Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

ΜΙΑ ΑΠΟΛΑΥΣΤΙΚΗ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Δεν έχει πάει ποτέ διακοπές, έχει δοκιμάσει από ιριδολογία μέχρι ρέικι, ένιωσε για πρώτη φορά πραγματικά ελεύθερος όταν έφαγε πίτα γύρο Μεγάλη Παρασκευή. Ο Γιώργος Χρυσοστόμου είναι πολύ πιο γλυκός από όσο φαντάζεσαι και λατρεύει τις ψυχαναλυτικές συζητήσεις.

Με τον Γιώργο Χρυσοστόμου δώσαμε ραντεβού στα Εξάρχεια. Δεν είχα καμία ένδειξη ότι η συνέντευξη θα κατέληγε σε μία απολαυστική και εν μέρει ψυχαναλυτική κουβέντα. Μου φαινόταν άνθρωπος κλειστός, είχα την αίσθηση ότι βαριέται τις συνεντεύξεις και ήμουν σίγουρη πως είναι εξαιρετικά γοητευτικός, το γνωρίζει και το χρησιμοποιεί αναλόγως.

Βρήκα έναν άνθρωπο πολύ γλυκό και εντυπωσιακά ανοιχτό, που φαίνεται δουλεμένος μέσω της ψυχοθεραπείας. Η δύσκολη ζωή στο ορεινό χωριό της Ρόδου που μεγάλωσε έχει πάψει να είναι η ιστορία-κράχτης για να συγκινήσει ή να ρίξει κοπέλα. Η ανεμελιά της παιδικής ηλικίας που δεν έζησε έχει μπει στη σωστή της διάσταση και τα κλάματα, οι φωνές και συγγνώμες που συνόδευαν την drama queen πλευρά του έχουν βρει μια κάποια ισορροπία.

Αυτό που παραμένει αναλλοίωτο είναι η γοητεία. Απλώς πλέον ο Γιώργος, γνήσιο παιδί της γενιάς του Curt Cobain, δεν την πουλάει πακέτο μαζί με μια εσάνς μυστηρίου, ζητώντας από κάποιον να έρθει να τον σώσει από την αυτοκαταστροφή.

Συνειδητοποιημένος, μπαίνει πλέον στη ζωή με πιο ώριμη στάση. Στο θέατρο τον βρίσκουμε στην «Άνοδο του Αρτούρο Ούι», σε έναν ρόλο-προσωποποίηση του κακού, όπου η κίνηση και οι κραυγές υπερβαίνουν τον λόγο.

@ow_wellness Γιώργο Χρυσοστόμου, είναι το #wellness μόνο για πλούσιους; #giorgosxrisostomou #ευεξία #wellbeing #ow_wellness ♬ πρωτότυπος ήχος - OW

Γιώργος Χρυσοστόμου: «Πρώτη φορά πήγα διακοπές φέτος, στα 43 μου»

– Πώς είναι να μεγαλώνεις σε ένα ορεινό χωριό της Ρόδου;

Αυτή την ερώτηση πρώτη φορά μου την κάνουν. Συνήθως με ρωτάνε «Πώς είναι να μεγαλώνεις σε νησί». Το ορεινό χωριό είσαι η πρώτη που το αναφέρει. Εμείς δεν ζήσαμε τη φάση «ομπρέλα-ξαπλώστρα-παραλία». Δεν υπήρχαν διακοπές για μας (χωρίς να ακούγεται το μπουζούκι από πίσω!) με την έννοια ότι μας απασχολούσαν τα χωράφια, το καλοκαίρι μαζεύαμε καρπούζια, πεπόνια, κολοκύθια, τον χειμώνα ήταν οι ελιές. Το χωριό ήταν πάντα βάναυσο για όποιους ήταν σ’ αυτήν τη φάση.

– Οι πρώτες σου διακοπές δηλαδή σε θάλασσα πότε ήταν;

Φέτος – στα 43 μου! Δεν περνάω καλά στη θάλασσα, δεν ηρεμώ ποτέ, με εκνευρίζουν οι δίπλα που κάνουν φασαρία – δεν καταλαβαίνω π.χ. για ποιον λόγο να φέρνεις μουσική σε έναν τόπο που δε θέλει μουσική. Υπάρχουν βέβαια και πιο βαθείς λόγοι: νιώθω ότι δεν μου αξίζει να κάνω διακοπές, ότι πρέπει να δουλεύω συνέχεια. Φέτος είπα για πρώτη φορά να δω πώς είναι να μη δουλεύεις. Ήξερα ότι σε κάποια φάση θα εμφανιζόντουσαν τέρατα μπροστά μου, όπως αυτό των οικονομικών, της πλήξης… Δεν ξέρω να χαλαρώνω. Κάποια… πιλοτικά προγράμματα διακοπών που έχω κάνει στον εαυτό μου, κρατάνε δυόμιση μέρες. Την τρίτη πρέπει να φύγω.

– Δεν ξέρεις δηλαδή τι να κάνεις στις διακοπές;

Ναι. Έχω έναν ξάδερφο που έχει ένα camping. Μου λέει «Έλα εδώ, άραξε. Όλα πληρωμένα». Στις 3 μέρες έκανα οτοστόπ και έφυγα. Δεν είμαι ο τύπος που θα αράξει με ένα βιβλίο για ώρες. Πλήττω θανάσιμα μετά από κάνα δίωρο στη θάλασσα. Οι καλύτερες διακοπές ήταν όταν πήγα μόνος μου στο Βερολίνο – 7 Αυγούστου. Μου έλεγαν όλοι «Είσαι τρελός». Είχε κρύο. Πήρα ένα ποδήλατο, έναν χάρτη –τότε δεν είχε gps ακόμα η φάση– έβαλα μουσική και έκανα όλο το Βερολίνο με το ποδήλατο. Εκεί άντεξα πέντε μέρες, αλλά αυτό το 25 μέρες να κάθομαι, δεν το ξέρω…

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Νιώθω ότι οι άνθρωποι που έχουν δουλέψει χειρωνακτικά, κάτι έχουν κερδίσει στον ψυχισμό τους. Παρατηρώ ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι που δουλεύουν σε γραφεία, λένε ότι θα προτιμούσαν να δημιουργούν κάτι με τα χέρια τους, κάτι χειροπιαστό.

