώση έχει συνέπειες για τα άτομα με σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας. Ο Louis Weinstock, ψυχοθεραπευτής, θυμάται πώς μια έφηβη κοπέλα με οξέα προβλήματα ψυχικής υγείας, τα οποία περιλάμβαναν αυτοτραυματισμούς και αυτοκτονικές σκέψεις, του εκμυστηρεύτηκε ότι είχε αρχίσει να αμφισβητεί αν ο πόνος της ήταν πραγματικός ή όχι. Είχε δει τόσες πολλές φίλες της να δημοσιεύουν για το «άγχος» και την «κατάθλιψή» τους, που «ένιωθε ότι δεν ήταν αρκετά άρρωστη για να δικαιολογήσει την εμπειρία της».
Η πανδημία προκάλεσε αναμφίβολα μια έξαρση των προβλημάτων άγχους μεταξύ των νέων, αλλά ο Weinstock ανησυχεί ότι για ορισμένους η ιδέα ότι έχουν κάποιο πρόβλημα ψυχικής υγείας έχει γίνει ταυτότητα. Και μάλιστα, μια ταυτότητα για την οποία μπορεί και να ανταμείβονται κατά κάποιο τρόπο, όπως είναι για παράδειγμα τα likes ή οι followers στα κοινωνικά δίκτυα.
Στο TikTok, υπάρχουν διάφοροι που αυτοχαρακτηρίζονται ως «influencers ψυχικής υγείας». Πολλοί από αυτούς έχουν τις σχετικές περγαμηνές, εμπειρία ή σπουδές, αλλά υπάρχουν και άλλοι, για παράδειγμα νεαρές γυναίκες ή έφηβοι που δημοσιεύουν βίντεο με τους εαυτούς τους να βιώνουν συμπτώματα –όπως τικ του συνδρόμου Τουρέτ ή γρήγορες εναλλαγές από τη μία προσωπικότητα στην άλλη– που οφείλονται, όπως ισχυρίζονται, σε οριακή διαταραχή προσωπικότητας.
Χωρίς να διαθέτουν ιατρικά διαπιστευτήρια, αναρτούν βίντεο που υποτίθεται ότι βοηθούν τους θεατές να «αυτοδιαγνώσουν» τις δικές τους ψυχικές καταστάσεις. Ο Weinstock πιστεύει ότι αυτά τα φαινόμενα είναι το αναπόφευκτο αποτέλεσμα της απελευθέρωσης ψυχιατρικών όρων στην κοινωνία χωρίς να γίνεται σωστά αντιληπτό το τι σημαίνουν.
Η ανάγκη για ισορροπία
«Τα τελευταία χρόνια, έχει αναπτυχθεί το ενδιαφέρον του κόσμου για τα ζητήματα ψυχικής υγείας, ενώ ταυτόχρονα έχει καλλιεργηθεί ένα κλίμα αποδοχής της όποιας διαφορετικότητας των ανθρώπων», διαπιστώνει η Δρ. Ναταλία Κουτρούλη, ψυχολόγος με εκπαίδευση στη Γνωσιακή Ψυχοθεραπεία και τη Συμβουλευτική. «Οι τάσεις αυτές έχουν ευνοήσει την διαδικασία αποστιγματισμού της ψυχικής ασθένειας και έχουν επιτρέψει σε μεγάλη μερίδα των πασχόντων και των οικογενειών τους να ενταχθούν κοινωνικά σε πιο ικανοποιητικά επίπεδα.
»Ωστόσο, η άνεση να μιλήσουμε ανοιχτά για την ψυχική ασθένεια έχει δώσει βήμα ακόμα και σε όσους δεν έχουν πλήρη επαγγελματική κατάρτιση να εκφράζουν πιθανώς λανθασμένες και σίγουρα προσωπικές τοποθετήσεις. Τέτοιες εξομολογήσεις μπορεί να επηρεάσουν τη συνείδηση του κοινού και να δημιουργήσουν διαστρεβλωμένες απόψεις στον κόσμο. Ως εκ τούτου, είναι σημαντικό να βρεθεί μια ισορροπία ανάμεσα στα δύο άκρα της απόλυτης σιωπής/απόκρυψης της ψυχικής νόσου και της αλόγιστης και άκριτης πληροφόρησης. Ο χρόνος, οι ψύχραιμες αντιδράσεις και οι συμβολή των ειδικών ψυχικής υγείας θα συμβάλλουν προς αυτή την κατεύθυνση».