Ισχύει αυτό. Η επαφή με τη γη σού δίνει πολλά. Αυτό είναι κάτι που η κοινωνία μας το έχει ξεχάσει, γιατί δεν είμαστε πλέον αγροτικός τόπος. Στο αστικό πλαίσιο, εμένα αυτό μου βγαίνει τρομερά στο σπίτι. Υπάρχει πάντα μια ρουτίνα τακτοποίησης το πρωί, μια ιεροτελεστία θα έλεγα – ουσιαστικά είμαι η καμαριέρα μου! Αδειάζει το μυαλό μου όταν ασχολούμαι με το σπίτι. Μετακινώ όλα τα έπιπλα και τα ξαναφτιάχνω. Μετά, κάθομαι και παρατηρώ το σπίτι. Η τακτοποίηση και γενικότερα η κινητικότητα είναι κάτι πολύ δικό μου. Το ’98 στη Θεσσαλονίκη μού είχε πει ένας ταξιτζής: «Στα δύσκολα, κουνήσου». Θες να χορέψεις, να περπατήσεις, να τρέξεις; Μετακίνησε την ενέργεια με κάποιον  τρόπο. Κάπως έτσι λύνονται τα πράγματα. Εγώ στα δύσκολα, αλλάζω το σπίτι! Πολύς κόσμος αυτό το παρεξηγεί και λέει: «Δηλαδή, τώρα αυτά σε ενοχλούν που είναι έτσι; Γιατί πρέπει να τα αλλάξεις;»

– Υπονοούν δηλαδή ότι πρόκειται για ψυχαναγκασμούς;

Ναι, αλλά δεν είναι ψυχαναγκασμοί. Η δουλειά μου είναι πολύ αέρινη.

– Και θες κάτι να σε γειώνει;

Κάτι να πιάνει τις υπόλοιπες αισθήσεις. Το θέατρο είναι αέρας. Είναι μόνο σήμερα, μόνο τώρα. Μετά, μένει μια ανάμνηση. Αυτό το αποδέχτηκα πολύ νωρίς, οπότε, είχα την ανάγκη για κάτι υλικό, χειροπιαστό. Δεν είμαι τόσο πνευματικός! Εν τέλει, λοιπόν, ενώ πάντα έλεγα «Γιατί δεν έκανα ποτέ διακοπές στη ζωή μου;», όλο αυτό το κομμάτι της ανασχόλησης με τα χέρια, έχει να κάνει με τις λύσεις που δίνω στο σήμερα.

– Πώς αποφάσισες να γίνεις καλλιτέχνης;

Σε εκείνο το ορεινό χωριό, μέσα σε μια σπηλιά άρχισε να γεννιέται ο καλλιτέχνης μέσα μου. Υπήρχε μια σπηλιά στο βουνό και ο σύλλογος του χωριού τα Χριστούγεννα, οργάνωνε ένα σόου, στο οποίο τα παιδιά παίρνανε μέρος – φτιάχναμε μια ζωντανή φάτνη. Εγώ, ας πούμε, ήμουν 12.00-14.00 Ιωσήφ, 14.00-16.00 Ηρώδης, 16.00-18.00 Στρατιώτης, 18.00-20.00 Αγγελάκι. Ήταν μια βαθιά σπηλιά, που καθόσουν και ερχόταν ο κόσμος και σε έβλεπε. Εμείς κάναμε ότι προσκυνάμε το θείο βρέφος που ήταν μια πλαστική κούκλα, είχαμε αρνάκια αληθινά, γαϊδουράκια, πάπιες, κάποιες κυρίες έφτιαχναν τσάι με βότανα του βουνού… Και όταν κατεβαίναμε στην πόλη της Ρόδου έβλεπα πολύ θέατρο δρόμου.

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Μεγάλωσες με πολλά αδέρφια. Ήσασταν δύσκολα οικονομικά;

Μεγάλωσα με έξι αδέρφια. Εννοείται ήμασταν δύσκολα.

– Αυτός ο τρόπος ζωής υποθέτω σου στέρησε την ανεμελιά της παιδικής ηλικίας. Πώς σε επηρέασε στην ενήλικη ζωή σου – θετικά και αρνητικά;

Το θετικό είναι ότι επιβίωσα, επιβιώνω. Αλλά το mode επιβιώνω είναι αγχωτικό. Από τη μια κερδίζεις πολλά. Γιατί εγώ, ας πούμε, είμαι Μόγλης. Έφυγα 17μιση χρονών και ανακάλυψα τη ζωή μόνος μου. Έχω μάθει να επιβιώνω – και επιβιώνω και στα σαλόνια. Από την άλλη, η έννοια της ανεμελιάς σαν application, δεν μπορεί να αποκωδικοποιηθεί για μένα καμία ώρα της ημέρας. Η μόνη στιγμή που μου συμβαίνει αυτό, είναι πάνω στη σκηνή. Το οποίο δεν είναι υγιές, δεν το λέω και υπερηφανεύομαι. Πολλές φορές σκέφτομαι ότι αν με βάλεις στην Επίδαυρο με 13.000 άτομα και χάσω τα λόγια μου, παραμένω σούπερ ήρεμος. Βάλε με, όμως, με έναν άνθρωπο να συνομιλήσω ή να φλερτάρω, και όλο αυτό σπάει. Όταν είμαι μόνος μου, δεν ησυχάζει ποτέ το μυαλό μου. Η ανεμελιά, λοιπόν, δεν μπορεί να επανέλθει με τον τρόπο που ήταν τότε. Και έκανα τρομερό αγώνα να ξεπεράσω το γιατί οι άλλοι να είναι τόσο ανέμελοι κι εγώ όχι.

– Οπότε καταλαβαίνω ότι έχεις ένα κράτημα σε όλα τα πράγματα; Δηλαδή μπορεί να είσαι με μια σύντροφο ή έναν φίλο και να αρχίσεις να νιώθεις δυσάρεστα μετά από κάποια ώρα;

Ναι, εκεί υπάρχει κόφτης – προσπαθώ να το δουλέψω αυτό. Οι φίλοι μου, πλέον, με έχουν καταλάβει και κάνουν πλάκα. Σκέψου ότι έχω πάει σε Πρωτοχρονιάτικο τραπέζι, έχω βαρεθεί και 12 παρά είκοσι έχω φύγει.

– Η πλήξη είναι αυτή που σε κάνει να φεύγεις ή κάτι άλλο βαθύτερο;

Δεν ξέρω, κάτι ακυρώνεται εκεί πέρα, κάτι αναστατώνεται μέσα μου, νιώθω ότι μόνος μου θα ήμουν λίγο καλύτερα. Δεν το πλασάρω ως κάτι υγιές και γοητευτικό, αν και παλιότερα το έκανα! Τώρα είναι η φάση που το δουλεύω γιατί έχω βρει τοίχο μπροστά μου. Υπάρχουν μερικές μέρες που είμαι ανάμεσα στις πόρτες του Matrix – ούτε μόνος θέλω να είμαι, ούτε με κόσμο.

– Είναι ζόρικο αυτό.

Υπάρχει κόσμος που δεν μπορεί να μείνει μόνος του. Εγώ, αν μη τι άλλο, αυτό το έχω κατακτήσει. Αναρωτιούνται οι γύρω μου πώς μπορώ να είμαι μόνος μου τρεις μέρες.

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Οπότε αυτό σου δημιουργεί και θέμα στο σπίτι; Έχεις μάθει να είναι τα πράγματα πολύ συγκεκριμένα και δυσκολεύεσαι όταν υπάρχει άλλος στον χώρο σου;

Τα πράγματα, ναι, θα πρέπει να είναι κάπως. Το ποτήρι για παράδειγμα, πρέπει να έχει αρκετό χώρο γύρω του, ζωτικό χώρο... Εγώ έζησα σε ένα σπίτι –ήταν και η εποχή τέτοια– που έδινε μια θεία παλιά έπιπλα και τα φυλούσαν οι γονείς μην τυχόν και τα χρειαστούν. Έμπαιναν σκρίνια μπροστά σε μπαλκονόπορτες – και δεν μιλάμε για φενγκ σούι, μιλάμε για πρακτικά πράγματα, όπως το φως, έτσι; Οπότε, στο δικό μου σπίτι υπάρχουν αυτά ακριβώς που χρειάζονται. Κάθε πράγμα έχει τη θέση του. Αυτό κάπως με ησυχάζει. Το καταλαβαίνω όταν έρχεται κάποιος στο σπίτι μου – κατά μόνας πάντα,  γιατί κόσμο δεν καλώ. Μια φορά έχω κάνει πάρτι και δεν πήγε πολύ καλά.

– Δεν πήγε πολύ καλά, τι σημαίνει; Ότι φρίκαρες;

Φρίκαρα, ναι.

– Και πώς να φύγεις από εκεί!

Και δεν μπορούσα να φύγω…

– Οπότε, έχεις φτιάξει το σπίτι σου έτσι που να σου προκαλεί ηρεμία. Πώς το έχεις καταφέρει;

Ακόμα και όταν ήμουν σε σπίτι 28 τετραγωνικών, στα Εξάρχεια, υπήρχε βεράντα που χωρούσε ένα τραπεζάκι και μια γλάστρα. Και στο εσωτερικό του σπιτιού όλα είναι πολύ απλωμένα, υπάρχει ζωτικός χώρος ανάμεσα στα πράγματα. Ο ζωτικός χώρος γύρω μου έχει να κάνει και με τον ζωτικό χώρο μέσα μου – καταλαβαίνω ότι είναι καθρέφτης του πώς αισθάνομαι. Υπάρχει ένα contrast: Η δουλειά του ηθοποιού –αλλά και η δουλειά μου ως dj ή μπάρμαν– με κοινωνικοποιούσαν πολύ. Παρόλα αυτά, πάντα έχω κάτι ανάμεσα σε μένα και στους άλλους – στην περίπτωση της νύχτας ήταν η μπάρα και στο θέατρο το «τζάμι» που δεν σε αφήνει να ανέβεις στη σκηνή. Αυτές οι δύο αντίθετες δυνάμεις είναι ακόμα στο συνεργείο για reconstruction.

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Σου φαίνεται αυτό. Αισθάνομαι ότι δείχνεις κοινωνικός, αλλά από την άλλη είσαι πολύ…

Ευάλωτος. Αυτό παρερμηνεύεται ως σνομπ, αλλά στα αλήθεια είμαι τρομερά ευάλωτος. Μπορεί κάποιος να μου πει κάτι και να με πληγώσει. Αυτό τώρα είναι και ένα τραύμα παιδικό. Έχω ζήσει πολλές φορές δημόσια ρεζιλίκια. Ας πούμε, έπαιζα σε έναν αγώνα μπάσκετ και την ώρα που έγραφαν όλοι με τις κάμερες, μου ήρθε η μπάλα στη μούρη και λιποθύμησα. Άρχισε να γελάει όλο το γήπεδο. Είναι αυτό που συνέρχεσαι και λες «Όταν μεγαλώσω, θα πάρω το αίμα μου πίσω».

– Σε τι ηλικία συνέβη αυτό;

Δεκατρία. Θεωρώ ότι η πιο τρυφερή ηλικία είναι η εφηβεία, εκεί γίνονται οι μεγάλες ζημιές. Εκεί που αρχίζει λίγο και τρυφερεύει κανείς, που αναγνωρίζεται το σεξουαλικό κομμάτι και αρχίζουν οι ορμόνες και χτυπάνε κόκκινο, και η γκάφα είναι φουλ. Είναι μια ηλικία τρομερά ευάλωτη. Και τι κάνει ένας έφηβος για να αμυνθεί; Βγάζει επιθετικότητα, τύπου «Εγώ δε θέλω τέτοια», το οποίο μένει και στην ενήλικη ζωή. Πολλές φορές μου λένε «Τι γλυκός που είσαι τελικά». Στο σήμερα για να αφήσω κάποιον να με πλησιάσει, πρέπει να πάμε πολύ γύρω-γύρω. Μου αρέσει π.χ. να μιλάμε στον πληθυντικό στην αρχή. Αν μου πεις «Γιώργο, τι γίνεται;», πληγώθηκα! Ή θεωρώ ότι δε με σέβεσαι. Κάτι εκεί είναι ταρακουνημένο. Και έχει να κάνει με τα δημόσια ρεζιλέματα.

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Επανέρχομαι στο ότι ζούσατε 7 αδέρφια μαζί. Πώς ήταν αυτή η συγκατοίκηση;

Κουκέτες, στρωματσάδα… Εγώ βρήκα διέξοδο, παίζοντας ρόλους μέσα στο σπίτι. Διασκέδαζα τους άλλους ή προκαλούσα το ενδιαφέρον τους όντας θλιμμένος. Οπότε, αυτοί είναι δύο ρόλοι έτοιμοι. Στο σχολείο αυτό συνεχίστηκε. Μετά, βρήκα το κομμάτι της αποδοχής όταν ανέβηκα στη σκηνή του σχολείου. Γιατί εγώ ήμουν αυτός που καθόταν μόνος του σε μια γωνία. «Δώστε μου λίγη σημασία, σας παρακαλώ». Αυτός ήμουν. Και ακόμα συμβαίνει, απλά σε άλλο επίπεδο.

Η ομορφιά, το αλκοόλ και η ελευθερία

– Καταλαβαίνω ότι η ανάγκη να έχεις την προσοχή των άλλων ήταν ένας λόγος να επιλέξεις την ηθοποιία. Τι ήταν, όμως, αυτό που σε έκανε πραγματικά να το κυνηγήσεις;

Ερχόντουσαν κάποιες παραστάσεις στο νησί. Και έβλεπα τους ηθοποιούς που έπαιζαν –κωμωδίες συνήθως– και είχα την ψευδαίσθηση ότι αυτός εκεί πάνω είναι χαρούμενος, άρα θα είναι χαρούμενος και όλη την υπόλοιπη μέρα. Κι εγώ αυτό θέλω, σκεφτόμουν. Μετά, άρχισα να καταλαβαίνω ότι εκεί είναι το γήπεδό μου – είχε αρχίσει να αυξάνεται η αυτοπεποίθησή μου πάνω στη σκηνή – στις παραστάσεις του σχολείου και στην ερασιτεχνική ομάδα για 25άρηδες και άνω που μπήκα στην εφηβεία ως ταλέντο. Στη βιβλιοθήκη της Ρόδου υπήρχε ένα section που έλεγε «Θέατρο». Πήγαινε και άνοιγα τα βιβλία – με μάγευε αυτός ο κόσμος.

– Οπότε το αποφάσισες κάποια στιγμή και το ανακοίνωσες στους γονείς. Πώς το πήραν;

Συγκρούστηκα με τους γονείς μου. Και τους δικαιολογώ γιατί δεν ήξεραν τι είναι αυτό. Εμένα το θέμα μου πιο πολύ ήταν το εξής: Στον χάρτη της Ελλάδας η Ρόδος ήταν κάτω-κάτω και είχε γύρω-γύρω θάλασσα. «Πώς φεύγεις από εδώ; Η θάλασσα είναι φυλακή», σκεφτόμουν. Έπρεπε να βρω τρόπο να φύγω. Έπαιξε μια συμφωνία με τους γονείς. Τους είπα ότι θα φύγω, θα δώσω εξετάσεις και θα περάσω μόνο σε κρατική σχολή. Δε θα πληρώσει κανείς τίποτα. Έτσι κι έγινε.

– Οπότε φεύγεις μόνος πρώτη φορά από το νησί. Πώς ήταν όταν έφτασες στην Αθήνα;

Νόμιζα ότι Αθήνα είναι μόνο η Ομόνοια. Έδωσα εξετάσεις και πέρασα Θεσσαλονίκη. Εκεί ήταν ακόμα μεγαλύτερο το σοκ – πίστευα ότι ο Λευκός Πύργος είναι το ίδιο πράγμα με τον Λευκό Οίκο. Είδα πρώτη φορά στη ζωή μου χιόνι… Αλλά ήμουν τόσο ελεύθερος.

– Πώς ένιωσες αυτή την ελευθερία;

Καταρχάς δεν νήστεψα τη Σαρακοστή. Πήγα για πίτα γύρο Μεγάλη Παρασκευή. Αυτό ήταν η επανάσταση. Αυτό είναι ελευθερία.

– Όλη αυτή η ιστορία με το αγόρι που έζησε ζόρικα χρόνια, που έγινε ηθοποιός συνεχίζοντας να εργάζεται νύχτα, βγάζει και μια γοητεία. Τη χρησιμοποιούσες την ιστορία σου για να γοητεύσεις στις σχέσεις;

Ναι, φυσικά.

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Εσύ, πώς ένιωθες τότε; Αισθανόσουν γοητευτικός; Ένιωθες έπαρση;

Ήμουν στο άλλο άκρο – ένιωθα ότι θα έπρεπε κάποιος να μου κάνει μία ένεση έπαρσης, για να αποκτήσω λίγη αυτοπεποίθηση. Η νύχτα ήταν μεν πολύ γοητευτική, αλλά απ’ την άλλη έβλεπες τους συνομήλικούς σου να παίζουν από εδώ κι από εκεί, και εσύ να πρέπει πάντα να δουλεύεις. Το κομμάτι το γοητευτικό τότε είχε και κοινωνικές προεκτάσεις. Είμαστε η γενιά του Curt Cobain. Δεν ήμουν μόνο εγώ έτσι, μην το πάρω όλο πάνω μου. Ήταν όλοι κατεστραμμένοι. Ο καθένας το παρελθόν του το πουλάει ως γοητευτικό.

– Έπαρση δεν είχες ούτε όταν μπήκες πρώτος στη σχολή;

Κοκορεύτηκα. Με δικαιολογώ γιατί ήμουν 18 – μωρό, έτσι; Έσπασα βέβαια τα μούτρα μου, εκεί στο δεύτερο έτος και συνήλθα κάπως.

– Υπήρξε κάποιο turning point στη ζωή σου;

Η πιο κομβική μου στιγμή ήταν το '17, που αποφάσισα να σταματήσω να δουλεύω νύχτα. Είπα, τελείωσε, θα βγάζω λεφτά στις 8 το πρωί. Όλος ο κόσμος το κάνει, θα βρω τρόπο να το κάνω κι εγώ. Και μαζί με αυτό, έδιωξα και το αλκοόλ από τη μέση ως διασκέδαση. Αυτό ήταν μεγάλο στρίψιμο του καραβιού. Ακόμα είμαστε πάνω στη στροφή, γιατί είχε συνηθίσει το αλκοόλ ένα κοινωνικό μου κομμάτι. Δεν είχα φτάσει ποτέ στο σημείο να πίνω στο σπίτι – αλλά το είδα μπροστά μου να έρχεται. Δεν θα έβγαζα και αυτή τη σεζόν αν συνέχιζα να κάνω τη ζωή που έκανα, η οποία ήταν φουλ έξαλλη.

– Όταν έκοψες το αλκοόλ, τι αλλαγές είδες πάνω σου;

Έσβησε λίγο το εύφλεκτο υλικό. Γιατί αυτό το ον που λέγεται αλκοόλ –ακόμα και στα 2-3 ποτά να μείνεις– κάτι χαλαρώνει, κάτι σβήνει, κάτι ξεχνάει. Μπορεί να μην είναι το αλκοόλ, μπορεί να είναι η υπερφαγία π.χ. – ο καθένας έχει το δικό του δαιμονάκι, που κάτι κατευνάζει, και στα σκάει την επόμενη. Εμένα με κατευνάζει το να μασουλήσω κάτι στο κρεβάτι, την επόμενη όμως λέω «Γιατί το έκανα αυτό;» Είμαι σε πολύ κομβική ηλικία: ή καταστρέφεσαι ή το πας καλά. Και ο γυμναστής μου αυτό μου είπε, και οι γιατροί το ίδιο.

– Υπάρχει κόσμος που έχει κόψει το αλκοόλ και νιώθει λιγότερο γοητευτικός. Ισχύει αυτό για σένα;

Όχι, εμένα με ανέβασε η διακοπή του αλκοόλ, γιατί ένιωσα πολύ περήφανος. Δεν πήγα σε κέντρο, το έκοψα μόνος μου σε μία μέρα. Είχα μαλώσει με έναν συνεργάτη μου, έφυγα περπατώντας και πήγα Κηφισίας και Αλεξάνδρας, και είπα «Πού πάω; Από δω ή από κει;» Επέλεξα να πάω στο σπίτι. Τώρα, μου λένε φίλοι «Πιες ένα ποτό, δε θα πάθεις κάτι». Όχι, αν ανοίξει το παραθυράκι αυτό, μετά οι ευκαιρίες είναι πολλές – γιορτές, πανηγύρια, θλίψη, γενέθλια…

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

Γιώργος Χρυσοστόμου: «Πήρα απόφαση να ξεκινήσω ψυχοθεραπεία μετά από έναν χωρισμό»

– Πόσο σου ταιριάζουν τα παρακάτω χαρακτηριστικά;

Drama queen.

Τεράστια drama queen! Όλα μέσα μου είναι μεγεθυμένα –ή προς το καλό ή προς το κακό– κι αυτό έχει μεγάλη απόκλιση από την πραγματικότητα. Αν με ρωτήσουν «Με τα απλά πράγματα δεν είσαι ευχαριστημένος;» θα απαντήσω «Όχι». Ή θα γίνει καταστροφή ή θα γίνει κάτι υπέρλαμπρο. Αυτή η απόσταση έχει μικρύνει με τον καιρό, αλλά είναι ακόμα εκεί.

– Έντονος.

Ναι.

– Γεμάτος μυστήριο.

Έχω τελειώσει πια με αυτό. Κουβαλάω μια πεποίθηση: Ένας από τους λόγους να ζει κανείς, είναι να έχει να διηγηθεί μια ωραία ιστορία για τον εαυτό του. Εμένα μόνο αυτό μου κάνει. Αυτό, βέβαια, το εκπέμπει κάποιος και χωρίς να μιλήσει.

– Μελαγχολικός.

Αυτό είναι το ρελαντί μου. Σε μία κλίμακα όπου το δέκα είναι η ισορροπία, εγώ πολύ σπάνια είμαι στο 7-8, συνήθως είμαι στο 1-2. Τώρα που μιλάω για μένα, όμως, έχω ανέβει στο 3, 4! Όταν με ρωτάνε για μένα, μπορώ να μιλάω ώρες, είμαι πολύ χαρούμενος.

– Πίστευα ότι είσαι άνθρωπος που δεν του αρέσουν οι συνεντεύξεις.

Οι συνεντεύξεις είναι υπέροχες, οι φωτογραφίσεις είναι δύσκολες.

– Πώς γίνεται αυτό; Αφού έχεις μάθει να στέκεσαι μπροστά στον φακό.

Αισθάνομαι γελοίος. Είμαι πολύ ανασφαλής. Σκαλώνω. Όταν ο φωτογράφος, να, καλή ώρα, ο Αντρέας Σιμόπουλος που με φωτογράφισε για το OW, δεν με κατσαδιάζει και πάει λίγο με τα νερά μου, ηρεμώ.

– Νιώθεις ωραίος;

Δεν είμαι αποκρουστικός, αλλά δεν έχω πει ποτέ «Είμαι πάρα πολύ όμορφος». Δεν μπορώ να το πω αυτό το πράγμα.

– Ωραίος τύπος νιώθεις;

Ναι, είμαι πολύ ενδιαφέρων τύπος. Όταν ήμουν μικρός έλεγα: «Δεν θέλω να γίνω όμορφος όταν μεγαλώσω. Θέλω να γίνω γοητευτικός».

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Πότε ξεκίνησες ψυχοθεραπεία; Δυσκολεύτηκες να το αποφασίσεις;

Όχι, δεν είχα ταμπού ποτέ. Εκεί που γεννήθηκα, βέβαια, και την εποχή εκείνη, ήταν κάτι δακτυλοδεικτούμενο. Μπορεί να ισχύει ακόμα στην επαρχία. Το πήρα απόφαση μετά από έναν χωρισμό – έκλαιγα για 7 μέρες. Πήρα έναν γνωστό μου και τον ρώτησα σε ποιον ψυχοθεραπευτή πήγαινε να πάω κι εγώ. Ένιωθα ότι χρειαζόμουν βοήθεια. Αυτό έγινε στα 28-29 μου. Αλλά έψαξα απαντήσεις και σε άλλες φιλοσοφίες.

– Δηλαδή, σε ποιες φιλοσοφίες;

Έχω πάει σε αριθμολόγο, ιριδολόγο, ρεφλεξολόγο, έχω κάνει βελονισμό, έχω δοκιμάσει ρέικι… Πάντα προσπαθούσα να δω πού συγκλίνουν όλα αυτά και κατέληξα ότι το κλειδί είναι η χειρωνακτική εργασία, το να δημιουργείς με τα χέρια. Και στην ψυχοθεραπεία έχω δοκιμάσει θεραπευτές από διαφορετικές σχολές. Τώρα, έχω για πρώτη φορά άντρα ψυχολόγο – όλες μου οι θεραπεύτριες ήταν μέχρι τώρα γυναίκες.

– Επέλεξες άντρα; Ένιωσες ότι μπορεί να ξεκλειδώσει και ένα άλλο κομμάτι σου που δεν μπορούσε να το κάνει γυναίκα ψυχοθεραπεύτρια;

Δεν μπορώ να ξέρω. Απλώς διαπίστωσα ότι μέχρι τώρα θεωρούσα πως ένας άντρας δεν θα καθόταν να ασχοληθεί με το πρόβλημά μου. Ίσως στις γυναίκες έβρισκα κάτι πιο μαμαδίστικο. Πάντως, όταν πήγα, του είπα «Μην αρχίσετε τώρα να μου ζητάτε να σας λέω τη ζωή μου από την Α’ δημοτικού». Μου λέει «Ωραία, να ανοίξω τα χαρτιά μου» και τακ, τακ μού τα λέει όλα. «ΟΚ», του απαντάω «Διαβασμένος. Άρα, θα αναμετρηθούμε». Δε θα μιλήσω εξ ονόματος όλων, φυσικά, αλλά διαπιστώνω ότι είμαστε ρόλοι όλοι μας.

– Ποια είναι τα πιο σημαντικά πράγματα που σου έχει δώσει η ψυχοθεραπεία;

Ψυχραιμία. Η λέξη αυτή τα περικλείει όλα. Ψυχραιμία με μένα τον ίδιο, κατανόηση.  Αυτό που λένε όλοι, αλλά εγώ δεν μπορώ να το μεταβολίσω είναι το «Συγχώρεσε τον εαυτό σου». What the fuck is that? Ο ένας λέει «Δώσε χώρο». Ο άλλος «Πέτα τα μωρέ, άστα να πάνε». Ο καθένας το λέει με τη δική του τη γλώσσα. Αλλά, τι είναι αυτό; Ή το γονεϊκό κομμάτι, ας πούμε, το οποίο κάνει ένα βαθύ format στον εγκέφαλο.

– Εκεί, στο γονεϊκό κομμάτι, μπορώ να την καταλάβω τη συγχώρεση. Αυτά ήξεραν, αυτά έκαναν…

Δεν μπορούσα να το καταλάβω αυτό, ήμουν θυμωμένος. Και το έχω ανοίξει και προς τους γονείς μου. Έγιναν λάθη. Αυτό που κατάλαβα, βέβαια, είναι ότι όλα τα πιθανά σενάρια στο μεγάλωμα ενός παιδιού, μπάζουν από κάπου. Κάπου θα γίνει η στραβή. Αυτό είναι νομοτελειακό. Εκεί ηρεμείς. Είτε είναι μαζί η οικογένεια, είτε είναι μεγάλη, είτε είναι μικρή, είτε είναι μονογονεϊκή, κάπου θα γίνει το λάθος.

– Ποια ήταν η πιο σημαντική διαπίστωση που έκανες σε σχέση με τους γονείς σου;

Ότι αρκετά πράγματα από τη ζωή που έχουμε επιλέξει –επαγγελματικά, στις σχέσεις μας, στην κοινωνική ζωή, στο σεξ– δεν είναι δικά μας. Αυτή είναι μια σφαλιάρα που έφαγα με την ψυχοθεραπεία. Μιλάω με τον μπαμπά μου και του λέω «Σήμερα είμαι πιο πνευματικός από τότε που με τρέχατε στην εκκλησία». Φαντάσου ότι στα 38 μου ξυπνούσα και έτρωγα σοκολατένια δημητριακά με γάλα και έβλεπα παιδικά – γιατί δεν το είχα ζήσει ποτέ αυτό, κάθε Σάββατο πήγαινα εκκλησία. Οπότε, όλα τα τρυφερά κομμάτια –η σεξουαλικότητα, το φλερτ– καταγράφηκαν ως μεγάλες ενοχές. Και μετά αναρωτιέσαι τι δεν πάει καλά στη ζωή σου…

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

Τι είναι wellness για τον Γιώργο Χρυσοστόμου

– Το wellness τι είναι για σένα; Έχει ταξικό χαρακτήρα;

Κοίτα, εμένα το ταξικό μού κάνει trigger, γιατί πάντα τα πετούσα όλα προς τα εκεί. Δηλαδή, δεν αρέσω στο κορίτσι γιατί δεν έχω λεφτά, άρα είναι ταξικό το θέμα. Πιο παλιά ήμουν πολύ θυμωμένος. Ήθελα να σπάσω αυτή την ψευδαίσθηση του κόσμου ότι είμαι λεφτάς. Αυτό έχει να κάνει με ένα ταξικό κόμπλεξ που έχω, γιατί μεγάλωσα σε ένα νεόπλουτο νησί, επί εποχής Αντρέα! Υπήρχαν παντού χρήματα, αλλά εμείς δεν είχαμε. Είναι δεδομένο ότι δεν έχω ανάγκη από κότερο ή μουράτο αυτοκίνητο. Όμως, όλος ο δυτικός πολιτισμός είναι στηριγμένος πάνω σ’ αυτόν τον ανταγωνισμό. Διαπιστώνω ότι οι άνθρωποι θέλουν να βγάζουν πολύ γρήγορα λεφτά, χωρίς σωματικό κόπο.

Το wellness είναι απόφαση, mindset, επιλογή ζωής.  Πιστεύω στη μαγνητική δύναμη του μυαλού – αυτό έχει λειτουργήσει σε μένα. Να κάνεις αυτό που θέλεις εικόνα – μετά θα το πετύχεις. Wellness είναι η επαφή με το τώρα, που φυσικά είναι πολύ δύσκολο, όλοι είμαστε εγκλωβισμένοι στο πριν και στο μετά.

– Για το σώμα σου τι κάνεις;

Υπάρχουν κάποια πράγματα που βοηθούν, αλλά αν αποφασίσεις να είσαι, ας πούμε, μίζερος και στεναχωρημένος, δεν πα να φας γκότζι μπέρι, θα συνεχίσεις να είσαι. Δεν υπάρχουν μαγικά φίλτρα. Ήμουν πάρα πολύ καιρό σάπιος στη διατροφή μου – καμιά εικοσαετία. Έτρωγα μόνο junk. Τώρα, δεν θέλω να βλέπω μπέργκερ. Η γυμναστική, όμως, είναι το βασικό νομίζω. Εγώ κάνω κάθε μέρα – παίρνω ένα ρεπό την εβδομάδα. Σε βοηθάει να αισθάνεσαι όμορφος, για τα δικά σου δεδομένα. Το social media πρότυπο της ομορφιάς εμένα δεν μου κάνει καθόλου, δεν με ερεθίζει.

– Ποιο χαρακτηριστικό εκτιμάς περισσότερο σε έναν άνθρωπο;

Μου αρέσει η οξυδέρκεια. Μπορείς να την καταλάβεις στο χιούμορ του άλλου. Όταν σκεφτόμαστε δηλαδή το ίδιο πράγμα την ίδια στιγμή, αυτό μου αρέσει πολύ. Μου λέει πολλά και για το υπόλοιπο. Όταν ένας άνθρωπος χαχανίζει εύκολα και με ωραία πράγματα, έχω καταλάβει ότι βλέπω φως.

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου ως Αρτούρο Ούι

– Πάμε στην παράσταση που πρωταγωνιστείς: «Η άνοδος του Αρτούρο Ούι». Μηχανισμοί που εκτρέφουν τον φασισμό –πάντα επίκαιρος ο Μπρεχτ–, δυναμισμός, φοβερή αισθητική με στοιχεία από κόμιξ, καμπαρέ… Ο ρόλος σου είναι η προσωποποίηση του κακού. Και παίζεις πάρα πολύ με το σώμα και τις κραυγές, παρά με τον λόγο. Πώς βιώνεις αυτόν τον ρόλο;

Καταρχάς έμαθα πολύ γρήγορα τα λόγια, τα οποία ήταν πάρα πολλά. Ενώ ακούω μουσική, δεν ξέρω μουσική, γιατί η μουσική είναι μαθηματικά, τα οποία δεν γνωρίζω. Όταν, όμως, μαθαίνω απ’ έξω ένα κείμενο, ξαφνικά οι λέξεις γίνονται νότες μέσα μου. Αυτό, λοιπόν, όταν το συμπυκνώσει ο σκηνοθέτης και πει «Δεν θα βάλεις καμία παύση», η ανάσα συμπυκνώνεται και βγαίνουν ήχοι τρομεροί. Αφέθηκα πλήρως, με μεγάλη εμπιστοσύνη, στον σκηνοθέτη, Άρη Μπινιάρη. Μας είχε δώσει την οδηγία να είμαστε διαρκώς σαν να βρισκόμαστε σε βιντεοπαιχνίδι, στο «Tekken». Πώς είναι οι δερβίσηδες όταν χορεύουν; Μπαίνεις σε μία λούπα. Μετά είναι και οι λέξεις που είναι σκληρές. Κάποιες λέξεις εμένα μου αφήσουν μία γεύση στο στόμα, πώς να το εξηγήσω; «Στέκομαι πάνω από το πτώμα του». Λέω «πτώμα» και το βλέπω. Σωματικά είναι πολύ εξουθενωτικό, αλλά μου αρέσει.

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Είναι συγκλονιστική η στιγμή που σηκώνεις αργά το χέρι σου σε ναζιστικό χαιρετισμό. Σε ζορίζει ως θεατή.

Ζορίζει τον θεατή, γιατί ζορίζομαι κι εγώ οι ίδιος. Δείχνω ότι ζορίζομαι μαζί σου, και σου δείχνω αυτό που μας ζορίζει όλους, το κακό, το οποίο σε μικρά ποσοστά το έχουμε όλοι μέσα μας. Αυτό είναι το πιο επικίνδυνο. Σκέφτεσαι «Έχω τέτοιο πράγμα μέσα μου;» Εγώ, λοιπόν, στη διάρκεια των προβών φοβήθηκα πάρα πολύ. Και με έβγαλε ο σκηνοθέτης από τον φόβο αυτόν, με πολλή μαεστρία και τρυφερότητα.

– Τι φοβήθηκες;

Να το αντιμετωπίσω. Φοβήθηκα ότι θα με ταυτίσουν. Φοβήθηκα μην ταυτιστώ εγώ. Και το πιο βασικό: το πώς θα το υποστηρίξω από τη στιγμή που διαφωνώ κάθετα. Αυτό που κάνω είναι ότι βγαίνω από μένα και έχω μετατρέψει τον εαυτό μου σε ένα τεράστιο μουσικό όργανο που παίζει πολύ σωστά τις νότες ενός κομματιού, με το οποίο δεν συμφωνώ.

– Βγαίνεις εξαντλημένος μετά;

Ναι, μετά είμαι τρυφερός πολύ, έχω αδειάσει, θέλω μόνο καλά λόγια. Είμαι λίγο σαν μωρό που μόλις ξύπνησε, που μπορεί και να γκρινιάξει λίγο. Βγαίνει δηλαδή το ευάλωτο κομμάτι μου.

Χρυσοστόμου
Φωτογραφία: Ανδρέας Σιμόπουλος

– Είναι μια φράση του Μπρεχτ που λέει ότι «Όταν τα εγκλήματα πληθαίνουν, γίνονται αόρατα. Όταν οι συμφορές γίνονται ανυπόφορες, δεν ακούει κανείς πια τα ουρλιαχτά». Βλέπεις ότι ισχύει σήμερα;

Σκέψου ποιος θυμάται σήμερα τα Τέμπη. Μία συνάδελφος, πολύ πιο μικρή σε ηλικία, μου λέει «Γιώργο, πάντα έτσι ξεχνιόντουσαν τα πράγματα;» Με ανατρίχιασε αυτό, γιατί το είδα μπροστά μου ολοκάθαρα. Καταλαβαίνω την τάση του κόσμου να μην θέλει άλλο, αλλά η ανοσία πια σ’ αυτό είναι τρομακτική.

– Εσύ, ποια φράση του έργου ξεχωρίζεις;

Το «Δεν με ενδιαφέρει ο ευφυής, ο υπερφυής, ο δυνατός. Το ανθρωπάκι με ενδιαφέρει. Το ανθρωπάκι και πώς φαντάζεται τον κύριό του». Αυτό μου χτυπάει φλέβες, όλες οι λέξεις. Το πώς φαντάζεται τον κύριό του, ό,τι θέλει ο καθένας. Ο τρόμος ότι κάποιος από πάνω κάνει κουμάντο.

– Ποιο είναι τελικά το τέρας σήμερα;

Το τέρας είναι ένα και είναι μέσα μας – δεν υπάρχει εξωτερικό τέρας. Στη διάρκεια της ζωής του καθενός, το τέρας ενεργοποιείται ή βρίσκεται σε καταστολή. Σε φάση π.χ. κούρασης, δυσκολίας, ή οικονομικής δυσχέρειας, μπορεί να ξυπνήσει. Αυτό είναι το επίφοβο. Και ο Αρτούρο Ούι πού μεγαλώνει σαν τέρας; Οι θεατές νιώθουν ότι είναι ανάμεσά μας το τέρας.

Ο Γιώργος Χρυσοστόμου φωτογραφήθηκε στο Lulu Athens.

SLOW MONDAY NEWSLETTER

Θέλεις να αλλάξεις τη ζωή σου; Μπες στη λογική του NOW. SLOW. FLOW.
Κάθε Δευτέρα θα βρίσκεις στο inbox σου ό,τι αξίζει να ανακαλύψεις.